Η Ιρλανδία θα είναι πιθανότατα ένα από τα πρώτα και τα μεγαλύτερα θύματα της εμπορικής συμφωνίας που ανακοινώθηκε το βράδυ της Κυριακής μεταξύ Ουάσινγκτον και Βρυξελλών. Αιτία, η μεγάλη εξάρτηση της εγχώριας οικονομίας από τους αμερικανικούς κολοσσούς της υψηλής τεχνολογίας, του φαρμάκου και του χρηματοπιστωτικού κλάδου, που έχουν μετατρέψει το δυτικότερο νησί της Ευρώπης σε προγεφύρωμα για τις δραστηριότητές τους στη Γηραιά Ήπειρο και στη Μέση Ανατολή.
Η συμφωνία ως γνωστόν προβλέπει την επιβολή τελωνειακών δασμών 15% στις ευρωπαϊκές εισαγωγές στις ΗΠΑ και ως εκ τούτου θα επιβαρυνθούν αμερικανικοί φαρμακευτικοί κολοσσοί όπως οι Pfizer, Eli Lilly και Johnson & Johnson, καθώς και τεχνολογικοί γίγαντες όπως οι Apple, Google και Meta. «Εδώ και δεκαετίες η ιρλανδική κυβέρνηση συσσωρεύει πλεονάσματα χάρη στη δραστηριοποίηση των πολυεθνικών αυτών στη χώρα», σημειώνει η «Les Echos».
Η γαλλική εφημερίδα δεν περιμένει βέβαια ότι όλοι αυτοί οι γιγαντιαίοι όμιλοι που έχουν φτιάξει «hubs» την Ιρλανδία θα τα μαζέψουν για να φύγουν. Να πάνε πού άλλωστε; Πού θα βρουν πιο φιλόξενη ευρωπαϊκή χώρα που βρίσκεται τόσο κοντά τους (το Δουβλίνο που απέχει μόλις 4 ώρες με αεροπλάνο από τη Νέα Υόρκη), μια χώρα της οποίας οι κάτοικοι έχουν για μητρική τους γλώσσα τα αγγλικά, μια χώρα με ανεπτυγμένες υποδομές, με εργασιακή και εν γένει συναλλακτική κουλτούρα ανάλογη με την αμερικανική και όπου – το κυριότερο – ισχύει ένα άκρως φιλικό για τις επιχειρήσεις φορολογικό καθεστώς με συντελεστή 12,5%, τον οποίο οι Ιρλανδοί κατάφεραν με νύχια και με δόντια να το διαφυλάξουν ανέγγιχτο ακόμα και έναντι των απαιτήσεων της τρόικας τα χρόνια της χρηματοπιστωτικής κρίσης;
Σημειωτέον ότι ο συντελεστής φορολόγησης των επιχειρήσεων στις ΗΠΑ είναι 21%, δηλαδή οι τεχνολογικοί, φαρμακευτικοί και τραπεζικοί κολοσσοί που δημιούργησαν θυγατρικές στην Ιρλανδία επωφελούνται τα μάλα από την φορολόγηση των δραστηριοτήτων τους στην Ευρώπη μεταφέροντας εκεί με διάφορα τεχνάσματα τα κέρδη τους από άλλες χώρες.
Εν πάση περιπτώσει, το μνημόνιο για την Ιρλανδία είναι εδώ και μια δεκαετία παρελθόν και σύμφωνα με την Κεντρική Στατιστική Υπηρεσία της χώρας (CSO), κατά το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, οι ιρλανδικές εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 63,6% στα 88,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων ποσοστό 68% απορροφήθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής – ακολουθούν η Ολλανδία που απορρόφησε μόλις το 4,4% και η Βρετανία με ποσοστό 3,4%.
Η 51η Πολιτεία
«Δεν γιορτάζουμε ακριβώς», ήταν το σχόλιο του ιρλανδού υπουργού Εξωτερικών Νίαλ Ρίτσμοντ μετά την ευρωαμερικανική συμφωνία της Κυριακής. Ο Ρίτσμοντ ξεκαθάρισε ότι ο ενιαίος συντελεστής επιβάρυνσης 15% στις ευρωπαϊκές εισαγωγές από τις ΗΠΑ «είναι μικρότερο κακό μπροστά στο συντελεστή 30% που απειλούσε να επιβάλει ο Ντόναλντ Τραμπ». Αλλά αντικειμενικά τα νέα δεν είναι ενθαρρυντικά για την ένατη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, την οποία με σκωπτική διάθεση κάποιοι αναφέρουν ως η 51η Πολιτεία των ΗΠΑ.
