Κινδύνους «υποθερμίας» αντιμετωπίζει η οικονομία της Ρωσίας, δήλωσε τη Δευτέρα ο υπουργός Οικονομίας Μαξίμ Ρεσετνίκοφ , καθώς κάλεσε την κεντρική τράπεζα να λάβει υπόψη της την επιβράδυνση του πληθωρισμού όταν θα συνεδριάσει για τον καθορισμό των επιτοκίων την επόμενη εβδομάδα.
Παλεύοντας με τον επίμονα υψηλό πληθωρισμό, η κεντρική τράπεζα της Ρωσίας έχει διατηρήσει το βασικό της επιτόκιο στο 21% από τον Οκτώβριο, μια στάση που έχει καταπνίξει τις επενδύσεις, καθώς η οικονομική στήριξη που παρέχουν οι ραγδαία αυξανόμενες στρατιωτικές δαπάνες αρχίζει να μειώνεται.
Οι ρωσικές αρχές παρουσιάζουν συνήθως ένα ενιαίο μέτωπο σε θέματα πολιτικής, αλλά τα υψηλά επιτόκια, οι βαριές δαπάνες του προϋπολογισμού και η αποτελεσματικότητα των ελέγχων κεφαλαίου έχουν οδηγήσει σε δημόσιες διαφωνίες τα τελευταία χρόνια, αναφέρει το Reuters.
Μερικές φορές το Κρεμλίνο εμπλέκεται. Τον Αύγουστο του 2023, η κεντρική τράπεζα προχώρησε σε απρογραμμάτιστη αύξηση των επιτοκίων κατά 350 μονάδες βάσης, την επομένη της δημόσιας επίπληξης που δέχθηκε από τον τότε οικονομικό σύμβουλο του προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν, Μαξίμ Ορέσκιν, κατηγορώντας αυτό που αποκάλεσε ήπια νομισματική πολιτική της για την αποδυνάμωση του ρουβλίου.
«Υποθερμία»
Στη συνέχεια, τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους ο Πούτιν προέτρεψε τους οικονομικούς αξιωματούχους του να μην παγώσουν τη ρωσική οικονομία σαν να βρισκόταν σε «θάλαμο κρυοθεραπείας» με υψηλό κόστος δανεισμού, κάτι που πολλοί αναλυτές ερμήνευσαν ως έκκληση για την έναρξη ενός κύκλου χαλάρωσης.
Ο Ρεσέτνικοφ, μιλώντας τη Δευτέρα στην Κρατική Δούμα, την κάτω βουλή του ρωσικού κοινοβουλίου, δήλωσε ότι ο πληθωρισμός τις τελευταίες εβδομάδες ήταν στην περιοχή του 3-4% όταν επαναϋπολογίζεται σε ετήσιους όρους.
«Αναμένουμε ότι τα στοιχεία του Μαΐου θα παγιώσουν αυτή την τάση και φυσικά αναμένουμε ότι η κεντρική τράπεζα θα το λάβει δεόντως υπόψη της κατά τη λήψη αποφάσεων, διότι βλέπουμε επίσης κινδύνους οικονομικής υποθερμίας στο σημερινό καθεστώς», δήλωσε ο Ρεσέτνικοφ.
Το υπουργείο προβλέπει ετήσιο πληθωρισμό για το 2025 στο 7,6%, εκτίμηση που ο Ρεσέτνικοφ χαρακτήρισε «ρεαλιστική».
Μεγάλοι Ρώσοι εξαγωγείς, συμπεριλαμβανομένης της Rusal (αλουμίνιο) και της Gazpromneft (ενέργεια) , έχουν μειώσει τον προγραμματισμένο όγκο εμπορευμάτων, όπως μέταλλα και πετρελαιοειδή, που στέλνουν σιδηροδρομικώς, όπως έδειξε έγγραφο των Ρωσικών Σιδηροδρόμων που είδε το Reuters την περασμένη εβδομάδα, καταδεικνύοντας τον πραγματικό αντίκτυπο της υποτονικής ζήτησης καθώς η οικονομία της χώρας επιβραδύνεται.