Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν… ποντάρει όλα τους τα χρήματα στην τεχνητή νοημοσύνη (AI), με επενδύσεις που ξεπερνούν τα 350 δισ. δολάρια τον τελευταίο χρόνο και προβλέψεις για πάνω από 400 δισ. το 2026. Αυτό το ποσό υπερβαίνει κατά πολύ τις δαπάνες οποιουδήποτε άλλου έθνους, ιδίως της Κίνας, όπου οι συνολικές επενδύσεις στην AI εκτιμώνται στα 100 δισ. περίπου.
Για πολλούς στη Δύση, αυτή η υπεροχή φαντάζει παρήγορη: αν η AI είναι πράγματι η τεχνολογία «κλειδί» του μέλλοντος, οι ΗΠΑ φαίνονται να κρατούν τα ηνία.
Ωστόσο, όπως αναφέρουν σε άρθρο τους οι Financial Times, αυτή η αισιόδοξη αφήγηση κρύβει έναν σοβαρό κίνδυνο. Η εμμονή της Silicon Valley με την AI μπορεί να οδηγήσει σε νίκη στην «κούρσα της AI», αλλά σε ήττα στον ευρύτερο πεδίο της οικονομικής υπεροχής. Οι ΗΠΑ ποντάρουν τα πάντα σε ένα… φύλλο, ενώ η Κίνα διασκορπίζει τους πόρους της σε πολλαπλά μέτωπα. Το ερώτημα είναι απλό: είναι πράγματι η AI το μοναδικό, αποφασιστικό πλεονέκτημα;
Η αμερικανική εμμονή και οι μυστικιστικές της ρίζες
Η αμερικανική στρατηγική στο πεδίο της τεχνητής νοημοσύνης θυμίζει περισσότερο θρησκευτική πίστη παρά ψύχραιμη επένδυση, αναφέρουν χαρακτηρσιτικά οι Financial Times. Εταιρείες όπως η Google, η OpenAI και η Nvidia κυνηγούν την Τεχνητή Γενική Νοημοσύνη (Artificial General Intelligence-AGI), ένα ορατό σημείο όπου οι μηχανές θα ξεπεράσουν την ανθρώπινη νοημοσύνη, οδηγώντας στη «singularité» – σε κάτι ξεχωριστό, μοναδικό, ασυνήθιστο ή ιδιόμορφο, μια εποχή υπερ-αφθονίας όπου η φτώχεια θα εξαφανιστεί και η ανθρωπότητα θα κατακτήσει τα άστρα.
Ο επενδυτής Μαρκ Άντρισεν το αποκαλεί «αλχημεία» και «Φιλοσοφική Λίθο», ενώ ο Σαμ Άλτμαν διακηρύσσει ότι η AGI θα τελειώσει με τη φτώχεια. Αυτή η ρητορική, γεμάτη εσχατολογικές υποσχέσεις, θυμίζει τον μεσαιωνικό αγώνα ανέγερσης καθεδρικών, όπου φιλοδοξία και πίστη οδήγησαν σε αρχιτεκτονικά αριστουργήματα, αλλά και σε οικονομικές καταστροφές.
Η κινεζική τεχνητή νοημοσύνη εστιάζει σε «good enough» μοντέλα, ανοιχτά και χαμηλού κόστους, όπως το DeepSeek
Η συγκέντρωση ισχύος σε λίγα χέρια εντείνει τον κίνδυνο. Οι αποφάσεις λαμβάνονται από μονοπώλια όπως η Amazon (αξίας 2,45 τρισ. δολ.), με φαινόμενα ομαδικής σκέψης (σ.σ. ψυχολογικό φαινόμενο όπου η επιθυμία για αρμονία και συμμόρφωση μέσα σε μια συνεκτική ομάδα οδηγεί σε παράλογη ή δυσλειτουργική λήψη αποφάσεων) να απειλούν την καινοτομία. Παράλληλα, ο Τραμπ έχει περικόψει κονδύλια για επενδύσεις σε λύσεις καθαρής ενέργειας, ενώ η βασική επιστημονική έρευνα έχει πέσει στο 1/3 των επιπέδων της δεκαετίας του 1960.
Η αμερικανική στρατηγική μοιάζει με στοίχημα σε ένα άλογο: επιτυχία ή πλήρης κατάρρευση.