Την 51η Πολιτεία την έχουν ήδη αποκτήσει εκτός των καταγεγραμμένων επίσημων συνόρων τους οι ΗΠΑ, κατά μιαν άποψη! Και ο Καναδάς, που απειλεί να προσαρτήσει ο Τραμπ, θα είναι η… 52η. Δεν είναι βέβαιο εξάλλου αν ο Καναδάς είναι περισσότερο εξαρτημένος από την αγορά
των ΗΠΑ όσο η Ιρλανδία, οι εξαγωγές της οποίας προς τις ΗΠΑ το 2024 έφτασαν στο ρεκόρ των 72 δισ. ευρώ σε αξία, περισσότερο από το ήμισυ των εξαγωγών της σε χώρες εκτός Ευρώπης, σύμφωνα με την Eurostat.
Ταυτόχρονα, οι εισαγωγές της Ιρλανδίας από τις Ηνωμένες Πολιτείες μειώθηκαν ελαφρώς στα 21 δισ. ευρώ, συνδυασμός που δημιούργησε για την Ιρλανδία ένα ιστορικό εμπορικό πλεόνασμα 50 δισ. ευρώ με τις ΗΠΑ, το δεύτερο υψηλότερο στην ΕΕ σε απόλυτες τιμές μετά τη Γερμανία. Και είναι αυτό κάτι που «ανάβει», ως γνωστόν, τον αρκετά «εύλεκτο» σε τέτοια θέματα αμερικανό πρόεδρο.
Αναπτυξιακός κόλαφος
«Τα επίπεδα της δασμολόγησης των ευρωπαϊκών εισαγωγών που ανακοίνωσε ο Ντόναλντ Τραμπ, ακόμη και αν απέχουν πολύ από το 200% που κάποτε οραματιζόταν ο ένοικος του Λευκού Οίκου, ακόμη κι αν περιορίζονται στο ήμισυ του 30% που έως προσφατα απειλούσε, κινδυνεύουν να αποθαρρύνουν αποφασιστικά τις αμερικανικές εταιρείες από το να εγκαταστήσουν τα μελλοντικά τους εργοστάσια στην Ιρλανδία», σημειώνει μιλώντας στη «Les Echos» ο καθηγητής επιχειρηματικών σπουδών στο Trinity College του Δουβλίνου Λούις Μπρέναν.
Ο Ιρλανδός οικονομολόγος θεωρεί ως πρώτο απότοκο της ανησυχίας αυτής τη συρρίκνωση του ιρλανδικού ΑΕΠ κατά 1% το δεύτερο τρίμηνο του 2025 σε σύγκριση με το πρώτο τρίμηνο, όταν είχε πετύχει ένα εντυπωσιακό άλμα της τάξεως του 7,4% συγκριτικά με το τέταρτο τρίμηνο του 2024. Τα απογοητευτικά στοιχεία (πρόκειται για την πρώτη εκτίμηση πάντως, που ενδέχεται να αναθεωρηθεί) ανακοίνωσε μόλις τη Δευτέρα η επίσημη στατιστική υπηρεσία CSO.
Ο φαρμακευτικός κλάδος
Τα φαρμακευτικά προϊόντα αντιπροσωπεύουν το ήμισυ των ιρλανδικών εξαγωγών στις ξένες αγορές. Το 2024 οι εξαγωγές του κλάδου έφθασαν σε αξία τα 100 δισ. ευρώ και περίπου το 40% αυτών κατευθύνθηκε προς τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής. Ο φαρμακευτικός κλάδος εξάλλου απασχολεί περίπου 50.000 εργαζομένους στην Ιρλανδία.
Τα μεγάλα εργαστήρια αμερικανικών ομίλων, ως επί το πλείστον, φροντίζουν επιπλέον να εγγράφουν εκεί διάφορες ευρεσιτεχνίες, κάτι που αποβαίνει αμοιβαία επωφελές για τους ομίλους και για την κυβέρνηση του Δουβλίνου, καθώς ενισχύει τα φορολογικά της έσοδα. Αναλόγως έχουν πράξει και οι τεχνολογικοί γίγαντες των ΗΠΑ, που έχουν μεταφέρει επίσης για φορολογικούς λόγους στην Ιρλανδία δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για διάφορες καινοτομίες τους.
«Οι νέοι φόροι και οι δασμοί που επιβάλλονται παγκοσμίως θα κάνουν το εμπόριο πιο ακριβό και πιο δύσκολο», παραδέχθηκε μιλώντας στα ιρλανδικά μέσα ενημέρωσης ο πρωθυπουργός της χώρας Μάικλ Μάρτιν.