Την κρίση που προκλήθηκε από το πρωί για το καλώδιο Ελλάδας – Κύπρου (Great Sea Interconnector – GSI) επιδιώκει να διαχειριστεί η κυβέρνηση μετά την αντίδραση του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη απέναντι στο αίτημα του ΑΔΜΗΕ να αναθεωρηθεί η απόφαση της ΡΑΕΚ για το ποσό ανάκτησης που αφορά στο έργο.
Η σύσκεψη που έγινε γνωστό ότι θα πραγματοποιηθεί στις 5 το απόγευμα στο Μέγαρο Μαξίμου υπό τον Μητσοτάκη και τη συμμετοχή της ηγεσίας του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και τη διοίκηση του ΑΔΜΗΕ, ολοκληρώθηκε πριν λίγη ώρα.
Σύντομα οι κυβερνητικές τοποθετήσεις
Ωστόσο, από το Μέγαρο Μαξίμου δεν έγινε καμία ενημέρωση αναφορικά με τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης.
Πηγές από το γραφείο του Πρωθυπουργού παραπέμπουν για το θέμα σε κυβερνητικές τοποθετήσεις οι οποίες θα εκδηλωθούν σύντομα.
«Ο πρωθυπουργός ενημερώθηκε από την ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας και την διοίκηση του ΑΔΜΗΕ για ζητήματα που αφορούν την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας- Κύπρου. Σύντομα θα υπάρξουν σχετικές τοποθετήσεις της κυβέρνησης», αναφέρουν χαρακτηριστικά συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Είναι προφανές, αναφέρουν άλλες πηγές, ότι η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να διαχειριστεί την κρίση που έχει προκληθεί ανάμεσα σε Αθήνα και Λευκωσία.
Το αδιέξοδο με το καλώδιο Ελλάδας – Κύπρου
Το έργο για το καλώδιο Ελλάδας – Κύπρου φαίνεται ότι οδηγείται σε αδιέξοδο. Με την ελληνική πλευρά να εντοπίζει ουσιαστικά την απροθυμία της κυπριακής να κατασκευαστεί το έργο. Ένα έργο εγκεκριμένο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και με εκταμίευση προκαταβολής ύψους 657 εκατ. ευρώ.
Η Λευκωσία, όπως φάνηκε και από τις δηλώσεις του υπουργού Οικονομικών Μάκη Κεραυνού, θεωρεί ως μη οικονομικά βιώσιμο το έργο. Παρά το γεγονός ότι οι Μητσοτάκης και Χριστοδουλίδης είχαν συμφωνήσει στο περιθώριο του ΟΗΕ και με κοινή δήλωση εμφανίστηκαν προσηλωμένοι στο έργο, εντούτοις σειρά εκκρεμοτήτων που αφορούν στη χρηματοδότηση του GSI δεν μπόρεσαν να επιλυθούν.
Αθήνα και Λευκωσία μέσω των Ρυθμιστών τους εμφανίζουν διαφορετικές θέσεις ως προς το κόστος και τον τρόπο χρηματοδότησης του έργου με αποτέλεσμα το καλώδιο Ελλάδας – Κύπρου να έχει βραχυκυκλώσει.
Η ανακοίνωση του ΑΔΜΗΕ
Ενδεικτική αυτής της διαφωνίας είναι αφενός η αντίδραση του προέδρου της Κύπρου ο οποίος την ένσταση του ΑΔΜΗΕ προς την ΡΑΕΚ για την αναγνώριση των δαπανών ύψους 250 εκατ. ευρώ τη χαρακτήρισε ως «εκβιασμό», ενώ ο Διαχειριστής με την ανακοίνωση του ούτε λίγο ούτε πολύ υπογραμμίζει ότι η ΡΑΕΚ ακολουθεί διαφορετική τακτική σε σχέση με τη ΡΑΑΕΥ.
«Ο ΑΔΜΗΕ αναγνωρίζει και διεκδικεί τη συμφωνημένη πρώτη δόση των 25 εκατ. ευρώ για το 2025, και τίποτα περισσότερο όσον αφορά τις επενδυτικές δαπάνες του έργου (capex), και διαψεύδει την αυθαίρετη και αδιασταύρωτη πληροφορία του δημοσιεύματος περί άμεσης διεκδίκησης των 251 εκατ. ευρώ, το οποίο αποτελεί μέρος των 1,9 δις €, του έργου, και το οποίο θα ανακτηθεί στο βάθος χρόνου των 35 ετών απόσβεσης που έχει προσδιοριστεί ρυθμιστικά», σημειώνει ο Διαχειριστής και συνεχίζει εξηγώντας: «Ο λόγος που ο ΑΔΜΗΕ με βάση το προβλεπόμενο συμβατικό δικαίωμά του αιτήθηκε αναθεώρηση της απόφασης της ΡΑΕΚ της 31ης Ιουλίου 2025, είναι ότι η ΡΑΕΚ με αυτή την απόφαση δεν αναγνώρισε τα έξοδα που έχει κάνει ο Διαχειριστής έως σήμερα, παρά τα στοιχεία που έχει λάβει και παρά το γεγονός ότι η Ελληνική ρυθμιστική αρχή τα αναγνωρίζει.
Συγκεκριμένα η ΡΑΕΚ αναγνώρισε μόνο ποσό ύψους 82 εκατ. ευρώ, έναντι περίπου 251 εκατ. ευρώ, τα οποία αποτελούν βεβαιωμένες έως σήμερα επενδυτικές δαπάνες», αναφέρει ο ΑΔΜΗΕ για να καταλήξει: «Ο ΑΔΜΗΕ αναγνωρίζει το προς ανάκτηση ποσό των 25 εκατ ευρώ για το 2025 ως έναντι του πραγματικού εσόδου του έργου, το οποίο ρυθμιστικά θα πρέπει να υπολογιστεί στη βάση του συνόλου των επενδυτικών δαπανών, όπως πράττει η ΡΑΑΕΥ, διεκδικεί για τον λόγο αυτόν την αναγνώριση από τη ΡΑΕΚ του συνόλου των πραγματικών δαπανών του έως σήμερα. Με την ένσταση προσκομίζονται όλα τα απαραίτητα στοιχεία που πρέπει να ληφθούν υπόψη».