Ένας μεγάλος νικητής από την ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη είναι η οικονομία των ΗΠΑ.

Έχοντας δεχτεί πλήγμα από τις τιμές του φυσικού αερίου που έχουν πάει στα ύψη, εταιρείες στην Ευρώπη που παράγουν χάλυβα, λιπάσματα και άλλες πρώτες ύλες μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στις ΗΠΑ, καθώς ελκύονται από τις πιο σταθερές τιμές ενέργειας και την ισχυρή κρατική υποστήριξη.

Διαβάστε επίσης: Ο οικονομικός πόλεμος της Ρωσίας πλήττει τα εργοστάσια της Ευρώπης

Καθώς οι τεράστιες διακυμάνσεις στις τιμές της ενέργειας και τα επίμονα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας απειλούν την Ευρώπη με μια κατάσταση που ορισμένοι οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι θα μπορούσε να οδηγεί σε μια νέα εποχή αποβιομηχάνισης, η Ουάσιγκτον παρουσίασε σειρά από κίνητρα για τη μεταποίηση και την πράσινη ενέργεια. Το αποτέλεσμα είναι ένα πεδίο ανταγωνισμού που γέρνει όλο και περισσότερο υπέρ των ΗΠΑ, λένε στελέχη, ιδιαίτερα για εταιρείες που στοιχηματίζουν σε έργα παραγωγής χημικών, μπαταριών και άλλων ενεργοβόρων προϊόντων.

«Δεν χρειάζεται σκέψη για να πάμε και να το κάνουμε αυτό στις Ηνωμένες Πολιτείες», δήλωσε ο Ahmed El-Hoshy, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας χημικών OCI NV με έδρα το Άμστερνταμ, η οποία αυτό το μήνα ανακοίνωσε την επέκταση εργοστασίου αμμωνίας στο Τέξας.

Παρά το ότι η οικονομία των ΗΠΑ αντιμετωπίζει πληθωρισμό-ρεκόρ, προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας και φόβους επιβράδυνσης, λένε οι αναλυτές, έχει καταφέρει να βγει σχετικά ισχυρή από την πανδημία καθώς η Κίνα συνεχίζει να επιβάλλει περιορισμούς για τον Covid και η Ευρώπη αποσταθεροποιείται από τον πόλεμο (στην Ουκρανία). Οι νέες δαπάνες της Ουάσιγκτον σε έργα υποδομής, μικροτσίπ και πράσινη ενέργεια έχουν αυξήσει την επιχειρηματική απήχηση των ΗΠΑ.

Η εταιρεία κοσμημάτων της Δανίας Pandora A/S και η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία Volkswagen AG ανακοίνωσαν επεκτάσεις στις ΗΠΑ νωρίτερα φέτος. Την περασμένη εβδομάδα, η Wall Street Journal ανέφερε ότι η Tesla Inc. αναστέλλει τα σχέδιά της να κατασκευάσει στοιχεία μπαταριών στη Γερμανία, καθώς εξετάζει τις προϋποθέσεις για να λάβει εκπτώσεις φόρου βάσει του νόμου για τη μείωση του πληθωρισμού που υπέγραψε ο πρόεδρος Μπάιντεν τον Αύγουστο.

Η Ευρώπη παραμένει μια επιθυμητή αγορά για προηγμένη παραγωγή και μπορεί να υπερηφανεύεται για το εξειδικευμένο βιομηχανικό εργατικό δυναμικό, λένε αναλυτές και επενδυτές. Με τη συσσωρευμένη ζήτηση από την πανδημία, πολλές εταιρείες που αντιμετώπισαν εκρήξεις των τιμών της ενέργειας τους τελευταίους μήνες μετέφεραν τις αυξήσεις αυτές στους πελάτες. Το ερώτημα είναι πόσο ακόμη θα διαρκέσουν οι υψηλότερες τιμές του φυσικού αερίου.

Ορισμένοι οικονομολόγοι έχουν προειδοποιήσει ότι οι παραγωγοί φυσικού αερίου από τον Καναδά μέχρι τις ΗΠΑ και το Κατάρ μπορεί να δυσκολευτούν μεσοπρόθεσμα να αντικαταστήσουν πλήρως τη Ρωσία ως προμηθευτή για την Ευρώπη. Αν όντως ισχύσει αυτό η ήπειρος θα μπορούσε να αντιμετωπίσει υψηλές τιμές, τουλάχιστον για το φυσικό αέριο, μέχρι το 2024, κατάσταση που θα απειλήσει να καταστήσει μόνιμες τις ουλές στον μεταποιητικό τομέα της Ευρώπης.

«Νομίζω ότι θα τα καταφέρουμε με κάποιο τρόπο για δύο χειμώνες», δήλωσε ο Στέφαν Μπόργκας, διευθύνων σύμβουλος της RHI Magnesita NV. Εάν η ήπειρος δεν μπορέσει να βρει φθηνότερο αέριο ή να αυξήσει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, πρόσθεσε, «οι εταιρείες θα αρχίσουν να ψάχνουν αλλού».

Η επιχείρηση από την Αυστρία, η οποία κατασκευάζει υλικά με αντοχή σε υψηλές θερμοκρασίες όπως αυτά που χρησιμοποιούνται από εταιρείες όπως οι χαλυβουργίες, δαπανά περίπου 8 εκατομμύρια ευρώ, στα ευρωπαϊκά εργοστάσιά της. Επομένως ορισμένες δραστηριότητές της αφορούν εναλλακτικά καύσιμα, όπως άνθρακας ή πετρέλαιο. Αποθηκεύει επίσης φυσικό αέριο σε ενοικιασμένη υπόγεια εγκατάσταση που ανήκε στο παρελθόν της Gazprom που ελέγχεται από το Κρεμλίνο η οποία είχε κατασχεθεί από την αυστριακή κυβέρνηση.

