Για μια σειρά από πρακτικές που εφαρμόζει ο κολοσσός ηλεκτρονικού εμπορίου Shein στην πλατφόρμα του, oι οποίες παραβιάζουν το δίκαιο της ΕΕ για τους καταναλωτές, ενημέρωσαν η Κομισιόν και το Δίκτυο Συνεργασίας για την Προστασία των Καταναλωτών (CPC) των εθνικών αρχών καταναλωτών το ηλεκτρονικό κατάστημα της εταιρείας.
Το Δίκτυο CPC ζητά από τη Shein να ευθυγραμμιστεί με τη νομοθεσία της ΕΕ για τους καταναλωτές, ενώ η εταιρεία παραμένει υπό έρευνα και της ζητήθηκε να παράσχει περαιτέρω πληροφορίες.
Η δράση του Δικτύου CPC διευθύνεται από τις αρμόδιες εθνικές αρχές του Βελγίου, της Γαλλίας, της Ιρλανδίας και της Ολλανδίας, υπό τον συντονισμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Βασικά στοιχεία της δράσης
Η έρευνα καλύπτει ένα ευρύ φάσμα πρακτικών με τις οποίες έρχονται αντιμέτωποι οι καταναλωτές κατά τις αγορές τους στη SHEIN και οι οποίες παραβιάζουν τη νομοθεσία της ΕΕ, όπως:
- Ψεύτικες εκπτώσεις: προσποιούνται ότι προσφέρουν καλύτερες προσφορές εμφανίζοντας μειώσεις τιμών που δεν βασίζονται στις πραγματικές «προηγούμενες τιμές».
- Πώληση υπό πίεση: βάζοντας τους καταναλωτές υπό πίεση να ολοκληρώσουν αγορές χρησιμοποιώντας τακτικές όπως ψευδείς προθεσμίες αγοράς.
- Λείπουν ή είναι λανθασμένες και παραπλανητικές πληροφορίες όπως: εμφάνιση ελλιπών και λανθασμένων πληροφοριών σχετικά με τα νόμιμα δικαιώματα των καταναλωτών να επιστρέφουν αγαθά και να λαμβάνουν επιστροφές χρημάτων και να μην διεκπεραιώνουν επιστροφές και επιστροφές χρημάτων σύμφωνα με τα σχετικά δικαιώματα των καταναλωτών.
- Παραπλανητικές ετικέτες προϊόντων: χρήση ετικετών προϊόντων που υποδηλώνουν ότι το προϊόν προσφέρει κάτι ιδιαίτερο, ενώ στην πραγματικότητα το σχετικό χαρακτηριστικό απαιτείται από τη νομοθεσία.
- Παραπλανητικοί ισχυρισμοί βιωσιμότητας: Παροχή ψευδών ή παραπλανητικών πληροφοριών σχετικά με τα οφέλη βιωσιμότητας των προϊόντων της.
- Κρυφά στοιχεία επικοινωνίας: Οι καταναλωτές δεν μπορούν εύκολα να επικοινωνήσουν με τη SHEIN για ερωτήσεις ή παράπονα.
Επιπλέον, το Δίκτυο CPC ζήτησε πληροφορίες από τη SHEIN για να αξιολογήσει τη συμμόρφωσή της με περαιτέρω υποχρεώσεις βάσει της νομοθεσίας της ΕΕ για τους καταναλωτές, όπως η υποχρέωση διασφάλισης ότι οι ταξινομήσεις προϊόντων, οι κριτικές και οι αξιολογήσεις δεν παρουσιάζονται στους καταναλωτές με παραπλανητικό τρόπο.
Το Δίκτυο διερευνά επίσης εάν η SHEIN ενημερώνει τους καταναλωτές για τον τρόπο με τον οποίο μοιράζονται οι υποχρεώσεις βάσει της σύμβασης μεταξύ τρίτου πωλητή και SHEIN (όπου ισχύει) και ότι τα δικαιώματα των καταναλωτών δεν ισχύουν για τη σύμβαση σε περιπτώσεις όπου ο τρίτος πωλητής δεν είναι έμπορος.
Αυτή η ενέργεια επιβολής είναι συμπληρωματική της εν εξελίξει έρευνας του νόμου για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA) που διεξάγει η Επιτροπή. Και οι δύο ενέργειες στοχεύουν στη διασφάλιση ενός ασφαλούς και αξιόπιστου διαδικτυακού περιβάλλοντος όπου τα δικαιώματα των καταναλωτών στην Ευρώπη προστατεύονται πλήρως.
Επόμενα Βήματα
Η SHEIN έχει τώρα στη διάθεσή της ένα μήνα για να απαντήσει στα ευρήματα του Δικτύου CPC και να προτείνει δεσμεύσεις σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσουν τα εντοπισμένα ζητήματα δικαίου των καταναλωτών. Ανάλογα με την απάντηση της SHEIN, το Δίκτυο CPC μπορεί να ξεκινήσει διάλογο με την εταιρεία.
Εάν η SHEIN δεν αντιμετωπίσει τις ανησυχίες που εγείρονται από το Δίκτυο CPC, οι εθνικές αρχές μπορούν να λάβουν μέτρα επιβολής για να διασφαλίσουν τη συμμόρφωση.
Αυτό περιλαμβάνει τη δυνατότητα επιβολής προστίμων με βάση τον ετήσιο κύκλο εργασιών της SHEIN στα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη της ΕΕ.
Υπενθυμίζεται ότι η SHEIN ορίστηκε ως Very Large Online Platform (VLOP) στις 26 Απριλίου 2024 βάσει του νόμου για τις ψηφιακές υπηρεσίες (DSA).
Τέσσερις μήνες από τον ορισμό της, η SHEIN έπρεπε να συμμορφωθεί με τις πιο αυστηρές υποχρεώσεις που ίσχυαν για τα VLOP. Αυτά περιλαμβάνουν την υποχρέωση να αξιολογεί δεόντως και να μετριάζει τυχόν συστημικούς κινδύνους που απορρέουν από τις υπηρεσίες της.
Η Επιτροπή διεξάγει επί του παρόντος έρευνες της DSA σχετικά με τη SHEIN που αφορούν, μεταξύ άλλων, την παρουσία παράνομου περιεχομένου και αγαθών στην αγορά της SHEIN, τη διαφάνεια των συστημάτων συστάσεών της και μέτρα για τον μετριασμό των κινδύνων που σχετίζονται με την προστασία των καταναλωτών, τη δημόσια υγεία και τους χρήστες».