Λέγεται, γενικά, ότι όσοι δεν μαθαίνουν από τα λάθη της ιστορίας, τα επαναλαμβάνουν. Δυστυχώς, φαίνεται ότι αυτό το ρητό ισχύει αρκετά και στο σημερινό παράδειγμα της Federal Reserve. Το αμερικανικό κοινό, όμως, είναι αυτό που θα πληρώσει το βαρύ τίμημα για το ότι η Fed δεν πήρε το μάθημά της.

Αν η Fed είχε μάθει από την επώδυνη εμπειρία πληθωρισμού των ΗΠΑ της δεκαετίας του 1970, δεν θα επέτρεπε, όπως έκανε τα τελευταία δύο χρόνια, η προσφορά χρήματος να αυξηθεί τόσο πολύ και τα επιτόκια να γίνουν τόσο αρνητικά όσο είναι σήμερα, σε όρους πληθωρισμού. Αν είχε μάθει από την οδυνηρή εμπειρία του 2008, με το σκάσιμο της πιστωτικής φούσκας και της φούσκας στην αγορά ακινήτων, δεν θα είχε επιτρέψει να δημιουργηθούν, σήμερα, ακόμη μεγαλύτερες φούσκες στις αγορές μετοχών, κατοικιών και πιστώσεων στις ΗΠΑ. Εν αντιθέσει, τα τελευταία δύο χρόνια, συμμετείχε σε ένα επιθετικό πρόγραμμα αγοράς ομολόγων.

Για να είναι σίγουρη, τον Μάρτιο του 2020, στην αρχή της πανδημίας, η Fed έκανε το σωστό και βγήκε με τα όπλα νομισματικής πολιτικής να «βάλλουν κατά ριπάς». Η οικονομία είχε υποκύψει στη βαθύτερη μεταπολεμική οικονομική ύφεση, με τις χρηματοπιστωτικές αγορές να έχουν παγώσει. Το γεγονός ότι δεν έδρασε αποφασιστικά, θα μπορούσε κάλλιστα να οδηγήσει σε παρατεταμένη ύφεση.

Μάλλον, η Fed θα πρέπει να επικριθεί αυστηρά για τη διατήρηση υπερβολικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής, κατά το περσινό έτος.

Τι σκεφτόταν η Fed όταν διατήρησε τα επιτόκια στο μηδέν, σε μία εποχή που η οικονομία σημείωσε σημαντική ανάκαμψη, ο πληθωρισμός αυξανόταν και η οικονομία λάμβανε το μεγαλύτερο δημοσιονομικό κίνητρο που είχε καταγραφεί ποτέ σε περίοδο ειρήνης; Τι σκεφτόταν, επίσης, όταν επέτρεψε την ευρεία προσφορά χρήματος να αυξηθεί έως και 35% από την αρχή της πανδημίας, όταν θα έπρεπε να είχε μάθει από την εμπειρία της δεκαετίας του 1970 ότι ένας τόσο γρήγορος ρυθμός αύξησης της προσφοράς χρήματος θα οδηγούσε σε σίγουρο πληθωρισμό;

Ομοίως, θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε τι σκεφτόταν η Fed, όταν, μέχρι πρόσφατα, συνέχιζε να αγoράζει 120 δισεκατομμύρια δολάρια τον μήνα σε αμερικανικά κρατικά ομόλογα και τίτλους με ενυπόθηκα δάνεια, σε μια εποχή που οι αποτιμήσεις των μετοχικών κεφαλαίων είχαν φτάσει σε ακραία επίπεδα, κάτι που έχει συμβεί μόνο μία φορά τα τελευταία 100 χρόνια, και οι τιμές κατοικιών, ακόμη και σε όρους πληθωρισμού, είχαν ξεπεράσει ακόμη και τις ανώτατες τιμές τους, το 2006. Έμαθε, τελικά, τίποτα η Fed από τη στεγαστική κρίση;

Σήμερα, η Fed βρίσκεται στο πιο δυσάρεστο δίλημμα νομισματικής πολιτικής. Εάν δεν καταφέρει να αυξήσει επιθετικά τα επιτόκια, κινδυνεύει να επιβεβαιώσει τα χειρότερα σενάρια για τον πληθωρισμό και να ενισχύσει τις πιστωτικές φούσκες και τις φούσκες στην αγορά ακινήτων. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε χειρότερη οικονομική κρίση για τις ΗΠΑ, εάν δεν λάβει άμεσα δράση. Από την άλλη πλευρά, όμως, εάν, τώρα, αυξήσει επιθετικά τα επιτόκιά της, θα μπορούσε να αποφευχθεί ο πληθωρισμός, αλλά με το τίμημα να σκάσει η φούσκα των τιμών των περιουσιακών στοιχείων και της πιστωτικής αγοράς.

Αυτό που πρέπει να κάνει, τώρα, η Fed είναι να αναγνωρίσει τα λάθη που έχει διαπράξει στην οικονομική της πολιτική κατά το παρελθόν και να δράσει με αποφασιστικότητα, ώστε να καταφέρει να θέσει τον πληθωρισμό υπό έλεγχο. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να επισπεύσει ενδεχόμενη οικονομική ύφεση και να αυξήσει τα ποσοστά ανεργίας, στα τέλη του φετινού έτους. Ωστόσο, τουλάχιστον, θα μας γλίτωνε, αργότερα, από μια ακόμα βαθύτερη και περισσότερο οδυνηρή ύφεση. Κρίνοντας, όμως, από την απροθυμία που παρουσιάζει η Fed ,μέχρι και σήμερα, να «πιάσει τον ταύρο από τα κέρατα», πιστεύω ότι θα επιλέξει να συνεχίσει να λαμβάνει δράση αργότερα απ’ό,τι πρέπει και να κρύβει τα προβλήματά της «κάτω από το χαλί».

Σχετικά με τον συγγραφέα: Ο Desmond Lachman είναι ανώτερος συνεργάτης στο American Enterprise Institute. Ήταν αναπληρωτής διευθυντής στο Τμήμα Ανάπτυξης Πολιτικής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και επικεφαλής στρατηγικός αναλυτής αναδυόμενων οικονομικών αγορών στο Salomon Smith Barney.

Μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο