Χιρόσιμα: Τα οικονομικά της φρίκης 80 χρόνια μετά

Οι ατομικές βομβιστικές επιθέσεις στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι τον Αύγουστο του 1945 άλλαξαν για πάντα τόσο την ιαπωνική όσο και την παγκόσμια ιστορία

Χιρόσιμα: Τα οικονομικά της φρίκης 80 χρόνια μετά

«Enola Gay έπρεπε να είχες μείνει σπίτι χθες… Είναι 8:15, και αυτή είναι η ώρα που ήταν πάντα» λέει το τραγούδι Enola Gay των Orchestral Manoeuvres in the Dark που αναφέρεται στην ρίψη της πρώτης ατομικής βόμβας από το βομβαρδιστικό Β-29 Enola Gay στις 6 Αυγούστου 1945.

Αλλά το Enola Gay δεν έμεινε σπίτι, ούτε και το Bockscar που βομβάρδισε το Ναγκασάκι 3 ημέρες αργότερα.

Οι ατομικές βομβιστικές επιθέσεις στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι τον Αύγουστο του 1945 άλλαξαν για πάντα τόσο την ιαπωνική όσο και την παγκόσμια ιστορία.

Για την αμερικανική οικονομία, τα νούμερα είναι περίπου γνωστά και πεπερασμένα, αλλά για την Ιαπωνία, πέρα από τον άμεσο αριθμό νεκρών και την καταστροφή, η οικονομία της χώρας επηρεάστηκε βαθιά και ανεπανόρθωτα από αυτά τα γεγονότα, αν και η ποσοτικοποίηση είναι σχεδόν αδύνατη.

Το Μνημείο – Κενοτάφειο στην Χιροσίμα

Κόστος του Έργου Μανχάταν

Το Έργο Μανχάταν ήταν το αμερικανικό πρόγραμμα έρευνας και ανάπτυξης που παρήγαγε τα πρώτα πυρηνικά όπλα κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Διεξήχθη από το 1942 έως το 1946.

Το συνολικό κόστος του προγράμματος έφθασε στα περίπου 2 δισεκατομμύρια δολάρια (USD δεκαετίας 1940), δηλαδή περίπου 30–35 δισεκατομμύρια δολάρια προσαρμοσμένα για τον πληθωρισμό (2025).

Οι δαπάνες του έργου έως την 1η Οκτωβρίου 1945 ήταν 1,845 δισεκατομμύρια δολάρια, που ισοδυναμούν με λιγότερες από εννέα ημέρες δαπανών κατά τη διάρκεια του πολέμου, και 2,191 δισεκατομμύρια δολάρια όταν η Επιτροπή Ατομικής Ενέργειας AEC ανέλαβε τον έλεγχο την 1η Ιανουαρίου 1947. Η συνολική κατανομή ήταν 2,4 δισεκατομμύρια δολάρια.

Το 84% του κόστους έως το τέλος του 1945 δαπανήθηκε για τα εργοστάσια στο Όουκ Ριτζ και το Χάνφορντ, τα οποία παρήγαγαν το εμπλουτισμένο ουράνιο και το πλουτώνιο που χρειάζονταν για την τροφοδοσία των βομβών. Και στις δύο τοποθεσίες, το μεγαλύτερο μέρος του κόστους αφορούσε την κατασκευή (74% στο Όουκ Ριτζ, 87% στο Χάνφορντ), ενώ το υπόλοιπο αφορούσε τη λειτουργία.

Η αρχική χρηματοδότηση του έργου προήλθε από τον γενικό προϋπολογισμό του Γραφείου Επιστημονικής Έρευνας και Ανάπτυξης. Αλλά όπως έγραψε υψηλά ιστάμενος διευθυντή του προγράμματος στον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ρούζβελτ τότε «θα ήταν καταστροφικό για την ουσιαστική μυστικότητα να πρέπει να υπερασπιστεί κανείς ενώπιον μιας επιτροπής πιστώσεων οποιοδήποτε αίτημα για χρηματοδότηση για αυτό το έργο». Αντ’ αυτού, η αρχική χρηματοδότηση έγινε μέσω διακριτικών κεφαλαίων στα οποία ο Ρούσβελτ είχε πρόσβαση.

Φυσικοί του Προγράμματος Μανχάταν στο Λος Άλαμος. Από αριστερά προς τα δεξιά: Κένεθ Μπέινμπριτζ, Τζόζεφ Χόφμαν, Ρόμπερτ Οπενχάιμερ, Λούις Χέμπελμαν, Ρόμπερτ Μπάχερ, Βίκτορ Βάισκοπφ και Ρίτσαρντ Ντόντσον.

