Η περίπτωση του Οργανισμού Διαχείρισης του Δημοσίου Χρέους είναι ιδιαίτερη και ξεχωριστή. Στους χειριστές του επέπεσε όλο το βάρος της μεταπολίτευσης. Στους λογαριασμούς του αποτυπώνονται οι διαχρονικές αστοχίες, αδυναμίες, αποτυχίες και τα θεμελιακά λάθη του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος. Ανατρέχοντας κανείς στα κιτάπια του θα δει να ξεδιπλώνονται μπροστά του τα υπερβολικά ελλείμματα και οι κατά καιρούς δημοσιονομικές κρίσεις που οδήγησαν την Ελλάδα στην υπερχρέωση και εν τέλει στην επελθούσα, αλλά μηδέποτε επισήμως ομολογηθείσα, χρεοκοπία του 2010.

Η χώρα για να αποτρέψει τότε την επισημοποίηση της χρεοκοπίας αποδέχθηκε οικονομική βοήθεια από δανειστές και εταίρους και έναντι αυτής υποχρεώθηκε σε μνημόνια, ρυθμίσεις χρεών και αφαίρεση κυριαρχίας. Είναι δε υποχρεωμένη εκ των όρων που αποδέχθηκε να κινείται με τρόπο συγκεκριμένο, να ακολουθεί σφιχτούς δημοσιονομικούς κανόνες ώστε να αποφύγει ανάλογες εκτροπές.

Από το 2012 ωστόσο, από το PSI και εντεύθεν, έχουν μεσολαβήσει πολλά και η εικόνα διαχείρισης των ελληνικών χρεών είναι εντυπωσιακή. Το ελληνικό δημόσιο χρέος αυτή τη στιγμή, παρότι δυσθεώρητο κοντά στα 400 δισ. ευρώ, είναι ευχερώς διαχειρίσιμο, η ετήσια δαπάνη εξυπηρέτησής του είναι ελεγχόμενη, οι καταβαλλόμενοι κατ’ έτος τόκοι βαίνουν μειούμενοι και το 2024 θα ξεπερνούν κατά τι τα 4 δισ. ευρώ, το μέσο επιτόκιο που το βαραίνει είναι μόλις 1,5% και η μέση διάρκειά του ξεπερνά τα 18 χρόνια, εκτείνεται δηλαδή μέχρι το 2040. Και αυτό την ώρα που η μέση διάρκεια του ιταλικού χρέους είναι μόλις 7 χρόνια. Το σημαντικότερο όλων δε είναι ότι το παρόν ελληνικό δημόσιο χρέος δεν παράγει νέα χρέη. Είναι η δομή και η διάρθρωσή του τέτοια που ευνοούν αφάνταστα τη διαχείρισή του και επιτρέπουν σχετική ελευθερία κινήσεων. Με τη διαφορά ότι συνολικά η δημοσιονομική διαχείριση, μετά την παρένθεση των έκτακτων κρίσεων, επιβάλλεται να επανέλθει στην εξασφάλιση πρωτογενών πλεονασμάτων της τάξης του 2% κατ’ έτος, τουλάχιστον μέχρι το 2032, οπότε και θα επανεκτιμηθεί η πορεία του και θα υπάρξει νέα διαβούλευση με δανειστές και εταίρους.

Η πρόοδος στη διαχείριση του δημοσίου χρέους δεν ήλθε από μόνη της. Πίσω της στέκονται άοκνοι δημόσιοι λειτουργοί, ικανά στελέχη της δημόσιας διοίκησης, πιστοί στην αποστολή τους δημόσιοι υπάλληλοι, πραγματικοί υπηρέτες του δημοσίου συμφέροντος. Ο Οργανισμός Διαχείρισης του Δημοσίου Χρέους ενσωματώνει παράδοση συγκεκριμένη, αυτή της σχετικής αυτονομίας και της ελευθερογνωμίας απέναντι στην εκάστοτε πολιτική εξουσία.

Στην επίμαχη περίοδο κεντρικό ρόλο κρατά ο σημερινός γενικός διευθυντής του ΟΔΔΗΧ κ. Δ. Τσάκωνας. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο κ. Τσάκωνας προέρχεται από τον στενό δημόσιο τομέα, ξεκίνησε στα μέσα της δεκαετίας του ’90 από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους. Μαθηματικός, απόφοιτος της Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και μαθητής του Δημήτρη Δρίτσα και της Αρετής Ασημακοπούλου, εμβληματικών προσώπων της δημοσιονομικής διαχείρισης σε δύσκολους καιρούς.

Δεν έχει δουλέψει ποτέ στον ιδιωτικό τομέα και δεν πρόκειται να το επιχειρήσει, επειδή η φιλοδοξία του εξαντλείται στη δουλειά του στο Δημόσιο. Διετέλεσε αναπληρωτής διευθυντής επί ΣΥΡΙΖΑ και προήχθη σε γενικό διευθυντή επί Νέας Δημοκρατίας. Τεχνικά συναγωνίζεται τους καλύτερους των τραπεζών και διεθνικών ομίλων που πολιορκούν τον ΟΔΔΗΧ, αυτός και η ομάδα του έχουν κάνει θαύματα, χάριν αυτών ανακαλύφθηκαν τα κρυμμένα αποθεματικά 1.700 επιχορηγούμενων οργανισμών του Δημοσίου και αποτέλεσαν τη μαγιά για το περίφημο »μαξιλάρι των 38 δισ. ευρώ. Με άλλα λόγια, αξίζει αναφοράς, γιατί απλούστατα αποδίδει ένα άλλο πρότυπο, αυτό του αφοσιωμένου και εκλεκτού δημόσιου λειτουργού που σπανίζει στις μέρες μας.

Πηγή in.gr

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion