Κάποτε είχα ρωτήσει έναν υπουργό Οικονομικών για το πως συντάσσεται ένας κρατικός προϋπολογισμός. Η απάντησή του η αλήθεια είναι με προβλημάτισε αρκετά καθώς μου αποκάλυψε ότι «πρώτα βάζουμε τους στόχους για τα έσοδα και τα έξοδα, δηλαδή πόσο θέλουμε να αυξηθούν ή να μειωθούν φόροι και δαπάνες και μετά αναζητούμε τρόπους να γεμίσουμε τα κουτάκια».
Την εποχή των μνημονίων οι στόχοι έμπαιναν από την Τρόικα και τα κουτάκια καλούνταν να τα γεμίσουν με κόπο, θυσίες και στερήσεις μισθωτοί, συνταξιούχοι, επαγγελματίες, αγρότες αλλά και μικρές και μεγάλες επιχειρήσεις. Η περίοδος των μνημονίων έχει περάσει (ελπίζω ανεπιστρεπτί) αλλά τα κουτάκια εξακολουθούν να καλούνται να τα γεμίσουν όλοι όσοι ανέφερα προηγουμένως.
Την πρώτη Δευτέρα του Οκτωβρίου κάθε έτους κατατίθεται στη βουλή το προσχέδιο του προϋπολογισμού, όπου περιλαμβάνει όλες τις προβλέψεις και τους στόχους για την οικονομία του επόμενου έτους, αλλά και τον τρόπο που αυτοί θα επιτευχθούν, σύμφωνα με τις πολιτικές που ακολουθεί η εκάστοτε κυβέρνηση.
Το ίδιο συνέβη και χθες Δευτέρα 6 Οκτωβρίου, όπου κατατέθηκε προς συζήτηση στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής το προσχέδιο του κρατικού προϋπολογισμού του έτους 2026. Προβλέπει ότι η οικονομία θα αναπτυχθεί το 2026 με ρυθμό 2,4%, πολύ πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο (+1%), τα φορολογικά έσοδα θα αυξηθούν κατά 3,7% χωρίς να υπάρξει άνοδος των φορολογικών συντελεστών αλλά ούτε και κάποια μείωση του ΦΠΑ και των ειδικών Φόρων Κατανάλωσης, θα εφαρμοστεί η φορολογική μεταρρύθμιση που σε λίγες ημέρες θα είναι νόμος του κράτους, θα αυξηθούν οι επενδύσεις, θα δοθούν αυξήσεις σε συνταξιούχους και δημοσίους υπαλλήλους και πολλά ακόμη.
Ωστόσο, θέλω να σταθώ στο πρώτο πράγμα που ανέφεραν χθες, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών κ. Κυριάκος Πιερρακάκης και ο Υφυπουργός κ. Θάνος Πετραλιάς στη σχετική επιστολή προς τα μέλη της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής: «Το προσχέδιο κατατίθεται εν μέσω σημαντικής διεθνούς αβεβαιότητας, τόσο σε γεωπολιτικό όσο και σε δημοσιοοικονομικό επίπεδο. Οι γεωπολιτικές εντάσεις στην Ουκρανία και τη Μέση Ανατολή, σε συνδυασμό με την ενίσχυση του προστατευτισμού και της επιβολής δασμών, αλλά και τις δημοσιονομικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν μεγάλες οικονομίες της Ευρώπης, εντείνουν την αβεβαιότητα ως προς τις προοπτικές της παγκόσμιας ανάπτυξης».
Αυτές ακριβώς οι αβεβαιότητες είναι που οδήγησαν το 2025 τις επενδύσεις να κινηθούν με πολύ χαμηλότερο ρυθμό αύξησης σε σύγκριση με την πρόβλεψη που είχε περιληφθεί στην περυσινή εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού. Πέρυσι είχε προβλεφθεί αύξηση για το τρέχον έτος 8,4% και τελικά αναμένεται να κυμανθεί πολύ χαμηλότερα στο 5,7%.
Κάτω του στόχου θα κλείσει και ο φετινός ρυθμός ανάπτυξης (είχε προβλεφθεί 2,3% και τελικά αναμένεται να διαμορφωθεί 2,2%), ενώ υψηλότερα θα διαμορφωθεί ο πληθωρισμός. Η πρόβλεψη για φέτος ήταν 2,1% και τελικά θα ανέλθει στο 2,6%. Από την άλλη, εφέτος, ξεπέρασε κάθε πρόβλεψη το πρωτογενές πλεόνασμα καθώς ο στόχος ήταν για 2,4% και τελικά θα κλείσει 3,6%. Θετικά είναι τα στοιχεία στο μέτωπο καταπολέμησης της ανεργίας καθώς χρόνο με το χρόνο τα ποσοστά των ανέργων βαίνουν μειούμενα.
Ένας προϋπολογισμός βασίζεται σε προβλέψεις αλλά και σε αβεβαιότητες, οι οποίες κάθε χρόνο διογκώνονται. Το μόνο που παραμένει σταθερό είναι η διαρκής αύξηση των φορολογικών εσόδων (κυρίως των έμμεσων φόρων) που ευνοούνται ξεκάθαρα από την ακρίβεια, αλλά και από την πάταξη της φοροδιαφυγής που αναμένεται να συνεχιστεί με αμείωτη ένταση.