Τα βλέπουμε παντού, τα χρησιμοποιούμε, τα αξιοποιούμε, άλλοι «ζουν» μέσα από αυτά αλλά όταν κολοσσοί όπως η Hermès, καταγράφουν την πρώτη τους πτώση σε πωλήσεις από το 2020, λόγω διακριτικής ή και απουσίας στα social media, τότε το αποτύπωμά τους στην εμπορικότητα και την ανάγκη διατήρησης σε υψηλό επίπεδο κλάδων όπως η πολυτέλεια -γιατί χρειάζεται και αυτή- γίνεται κραυγαλέο.
Τα αποτελέσματα που ανακοίνωσε ο γαλλικός οίκος για το α’ εξάμηνο του 2025, κατέγραψε μια υποχώρηση της τάξης του 4% για αρώματα και καλλυντικά, κατηγορίες προϊόντων που μαζί με τα ρολόγια, δεν αποτελούσαν μεν τον πυρήνα της δραστηριότητας του οίκου, αλλά σαφώς αντανακλούσαν ευρύτερα σημεία αναφοράς.
Η Hermès παρέμεινε για χρόνια σκόπιμα διακριτική, ακολουθώντας την τακτική της περιορισμένης κυκλοφορίας προϊόντων – το exclusivity εξάλλου κάνει το μη απαραίτητο, αναγκαίο – και αποφεύγοντας οποιαδήποτε ψηφιακή διαφημιστική εκστρατεία.
Αν και αυτό συνάδει με τους κώδικες σπανιότητας και αυτοσυγκράτησης της εταιρείας, ήταν το στοιχείο που περιόρισε την εμβέλειά της σε ταχέως εξελισσόμενες αγορές όπως η Κίνα, όπου οι καταναλωτές αναζητούν όλο και περισσότερο πολυτελή προϊόντα που βασίζονται στην επιστήμη, την εξατομίκευση και την εμπειρική λιανική πώληση.
Σε μια υπερπροσφορά πληροφορίας και προϊόντων σε Instagram, Facebook, TikTok και YouTube, η όποια απουσία κάποιου brand, μιας εταιρείας ή ακόμη και ενός κολοσσού όπως η Hermès, μπορεί να οδηγήσει στη δημιουργία μιας ρωγμής, μιας αμφισβήτησης και σταδιακά στην «έξοδο» από καθετί θεωρείται σύγχρονο ή επίκαιρο.
Οι σημερινοί καταναλωτές – και όχι μόνο προϊόντων ομορφιάς – δεν αρκούνται σε μια ποιοτική αγορά. Θέλουν απόδειξη ψηφιακής ύπαρξης. Λες και εάν κάτι δεν υπάρχει στα social media, δεν υφίσταται εν γένει.