Απόρρητο στο έπακρο και εκτροπή κονδυλίων

Καθώς το έργο μεγάλωνε σε μέγεθος και κόστος, το Κογκρέσο κρατήθηκε σκόπιμα στην άγνοια του έργου, λόγω ανησυχιών ότι οι βουλευτές ήταν επιρρεπείς σε διαρροές πληροφοριών και επειδή υπήρχε φόβος ότι το έργο θα φαινόταν άσκοπο. Τα αιτήματα για πιστώσεις εντάχθηκαν κρυφά σε άλλα νομοσχέδια, αλλά το αυξανόμενο κόστος του έργου και οι μεγάλες εγκαταστάσεις (οι οποίες σε πολλούς φαινόταν ότι δεν παρήγαγαν τίποτα) προσέλκυσαν τον έλεγχο από αρκετούς νομοθέτες. Η Επιτροπή Τρούμαν που διερεύνησε τη σπατάλη και την απάτη κατά τη διάρκεια του πολέμου προσπάθησε να ελέγξει το έργο αρκετές φορές, αλλά κάθε φορά τα αιτήματά της απορρίπτονταν.

Αυτές οι έρευνες του Κογκρέσου, μαζί με την ανάγκη για ομαλή έγκριση του προϋπολογισμού, οδήγησαν τους ιθύνοντες να συμφωνήσουν την άνοιξη του 1944 ότι μερικοί υψηλόβαθμοι βουλευτές θα έπρεπε να ενημερωθούν για τον σκοπό του έργου. Μέχρι τον Μάρτιο του 1945, ακριβώς επτά βουλευτές είχαν ενημερωθεί επίσημα.

Τα κεφάλαια ήταν κρυμμένα σε αιτήματα πιστώσεων με τις αινιγματικούς τίτλους, συχνά «Στρατός Μηχανικών Υπηρεσιών» και «Επιτάχυνση Παραγωγής». Στα τέλη Μαΐου 1945, για την περαιτέρω επιτάχυνση των ζητημάτων προϋπολογισμού και τη διασφάλιση της συνεργασίας του Άλμπερτ Τζ. Ένγκελ, ο οποίος είχε απειλήσει να αποκαλύψει την ύπαρξη του έργου εάν δεν του γνωστοποιούνταν περισσότερα σχετικά με αυτό, επετράπη σε πέντε επιπλέον βουλευτές να επισκεφθούν το χώρο του Όουκ Ριτζ.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου, το Έργο Μανχάταν τελικά παρήγαγε τις τρεις βόμβες που χρησιμοποιήθηκαν (το gadget Trinity, το Little Boy και το Fat Man), καθώς και μια επιπλέον αχρησιμοποίητη βόμβα Fat Man, καθιστώντας το μέσο κόστος ανά βόμβα σε περίοδο πολέμου περίπου 500 εκατομμύρια δολάρια σε δολάρια του 1945. Συγκριτικά, το συνολικό κόστος του έργου μέχρι το τέλος του 1945 ήταν περίπου το 90% του συνόλου που δαπανήθηκε για την παραγωγή ατομικού οπλισμου (τυφέκια, αυτόματα, πολυβόλα) και το 34% του συνόλου που δαπανήθηκε για αμερικανικά τανκς κατά την ίδια περίοδο. Ήταν το δεύτερο πιο ακριβό έργο όπλων που ανέλαβαν οι Ηνωμένες Πολιτείες κατά τη διάρκεια του πολέμου, πίσω μόνο από το Boeing B-29 Superfortress.

Συνολικά δαπανήθηκαν ~400 εκατομμύρια δολάρια για έρευνα και ανάπτυξη, ~1,2 δισεκατομμύρια δολάρια για εγκαταστάσεις παραγωγής ουρανίου και πλουτωνίου, ~300 εκατομμύρια δολάρια για συναρμολόγηση και δοκιμές όπλων και  ~100 εκατομμύρια δολάρια+ για ασφάλεια, διοικητική μέριμνα και διοίκηση.

Το έργο απασχολούσε πάνω από 130.000 άτομα στο απόγειό του και περιλάμβανε σημαντικές εγκαταστάσεις στο Λος Άλαμος (Νέο Μεξικό), στο Όουκ Ριτζ (Τενεσί) και στο Χάνφορντ (Ουάσινγκτον).

Η συσκευή Gadget που αποτέλεσε την πρώτη πειραματική ατομική βόμβα που εξεράγη στο Los Alamos

Κόστος των βομβαρδισμών της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι

Η πραγματική στρατιωτική επιχείρηση για τη ρίψη των ατομικών βομβών ήταν σχετικά φθηνή σε σύγκριση με το Έργο Μανχάταν.

Αεροσκάφος Β-29

Το 1945, ένα βομβαρδιστικό B-29 κόστιζε 782.000 δολάρια. Η αναβάθμιση ενός αεροσκάφους σε διαμόρφωση Silverplate, δηλαδή στην διαμόρφωση για την μεταφορά και των δύο τύπων βομβών κόστιζε 32.000 δολάρια, επομένως το συνολικό κόστος ενός βομβαρδιστικού Silverplate ήταν 814.000 δολάρια. Το συνολικό κόστος των 65 B-29 Silverplate της πολεμικής περιόδου ήταν επομένως 53 εκατομμύρια δολάρια. Προσθέτοντας 7 εκατομμύρια δολάρια για διοικητική μέριμνα, το εκτιμώμενο κόστος του έργου Silverplate ανήλθε σε περίπου 60 εκατομμύρια δολάρια.

