Η κλιματική κρίση αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις, με τις επιπτώσεις της να είναι ήδη ορατές. Καύσωνες, πυρκαγιές και πλημμύρες δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται πλέον ως μεμονωμένα περιστατικά αλλά ως μια νέα πραγματικότητα που απειλεί την κοινωνική συνοχή, την υγεία και την οικονομία.
Μια επί τόπου αυτοψία στην ελληνική περιφέρεια είναι αποκαλυπτική των προβλημάτων που ήδη συσσωρεύονται, όπως η λειψυδρία, οι μειωμένες αγροτικές παραγωγές, η εγκατάλειψη καλλιεργειών, η κοινωνική παραίτηση και απογοήτευση. Παρά την υποχώρηση της προτεραιοποίησης σε διεθνές επίπεδο, απότοκο των πολιτικών εξελίξεων, το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής οφείλει να μας απασχολήσει εάν δεν θέλουμε να βρεθούμε αντιμέτωποι με ανυπολόγιστες και μη ανατρέψιμες συνέπειες.
Μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης
Τούτων δοθέντων, η οικονομική πολιτική δεν μπορεί να λειτουργεί αποκομμένη από τις επιταγές της περιβαλλοντικής προστασίας. Αντιθέτως, η μετάβαση σε ένα βιώσιμο μοντέλο ανάπτυξης αποτελεί στρατηγική ανάγκη τόσο για την ευημερία των πολιτών όσο και για τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα της ελληνικής οικονομίας.
Το κόστος
Σε σύγκριση με το παρελθόν όπου η συζήτηση για το κλίμα εστίαζε κυρίως σε περιβαλλοντικούς όρους, σήμερα γίνεται αντιληπτή η σημαντική οικονομική διάσταση. Οι ζημιές από τις φυσικές καταστροφές ανέρχονται σε δισεκατομμύρια ευρώ (βλ. στοιχεία ΤτΕ), πλήττοντας τουρισμό, γεωργία και υποδομές.
Η Μεσόγειος, όπως είχε αναδείξει η έκθεση του ΟΗΕ το 2015, θα αποτελέσει μια από τις περιοχές με τις εντονότερες επιδράσεις της κλιματικής κρίσης. Ως εκ τούτου εύκολα συμπεραίνουμε τον βαθμό έκθεσης της χώρας στους μελλοντικούς κινδύνους, τις πιθανές επιπτώσεις σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο και την αναγκαιότητα προσέγγισης πέραν της οικολογικής διάστασης και ως μια οικονομική προτεραιότητα.
Χάραξη οικονομικής πολιτικής για την κλιματική αλλαγή
Η χάραξη οικονομικής πολιτικής για την κλιματική αλλαγή δεν μπορεί να είναι αποσπασματική. Χρειάζεται συνεκτικό σχέδιο που θα συνδυάζει φορολογικά κίνητρα, δημόσιες επενδύσεις και ρυθμιστικά μέτρα. Για παράδειγμα, η παροχή επιδοτήσεων για ενεργειακή αναβάθμιση κατοικιών και η κινητροποίηση μέσω στοχευμένων φοροαπαλλαγών ιδιωτικών επενδύσεων πράσινης τεχνολογίας αποτελούν έξυπνα εργαλεία με πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα. Οι επενδύσεις σε ΑΠΕ, εξοικονόμηση ενέργειας, βιώσιμες μεταφορές και κυκλική οικονομία δεν περιορίζουν μόνο τις εκπομπές CO2 αλλά δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας, ενισχύουν την καινοτομία και την ανθεκτικότητα της οικονομίας. Ταυτόχρονα η διαχείριση των διαθέσιμων πόρων πρέπει να είναι αποτελεσματική και άμεσα συσχετιζόμενη με τους στόχους της πράσινης μετάβασης και της αλλαγής του παραγωγικού υποδείγματος.
Η κοινωνική αποδοχή
Η κοινωνική αποδοχή αποτελεί σημαντικό παράγοντα για την επίτευξη των στόχων και ως εκ τούτου απαιτούνται αντίστοιχες πρόνοιες και θεσμικές πρωτοβουλίες. Παράδειγμα οι κοινωνικές αντιδράσεις για τη δημιουργία αιολικών πάρκων σε διάφορες περιοχές αναδεικνύουν την αναγκαιότητα δημιουργίας ενός κατάλληλου και διαφανούς θεσμικού πλαισίου.
Επίσης, η αναγκαία σταδιακή απεξάρτηση από τον λιγνίτη προκαλεί οικονομικό και κοινωνικό κόστος για περιοχές όπως η Δυτική Μακεδονία. Γι’ αυτό η οικονομική πολιτική οφείλει να συνοδεύεται από μέτρα δίκαιης μετάβασης προκειμένου οι τοπικές κοινωνίες να μη νιώθουν αποκλεισμένες και να γίνονται συμμέτοχοι της όλης διαδικασίας.
Τα ευάλωτα στρώματα της κοινωνίας
Σε κοινωνικό επίπεδο η κλιματική κρίση πλήττει δυσανάλογα τα πιο ευάλωτα στρώματα της κοινωνίας. Οι φτωχότεροι πολίτες έχουν χαμηλότερη πρόσβαση σε μηχανισμούς προσαρμογής όντας εκτεθειμένοι στις συνέπειες, είτε πρόκειται για την ενεργειακή φτώχεια είτε για την απώλεια εισοδήματος. Επομένως, η σύνδεση οικονομικής πολιτικής και κλιματικής στρατηγικής πρέπει να έχει και κοινωνικό πρόσημο, μειώνοντας τις ανισότητες και διασφαλίζοντας ότι η μετάβαση σε μια πράσινη οικονομία θα είναι δίκαιη και συμπεριληπτική.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι στην Ελλάδα οφείλουμε να ασχοληθούμε σοβαρά με το κρίσιμο ζήτημα της κλιματικής στρατηγικής, έχοντας διττό στόχο: αφενός την προστασία από τις καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής και αφετέρου την αξιοποίηση της πράσινης μετάβασης ως μοχλό ανάπτυξης, καινοτομίας και κοινωνικής προόδου.
Ο κ. Δημήτρης Λιάκος είναι οικονομολόγος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ (ΟΤ) – ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