Καθώς ο κόσμος επέστρεψε στα nightclubs ένα λεπτό μετά τα μεσάνυχτα χθες για να γιορτάσει την άρση των κοινωνικών περιορισμών στην Αγγλία, οι επενδυτές είχαν λιγότερους λόγους για να πανηγυρίζουν. Αντίθετα, παρακολούθησαν μια χρηματιστηριακή αγορά σε κατάσταση πανικού που πίεσε χαμηλότερα πολλούς από τους τομείς που είχαν εκτιναχθεί στα ύψη νωρίτερα στη διάρκεια του έτους, μερικούς από αυτούς μάλιστα σε περιοχή διόρθωσης -10% κάτω από τα υψηλά τους επίπεδα. Το άνοιγμα της Αγγλίας ενίσχυσε τους φόβους ορισμένων επενδυτών αναφορικά με την αύξηση των κρουσμάτων με το στέλεχος Δέλτα του κορονοϊού. Ο χρηματιστηριακός δείκτης Stoxx 600 υπέστη τη χειρότερη ημερήσια πτώση του έτους. Στις ΗΠΑ, όπου το στέλεχος Δέλτα επίσης εξαπλώνεται, ο χρηματιστηριακός δείκτης S&P 500 υποχώρησε κατά 1,6%. Η ασταμάτητη άνοδος των δεικτών τις τελευταίες εβδομάδες είχε απλά κρύψει την αναταραχή που σιγόβραζε κάτω από την επιφάνεια. Η ευφορία που δημιούργησε η πρόοδος των εμβολιασμών φέτος έχει καταλαγιάσει και έχει αντικατασταθεί από ανησυχίες σχετικά με τη διάρκεια της οικονομικής ανάκαμψης. «Αυτό το στέλεχος εξαπλώνεται γρήγορα. Πολύς κόσμος ήλπιζε ότι τα πράγματα θα ήταν φυσιολογικά τον Σεπτέμβριο. Θα είναι τόσο άσχημα τον Σεπτέμβριο; Όχι, αλλά δεν θα είναι φυσιολογικά,» δήλωσε ο Αλεξ Βερούντε, της Insight Investment.

Οι απώλειες εστιάζονται κυρίως σε κυκλικούς τομείς που κινούνται με τις αλλαγές στην ευρύτερη οικονομία. Αυτές οι βιομηχανίες ήταν οι πρώτες που ωφελήθηκαν από την επανεκκίνηση, όμως αυτή η τάση άρχισε να καταλαγιάζει. Ο δείκτης Μεταφορών Dow Jones Transportation Average, για παράδειγμα, που περιλαμβάνει μεγάλα ονόματα όπως FedEx, Kansas City Southern υποχώρησε σε περιοχή τεχνικής διόρθωσης την προηγούμενη εβδομάδα. Οι μεγάλες αεροπορικές εταιρείες του δείκτη τα πήγαν ακόμη χειρότερα, υποχωρώντας σε αρνητική περιοχή, δηλαδή χάνοντας άνω του 20% από τα υψηλά επίπεδά τους.  Αλλοι τομείς που συνδέονται στενά με την οικονομική επέκταση στις ΗΠΑ επλήγησαν σκληρά. Εταιρείες στον τομέα υλικών χάνουν άνω του 11% τα αξίας τος από τα υψηλά τους επίπεδα, ενώ ο μετοχή της Dow υποχωρεί 19% στο ίδιο διάστημα. Οι μετοχές ενέργειας έχασαν 4% τη Δευτέρα, υποχωρώντας για 6η διαδοχική συνεδρίαση. Ο χρηματιστηριακός δείκτης Russell 2000 ίσως να αποτελεί εξαίρεση. Ο δείκτης  περιλαμβάνει μικρές και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, που είναι πιο ευαίσθητες στις αλλαγές των οικονομικών ρυθμών, και οι επενδυτές άρχισαν να κρατούν αποστάσεις από αυτές εδώ και κάποιους μήνες. Ο δείκτης υποχώρησε κατά 1,5% τη Δευτέρα ανεβάζοντας τις απώλειες από τα υψηλά τους επίπεδα περίπου στο 10%.

Από τα μέσα Μαίου όταν οι προσδοκίες των επενδυτών για τον πληθωρισμό κορυφώθηκαν, περισσότερες από τις μισές εταιρείες του δείκτη S&P 500 έχασαν αξία και το 16% χάνει πάνω από 10%. Στον ευρύτερο δείκτη Russell 3000 –οι 1.000 μεγαλύτερες εταιρείες συν ο δείκτης Russell 2000- τουλάχιστον το 24% των εταιρειών βρίσκονταν σε περιοχές διόρθωσης τη Δευτέρα. Αναλυτές της Morgan Stanley προειδοποίησαν ότι η ταχύτητα της ανάκαμψης στην οικονομική δραστηριότητα στις ΗΠΑ δεν ήταν βιώσιμη και σύστησαν στους πελάτες του να πάρουν πιο αμυντικές θέσεις επενδυτκά. Οι επενδυτές προσπάθησαν να αντισταθμίσουν τις θέσεις απέναντι σε πιθανές περαιτέρω πτώσεις του χρηματιστηρίου, αγοράζοντας put options που μπορεί να τους αποζημιώσουν αν οι μετοχές υποχωρήσουν. Η αναλογία put-call, εκτινάχθηκε στα υψηλότερα επίπεδα από τα μέσα Μαίου τη Δευτέρα.

Οι επενδυτές επίσης αναζήτησαν τη σχετική ασφάλεια που προσφέρουν τα αμερικανικά ομόλογα πιέζοντας τις αποδόσεις των 10ετών χρεογράφων κάτω από το 1,2%, το χαμηλότερο από τον Φεβρουάριο. Οι πραγματικές αποδόσεις, αφαιρώντας τον αντίκτυπο του πληθωρισμού στις αποδόσεις, υποχώρησε στο -1,2% για τα 10ετή έντοκα γραμμάτια, το χαμηλότερο από τον Ιανουάριο. Τα στοιχεία αυτά χρησιμοποίησαν οι απαισιόδοξοι κύκλοι της αγοράς για να υποστηρίξουν ότι η οικονομία αποθερμαίνεται ταχύτατα, όπως και η καμπύλη απόδοσης. Η τελευταία μείωσε τον ενθουσιασμό των επενδυτών για την κερδοφορία των τραπεζών. Μια πιο αργή οικονομία, εν τω μεταξύ, δεν βοηθά τη ζήτηση για δάνεια από τους καταναλωτές. Η απογοητευτική ανάπτυξη δανείων ήταν το χαρακτηριστικό των κερδών του δεύτερου τριμήνου που ανακοινώθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα. Ως αποτέλεσμα, οι μετοχές των αμερικανικών τραπεζών υποχώρησαν κατά 14% από τα υψηλά του Ιουνίου. Οι μετοχές της Bank of America υποχώρησαν 15% από τα πρόσφατα υψίπεδά τους, ενώ της Citigroup κατά 19%. «Είναι εμφανές ότι επενδυτές πιστεύουν πως η ανάκαμψη θα χρειαστεί λίγο περισσότερο και το σενάριο της επανεκκίνησης ίσως δεν είναι τόσο ελκυστικό,» ανέφερε ο Μάικ Λιούις, αναλυτής της Barclays.

Πρόσφατα Άρθρα