To Enola Gay και το πλήρωμα του

Το κόστος κάθε βόμβας (Little Boy & Fat Man) είναι δύσκολο να διαχωριστεί από το Manhattan Project, αλλά κάθε μεμονωμένη βόμβα εκτιμάται ότι κόστισε 5-10 εκατομμύρια δολάρια σε υλικά και μηχανική εκείνη την εποχή.

Ομοιώματα των δύο βομβών Fatman και Little Boy

Η βόμβα Little Boy φορτώνεται στο Enola Gay

Ιαπωνία: Ανθρώπινο κόστος και κόστος υποδομών

Στην αμέσως μετά τον πόλεμο εποχή η καταστροφή της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι δεν μπορούν να υπολογιστούν ξέχωρα από τις τεράστιες καταστροφές που επέφεραν οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί της ενδοχώρας.

Το οικονομικό κόστος της καταστροφής της Ιαπωνίας στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο εκτιμάται σε περίπου 56 δισεκατομμύρια δολάρια, ισοδύναμο με λίγο πάνω από 1 τρισεκατομμύριο σημερινά δολάρια. Το ποσό αυτό περιλαμβάνει το άμεσο κόστος του πολέμου, την καταστροφή περιουσιών και την οικονομική αναστάτωση.

Ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα εκτεταμένες καταστροφές υποδομών, κτιρίων και βιομηχανικών εγκαταστάσεων. Για παράδειγμα, μια έκθεση του 1949 ανέφερε ότι 2.252.000 κτίρια ισοπεδώθηκαν, σύμφωνα με τους New York Times.

Ενώ το οικονομικό κόστος είναι σημαντικό, το ανθρώπινο κόστος ήταν ακόμη μεγαλύτερο. Ο πόλεμος είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο περίπου 2,2 εκατομμυρίων Ιαπώνων στρατιωτικών και 241.000–900.000 πολιτών.

Οι εκρήξεις στην Χιροσίμα (αριστερά) και Ναγκασάκι

Η Χιροσίμα και το Ναγκασάκι υπέστησαν σοβαρές υλικές καταστροφές ως αποτέλεσμα των ατομικών εκρήξεων.

Ενώ είναι πιο δύσκολο να ποσοτικοποιηθεί οικονομικά, οι βομβαρδισμοί προκάλεσαν τεράστια καταστροφή. Στην Χιροσίμα (6 Αυγούστου 1945), οι εκτιμώμενοι θάνατοι ήταν 70.000-80.000 ακαριαία, ενώ έφθασαν πάνω από 140.000 μέχρι το τέλος του 1945. Περίπου το 70% της πόλης καταστράφηκε

Στο Ναγκασάκι (9 Αυγούστου 1945) οι εκτιμώμενοι θάνατοι ήταν 40.000 ακαριαία, ενώ έφθασαν πάνω από 70.000 μέχρι το τέλος του 1945. Περίπου 40% της πόλης καταστράφηκε.

Κρίσιμες υποδομές, συμπεριλαμβανομένων γεφυρών, δρόμων και σιδηροδρόμων, υπέστησαν σοβαρές ζημιές και ολόκληρες γειτονιές καταστράφηκαν ολοσχερώς. Η κατάρρευση εργοστασίων παραγωγής και σταθμών παραγωγής ενέργειας κατέστησε την οικονομία ακόμη πιο δύσκολη.

Οι βόμβες προκάλεσαν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στην υγεία των επιζώντων, όπως ασθένειες από ακτινοβολία και αυξημένο κίνδυνο καρκίνου, εκτός από τα άμεσα θύματα. Ως εκ τούτου, το εργατικό δυναμικό και η συνολική ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος της Ιαπωνίας επηρεάστηκαν.

Οι βομβαρδισμοί είχαν επίσης σημαντικό ψυχολογικό αντίκτυπο και κοινωνική επιρροή. Οι επιζώντες, γνωστοί ως hibakusha, έπρεπε να αντιμετωπίσουν προκαταλήψεις και προβλήματα υγείας. Η μαρτυρία των ατομικών εκρήξεων είχε τεράστια επίδραση στον ψυχισμό της ιαπωνικής κοινωνίας.

OT Originals
Περισσότερα από World

ot.gr | Ταυτότητα

Διαχειριστής - Διευθυντής: Λευτέρης Θ. Χαραλαμπόπουλος

Διευθυντής Σύνταξης: Χρήστος Κολώνας

Ιδιοκτησία - Δικαιούχος domain name: ΟΝΕ DIGITAL SERVICES MONOΠΡΟΣΩΠΗ ΑΕ

Νόμιμος Εκπρόσωπος: Ιωάννης Βρέντζος

Έδρα - Γραφεία: Λεωφόρος Συγγρού αρ 340, Καλλιθέα, ΤΚ 17673

ΑΦΜ: 801010853, ΔΟΥ: ΦΑΕ ΠΕΙΡΑΙΑ

Ηλεκτρονική διεύθυνση Επικοινωνίας: ot@alteregomedia.org, Τηλ. Επικοινωνίας: 2107547007

Μέλος

ened
ΜΗΤ

Aριθμός Πιστοποίησης
Μ.Η.Τ.232433

Απόρρητο