Κάποια στιγμή μέσα στη χρεοκοπία, με την παρότρυνση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, το ελληνικό Δημόσιο άρχισε να στήνει ξανά το κοινωνικό κράτος, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις να καλύπτονται οικονομικά οι πιο αδύναμοι.
Ολα αυτά ξεκίνησαν στην αρχή με μικρά βήματα. Μέσα στην πανδημία η τάση εκτοξεύτηκε και έκτοτε η κυβέρνηση προσπαθεί να ισορροπήσει μεταξύ των εισοδηματικών αναγκών όσων πράγματι δεν τα καταφέρνουν και της ανάγκης να διατηρήσει ένα ελάχιστο επίπεδο κατανάλωσης.
Ως αποτέλεσμα το ελληνικό Δημόσιο καταβάλλει σημαντικά ποσά για επιδόματα εδώ και πολλά χρόνια. Ενδεχομένως αυτά που καταβάλλονται σε μόνιμη βάση, που χρηματοδοτούνται από τον προϋπολογισμό, να ξεπερνούν και τα 17 δισ. ευρώ ετησίως. Το παράδοξο είναι ότι μόνο εκτίμηση μπορεί να κάνει κάποιος για το ακριβές ύψος τους και μόνο να πιθανολογήσει μπορεί αν πιάνουν τόπο.
Το Δημόσιο πληρώνει, αλλά το Δημόσιο εν συνόλω δεν γνωρίζει το άθροισμα των επιδομάτων που λαμβάνει κάποιος, καθώς δεν υπάρχει καμία επικοινωνία μεταξύ των αρμόδιων φορέων. Ως αποτέλεσμα υπάρχουν ενδείξεις, όχι βεβαιότητα, ότι ένας υπολογίσιμος αριθμός συμπολιτών μας λαμβάνει 7, και 8, και 9, μέχρι και 10 επιδόματα.
Υπάρχουν πολίτες δικαιούχοι των επιδομάτων του ΟΠΕΚΑ που εισπράττουν και το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα και το επίδομα στέγασης και το επίδομα τέκνων και ενδεχομένως και το επίδομα θέρμανσης, ίσως και άλλα επιδόματα.
Υπάρχουν επιδόματα όπως αυτό της αναδοχής, το φοιτητικό επίδομα, το εξωιδρυματικό επίδομα για παραπληγία, το επίδομα μητρότητας, το επίδομα για κινητικότητα, το ειδικό εποχικό επίδομα, η παροχή λόγω αφερεγγυότητας εργοδότη, το επίδομα διαμονής σε παιδικές κατασκηνώσεις.
Περίπου 15.000 ανασφάλιστοι υπερήλικοι λαμβάνουν το επίδομα αντί σύνταξης, ενώ υπάρχουν και λιγότερο γνωστά επιδόματα, όπως το επίδομα στεγαστικής συνδρομής, το επίδομα ομογενών, το επίδομα για περιοχές ορεινές και μειονεκτικές, καθώς και η συνεισφορά του Δημοσίου στα κόκκινα δάνεια, που συμβάλλει στην ενίσχυση των ευάλωτων ομάδων, αυτών που βρίσκονται σε δύσκολη οικονομική κατάσταση και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.
Ολοι αυτοί μπορεί καλώς να τα εισπράττουν, αλλά το κράτος δεν γνωρίζει το συνολικό ποσό που εισπράττουν, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να δημιουργήσει σαφείς πολιτικές, τη στιγμή που οι επιχειρήσεις δεν μπορούν να βρουν εργαζόμενο. Και ο λογαριασμός αυξάνει. Κάθε χρόνο στη ΔΕΘ ο Πρωθυπουργός ανακοινώνει και νέα επιδόματα ή αυξάνει παλαιότερα.
Μόλις φέτος στην κυβέρνηση το πήραν απόφαση ότι θα πρέπει να δημιουργήσουν μια πλατφόρμα, ένα Εθνικό Μητρώο Επιδομάτων και Παροχών, ώστε να γνωρίζουν με σαφήνεια ποιοι και πόσα εισπράττουν. Το σχετικό νομοσχέδιο βρίσκεται στον δρόμο προς τη Βουλή από τον υπουργό Οικονομικών Κυριάκο Πιερρακάκη, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις να ξεκαθαρίσει «η ήρα από το στάρι» ή αλλιώς οι πραγματικοί δικαιούχοι από αυτούς που εκμεταλλεύονται την αδυναμία του συστήματος.
Γενικώς στην κυβέρνηση ψάχνουν ξανά το θέμα των επιδομάτων, βάζοντας στο στόχαστρο και το επίδομα ανεργίας, το κονδύλι του οποίου έχει παραξενέψει πολλούς ότι αυξάνει κάθε χρόνο από το 2019 και μετά, παρά το γεγονός ότι οι άνεργοι μειώνονται κάθε χρόνο.
Κάποιοι λένε ότι έχουν παρακαμφθεί μια σειρά από κόφτες που είχαν θεσπιστεί για τα εποχικά επαγγέλματα την περίοδο των μνημονίων, αλλά μπορεί να μην είναι και έτσι. Το σημαντικό που κρατάμε είναι ότι στην κυβέρνηση αποφάσισαν να ανοίξουν τον φάκελο «επιδόματα».