Η χρονιά που αφήνουμε πίσω μας ήταν περίπλοκη και ταυτόχρονα αποκαλυπτική. Αποκάλυψε ότι ο πόλεμος μπορεί να συνεχίζεται ανηλεής στην ευρωπαϊκή ήπειρο, ότι η ειρήνη δεν είναι πλέον δεδομένη και κυρίως ,ότι η οικονομική ευημερία χωρίς στρατηγική ασφάλεια αποτελεί ψευδαίσθηση.
Οι πόλεμοι στην Ουκρανία και στη Μέση Ανατολή καλλιέργησαν έναν διάχυτο φόβο, όχι μόνο για τη στρατιωτική κλιμάκωση, αλλά και για τις οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες. Η Ευρώπη, συνηθισμένη επί δεκαετίες στην «ειρήνη δια της οικονομίας», βρέθηκε απροετοίμαστη κοινωνικά και πολιτικά. Η απάντησή της ήταν αναγκαστικά διπλή: επανεξοπλισμός και ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία. Πρόκειται για αναγκαία, αλλά δύσκολη επιλογή, που εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τη στασιμότητα και την ύφεση στις μεγάλες οικονομίες του ευρωπαϊκού Βορρά και κυρίως στη μεγαλύτερη και ισχυρότερη ευρωπαϊκή χώρα, τη Γερμανία.
Την ίδια στιγμή, ο ευρωπαϊκός Νότος- η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Κύπρος- κινήθηκε αντίθετα στο ρεύμα, με την Ελλάδα να αποτελεί χαρακτηριστικό παράδειγμα. Παρά τις διαρθρωτικές αδυναμίες της, αναπτύχθηκε ταχύτερα από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και κατέκτησε έναν ρόλο που πριν από λίγα χρόνια φάνταζε απίθανος: αυτόν του περιφερειακού ενεργειακού κόμβου. Οι υποδομές LNG, οι αγωγοί προς τα Βαλκάνια, οι ηλεκτρικές διασυνδέσεις και η δυναμική των ανανεώσιμων πηγών δεν είναι απλώς τεχνικά έργα. Είναι εργαλεία γεωπολιτικής ισχύος και οικονομικής σταθερότητας, σε μια Ευρώπη που αναζητά επειγόντως ασφαλείς και αξιόπιστες πηγές ενέργειας.
Οι διαφορές της στάσης των ΗΠΑ και της Ευρώπης απέναντι στην Ουκρανία γίνονται ολοένα και πιο ορατές. Οι Ηνωμένες Πολιτείες βλέπουν τον πόλεμο κυρίως ως ζήτημα παγκόσμιας ισορροπίας ισχύος, με στόχο την απαγκίστρωση τους από την υποχρέωση άμυνας της Ευρώπης. Η Ευρώπη, αντίθετα, βιώνει αυτό το στόχο, ως άμεσο οικονομικό και κοινωνικό βάρος. Παράλληλα, κερδίζει έδαφος η «συναλλακτική προσέγγιση» στην αμερικανική εξωτερική πολιτική που εφαρμόζει ο Ντόναλντ Τραμπ: λιγότερη προσήλωση στο διεθνές δίκαιο, περισσότερη διαπραγμάτευση για ειρήνευση, γρήγορες συμφωνίες υπέρ των αμερικανικών συμφερόντων. Είτε συμφωνεί κανείς είτε διαφωνεί, το μήνυμα είναι σαφές: οι κοινωνίες κουράστηκαν από τους «αιώνιους» πολέμους.
Από την άλλη πλευρά, ο κόσμος συνεχίζει να γίνεται πιο πολυπολικός. Η Κίνα εξελίσσεται σε όλο και πιο ισχυρό παγκόσμιο παίκτη, ενώ η Ινδία ανεβαίνει ταχύτατα, διεκδικώντας ρόλο μεγάλης δύναμης. Η Ευρώπη οφείλει να αποφασίσει αν θα παραμείνει θεατής της μεγάλης πολύπλευρης σύγκρουσης μεταξύ «παγκόσμιου Βορρά» και «παγκόσμιου Νότου» ή αν θα μετατραπεί σε αυτόνομο γεωπολιτικό δρώντα με πραγματική στρατιωτική ισχύ.
Στα πλαίσια αυτά, νέα χρονιά δεν θα είναι πιο εύκολη. Μπορεί, όμως, να είναι πιο ευκρινής και κατανοητή. Για την Ελλάδα ιδίως , το στοίχημα είναι ξεκάθαρο: να αξιοποιήσει τον ρόλο της ως ενεργειακού και γεωπολιτικού κόμβου, όχι ως πρόσκαιρο πλεονέκτημα, αλλά ως βάση για μια πιο ώριμη, πιο παραγωγική και πιο ασφαλή θέση στον κόσμο που αλλάζει, διατηρώντας την πολιτική της σταθερότητα και διαχέοντας περισσότερο στην κοινωνία την αναπτυξιακή της δυναμική.
Ο Ναπολέων Μαραβέγιας είναι Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας ΕΚΠΑ , Σύμβουλος Υπουργού Ανάπτυξης , π. Αντιπρύτανης , π. Υπουργός























![Ψηφιακά στοιχεία διακίνησης αποθεμάτων [19ο Μέρος]](https://www.ot.gr/wp-content/uploads/2025/09/tax-468440_1280.jpg)