Τεχνητή νοημοσύνη: Διαφοροποίηση αντί εμμονής
Η Κίνα, αντίθετα, υιοθετεί πιο πρακτική προσέγγιση. Περιγράφει την τεχνητή νοημοσύνη ως «εθνική προτεραιότητα», αλλά επενδύει περισσότερο σε ηλεκτρικά οχήματα (EVs), μπαταρίες, ρομποτική, ηλιακά πάνελ και ανεμογεννήτριες. Το 2024, οι δαπάνες για καθαρή ενέργεια έφτασαν τα 940 δισ. δολάρια, υπερβαίνοντας κατά πολύ τις δαπάνες για AI. Αποτέλεσμα; Η Κίνα παράγει το 70% των παγκόσμιων EVs, το 80-85% των ηλιακών φωτοβολταϊκών και πάνω από το 75% των μπαταριών.
Αυτό το αφήγημα δικαιολογεί τεράστιες δαπάνες και αποτρέπει ρυθμίσεις, όπως αντιμονοπωλιακά μέτρα
Η κινεζική τεχνητή νοημοσύνη εστιάζει σε «good enough» μοντέλα, ανοιχτά και χαμηλού κόστους, όπως το DeepSeek – ένα ικανό εργαλείο, αντίστοιχο του ChatGPT. Χωρίς τις εσχατολογικές φαντασιώσεις της Silicon Valley, το Πεκίνο βλέπει την AI ως εργαλείο βιομηχανικής αποδοτικότητας, όχι ως σωτηρία. Αυτή η διαφοροποίηση θυμίζει την Toyota των δεκαετιών του 1970: ευέλικτη και αποδοτική απέναντι στους γίγαντες της αυτοκινητοβιομηχανίας όπως η GM.
Ο μύθος του «αγώνα εξαπάτησης»
Η ιδέα ενός υπαρξιακού «αγώνα για την AI» με την Κίνα φαίνεται περισσότερο προπαγάνδα της Silicon Valley παρά πραγματικότητα. Αναλυτές όπως ο Ερικ Σμιντ (πρώην επικεφαλής της Google) ισχυρίζονται ότι η Κίνα χρειάζεται την AI για να ελέγξει 1,4 δισ. πολίτες, αλλά τα γεγονότα δείχνουν κάτι διαφορετικό. Η Κίνα προτιμά πολλαπλά μέτωπα, αποφεύγοντας το ρίσκο μονοπώλησης. Στις ΗΠΑ, ο «αγώνας» ξεκίνησε δεκαετίες πριν ως εσωτερικός ανταγωνισμός (Google vs OpenAI), με την Κίνα να προστεθεί αργότερα ως αφήγηση για λόμπινγκ.
Οι ΗΠΑ χρειάζονται αντιστάθμιση κινδύνου (hedging) σε λύσεις καθαρής ενέργειας, βασική έρευνα και πολλαπλά μέτωπα επενδύσεων
Αυτό το αφήγημα δικαιολογεί τεράστιες δαπάνες και αποτρέπει ρυθμίσεις, όπως αντιμονοπωλιακά μέτρα. Εν τω μεταξύ, νόμοι όπως του Μουρ (διπλασιασμός της συχνότητας των τρανζίστορ κάθε δύο χρόνια) είναι εξαίρεση: οι περισσότερες τεχνολογίες φτάνουν σε πλατώ, λόγω φυσικών ορίων (ενέργεια, δεδομένα, υπολογιστική ισχύς). Έτσι, η ταχεία πρόοδος της ΑΙ μπορεί να επιβραδυνθεί, αφήνοντας τις ΗΠΑ εκτεθειμένες.
Τεχνητή νοημοσύνη: Κίνδυνοι και εναλλακτικές
Ακόμα και αν η τεχνητή νοημοσύνη τελικά αποδώσει, η αμερικανική συγκέντρωση κεφαλαίων θυμίζει κρατικό σχεδιασμό: λίγες εταιρείες αποφασίζουν για όλους, με την αγορά να επιβραβεύει αδιακρίτως. Μια αποτυχία θα μπορούσε να πυροδοτήσει χρηματιστηριακή κατάρρευση. Εναλλακτικά, η AI μπορεί να είναι απλώς μία τάφρος άμυνας για τα μονοπώλια, όχι επένδυση στην ανθρωπότητα, σημειώνουν οι Financial Times.
Η λύση; Διαφοροποίηση. Οι ΗΠΑ χρειάζονται αντιστάθμιση κινδύνου (hedging) σε λύσεις καθαρής ενέργειας, βασική έρευνα και πολλαπλά μέτωπα επενδύσεων, όπως η Κίνα. Η ιστορία δείχνει ότι η υπερβολική εστίαση σπάνια οδηγεί σε μακροπρόθεσμη επιτυχία – από του καθεδρικούς ναούς του Μεσαίωνα έως τα αεροπλάνα που σταμάτησαν να εξελίσσονται ουσιαστικά από τη δεκαετία του 1960.






































