Τα πάνω κάτω φαίνεται πως έχει φέρει το φετινό καλοκαίρι στον εμπορικό κόσμο, καθώς κολοσσοί όπως η Jumbo οδηγείται στο σπάσιμο μιας παράδοσης χρόνων, την ίδια στιγμή που δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη μετρούν αρνητικές πληρότητες, ενώ τα ηλεκτρονικά καταστήματα «τρέχουν» πολυήμερες εκπτωτικές προσφορές.
Μπορεί ο Γενικός Δείκτης Όγκου (κύκλος εργασιών σε σταθερές τιμές), κατά τον μήνα Ιανουάριο 2025, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Ιανουαρίου 2024, να παρουσίασε αύξηση 1,9%, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η συνέχεια ωστόσο δεν είχε θετικό πρόσημο, αφού σύμφωνα με τα λεγόμενα του Απόστολου Βακάκη της Jumbo, η αγορά λιανικής στην Ελλάδα κινήθηκε πτωτικά τον Ιούνιο και τις πρώτες ημέρες του Ιουλίου.
Η πρώτη φορά της Jumbo
Η εξέλιξη αυτή έφερε τη δημοφιλή αλυσίδα να μάχεται να κρατήσει την ανάπτυξη στα επίπεδα του 8%, με τον κ. Βακάκη να υπογραμμίζει ενώπιων της γενικής συνέλευσης των μετόχων στις 9 Ιουλίου, πως η διοίκηση παλεύει κόντρα σε αντίθετους ανέμους και για αυτό η μηχανή της εταιρείας δουλεύει στο… φουλ.
Ο μετοχικός και διοικητικός ηγέτης της Jumbo ανέφερε μάλιστα πως θα είναι επιτυχία εάν η εταιρεία καταφέρει να εμφανίσει τα κέρδη του 2024, τουτέστιν τα 290 εκατ. ευρώ.

Ενδεικτικό της έξτρα προσπάθειας που καταβάλλεται φέτος, όπως είπε ο κ. Βακάκης, είναι ότι για πρώτη φορά χρησιμοποίησε χρήματα «για να κάνει για πρώτη φορά διαφήμιση καλοκαίρι γιατί ο άνεμος στην αγορά είναι αντίθετος και υπάρχει κόπωση».
Αν και «έσπασε» έτσι τη θερινή ραστώνη, ο κ. Βακάκης ενίσχυσε το διαφημιστικό κομμάτι αναθέτοντας τη νέα παραγωγή στην Pollen Advertising και δημιουργώντας impact με το moto «Να’ταν όλα Jumbo» στη διαφήμιση που βγήκε στον αέρα στις 17 Ιουνίου.
Την ίδια στιγμή, στο ηλεκτρονικό της κατάστημα η Jumbo εγκαινιάζει το «Κερδίζω», ένα πρόγραμμα επιβράβευσης που δίνει τη δυνατότητα στους πελάτες να συλλέγουν πόντους με χρυσή ή ασημί σήμανση σε επιλεγμένους κωδικούς, τους οποίους μπορούν να αξιοποιήσουν για να έχουν καλύτερες τιμές.
Σε Μύκονο και Σαντορίνη
Σημάδια κόπωσης εμφανίζονται αυτό το καλοκαίρι και σε δύο «δυνατά χαρτιά» του ελληνικού τουρισμού.
Τα απόνερα των γεωλογικών φαινομένων στη Σαντορίνη καταγράφονται στη ζήτηση για βραχυχρόνιες μισθώσεις η οποία τους καλοκαιρινούς μήνες είναι μειωμένη σε σχέση με το περσινό καλοκαίρι.
Ο σεισμός που τρομοκράτησε ντόπιους και τουρίστες έχει επηρεάσει δραστικά την τουριστική κίνηση, με τις διεθνείς αφίξεις να καταγράφουν πτώση 25-30% σε σχέση με το 2024.
Ενώ για τρίτο συνεχόμενο καλοκαίρι φαίνεται πώς και ο τουρισμός της Μυκόνου θα έχει αρνητικό πρόσημο, με τις τιμές στα πολυτελή καταλύματα και τις βίλες να καταγράφουν βουτιά σε σχέση με το 2022, εντείνοντας την ανησυχία για την σεζόν.
Η Μύκονος φαίνεται αυτήν τη στιγμή να χάνει την αίγλη του παρελθόντος. Αυτό γίνεται εμφανές κατ’ αρχάς από τις τιμές των υπερπολυτελών καταλυμάτων του νησιού.
Η εξήγηση που δίνουν παράγοντες της βραχυχρόνιας μίσθωσης για την κάμψη του τουριστικού ενδιαφέροντος σχετίζεται με την απώλεια του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος που αφορούσε στις τιμές. «Η Ελλάδα πλέον δεν προσφέρει φθηνές διακοπές, όπως τα προηγούμενα χρόνια. Η αύξηση της φορολογίας και του κόστους λειτουργίας τείνει να εξαφανίσει αυτό το… ατού», αναφέρουν χαρακτηριστικά.
Με άνοδο τζίρου 2,5% ξεκίνησε το 2025 για το λιανεμπόριο – Πτωτικός εμφανίζεται ο Ιούνιος και οι πρώτες μέρες του Ιουλίου
Το ηλεκτρονικό εμπόριο και η Amazon
Και όλα αυτά, ενώ το ηλεκτρονικό εμπόριο έχει «σαγηνεύσει» τουλάχιστον το 60% των Ελλήνων καταναλωτών, όπως δείχνουν τα στοιχεία Έρευνα Ηλεκτρονικού Εμπορίου 2025 που παρουσιάστηκε από τον Ελληνικό Σύνδεσμο Ηλεκτρονικού Εμπορίου (GR.EC.A) και το Εργαστήριο Ηλεκτρονικού Επιχειρείν (ELTRUN) του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, υπό την αιγίδα της eQuality NGO.
Η σαγήνη αυτή δεν οδηγεί απαραίτητα σε ολοκλήρωση των αγορών με ψηφιακά μέσα ή κρατά το καλάθι σε χαμηλά επίπεδα.
Κι εάν αυτή είναι η εικόνα στην ελληνική αγορά, αρκεί μια δεύτερη ματιά στο διεθνές περιβάλλον, εκεί όπου η απόφαση της Amazon να παρατείνει το Prime Day από δύο σε τέσσερις μέρες δημιούργησε… λιγότερη βιασύνη για αγορές, φέρνοντας πτώση 41% την πρώτη μέρα, προκαλώντας προβληματισμό και αβεβαιότητα για τη συνέχεια.
Μάλιστα, αναλυτές της Numerator διαπίστωσαν ότι ο μέσος όρος τιμής ανά προϊόν έπεσε στα 25,46 δολάρια (από 28 δολάρια πέρυσι), ενώ οι καταναλωτές αγόρασαν περισσότερα, αλλά φθηνότερα προϊόντα.