Ο κ. Μπόργκας πιστεύει ότι θα αυξηθεί η ζήτηση χάλυβα στις ΗΠΑ, όπου τα κίνητρα έχουν επίσης ενισχύσει τις προοπτικές της πράσινης ενέργειας. Κατασκευαστές όπως η RHI Magnesita βλέπουν το υδρογόνο ως κλειδί για την αντικατάσταση των ορυκτών καυσίμων και τη μείωση των εκπομπών σε εργοστάσια σε όλη την Ευρώπη, τις ΗΠΑ και αλλού. Οι δαπάνες που έχει υποσχεθεί για τέτοια έργα η Ουάσιγκτον αναμένεται να ενισχύσουν την παραγωγή υδρογόνου και τελικά να μειώσουν την τιμή του.

«Αυξάνουμε τις επενδύσεις μας [στις ΗΠΑ] επίσης για να παραμείνουμε μαζί με όλους τους εταίρους μας που επενδύουν», είπε. «Είμαστε πολύ, πολύ θετικοί για τις ΗΠΑ».

Η ArcelorMittal SA με έδρα το Λουξεμβούργο, η οποία αυτό το μήνα ανακοίνωσε ότι θα μειώσει την παραγωγή σε δύο γερμανικά εργοστάσια, ανέφερε φια φέτος καλύτερες από τις αναμενόμενες επιδόσεις σε επένδυση στο Τέξας που παράγει πρώτη ύλη για την παραγωγή χάλυβα. Σε πρόβλεψη αναμενόμενης κερδοφορίας τον Ιούλιο ο διευθύνων σύμβουλος Aditya Mittal απέδωσε την αξία της εγκατάστασης εν μέρει στο ότι βρίσκεται σε μια «περιοχή που προσφέρει εξαιρετικά ανταγωνιστική ενέργεια και, τελικά, ανταγωνιστικό υδρογόνο».

«Θα ήθελα απλώς να προσθέσω επίσης ότι κατέχουμε το 100% (των δικαιωμάτων) της μελλοντικής επέκτασης σε αυτήν την εγκατάσταση», είπε ο κ. Mittal.

Πολλές εταιρείες παραμένουν επιφυλακτικές όσον αφορά την αλλαγή των στρατηγικών τους λόγω της δυσκολίας κατασκευής έργων όπως τα μεταλλουργεία αλουμινίου, τα οποία μπορεί να κοστίσουν δισεκατομμύρια (για να κατασκευαστούν αλλού) και να χρειαστούν χρόνια για να ολοκληρωθούν.

«Μένει να δούμε αν αυτή θα είναι μια διαρθρωτική αλλαγή ή μια προσωρινή κίνηση», δήλωσε εκπρόσωπος του χημικού κολοσσού της Γερμανίας BASF, ενός από τους μεγαλύτερους αγοραστές φυσικού αερίου στην Ευρώπη, που έχει μειώσει την παραγωγή στα βελγικά και γερμανικά εργοστάσια.

Η OCI, η οποία μείωσε την ευρωπαϊκή της παραγωγή αμμωνίας, αντ’ αυτού αύξησε τις εισαγωγές στις εγκαταστάσεις της στο ολλανδικό λιμάνι του Ρότερνταμ. Για τη διευκόλυνση τέτοιων φορτίων, η OCI επεκτείνει το εργοστάσιό της στο Beaumont του Τέξας με επένδυση αξίας «υψηλών εκατοντάδων εκατομμυρίων» δολαρίων, δήλωσε ο κ. El-Hoshy, ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας.

Στις νέες εγκαταστάσεις η OCI θα παράγει αμμωνία που προέρχεται από το λεγόμενο μπλε υδρογόνο, το οποίο βασίζεται στο φυσικό αέριο, και στη συνέχεια θα δεσμεύσει το διοξείδιο του άνθρακα που εκπέμπεται από τη διαδικασία. Ο κ. El-Hoshy είπε ότι ο νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού (στις ΗΠΑ) έκανε τη συμφωνία πιο ελκυστική, προσφέροντας πιστώσεις για την αποθήκευση τέτοιων εκπομπών.

«Αυτό, σε συνδυασμό με εκείνο που συμβαίνει με τη Ρωσία, είναι δύο λόγοι για να πούμε: λοιπόν, ίσως με την πάροδο του χρόνου να μην χρειάζεται να καταναλώνετε φυσικό αέριο [στην Ευρώπη] ή να παράγετε το προϊόν», είπε.

Οι Ευρωπαίοι κατασκευαστές μπορεί να δυσκολευτούν να παραμείνουν ανταγωνιστικοί χωρίς τις χαμηλότερες τιμές ενέργειας ή τα πράσινα κίνητρα που προσφέρονται επί του παρόντος στις ΗΠΑ, δήλωσε ο Svein Tore Holsether, διευθύνων σύμβουλος του κολοσσού λιπασμάτων της Νορβηγίας Yara International AS A.

«Κάποιες βιομηχανίες, ως αποτέλεσμα αυτού, θα μετεγκατασταθούν μόνιμα», είπε.

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο

Πρόσφατα Άρθρα