Ιδιαιτέρως δυσμενείς είναι οι συνέπειες της κλιματικής κρίσης στην ελληνική οικονομία και το ΑΕΠ. Όσο δε λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα, τόσο χειρότερη θα γίνεται η κατάσταση, ενώ πρόκειται για ένα θέμα το οποίο ενδέχεται να «αποκτήσει μη αναστρέψιμα χαρακτηριστικά», όπως είπε χθες ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας, κατά τη διάρκεια παρουσίασης έξι σχετικών μελετών, οι οποίες υπολογίζουν το αρνητικό αποτύπωμα της κλιματικής κρίσης στην Ελλάδα, αναφορικά με το οικονομικό πεδίο.
Η κλιματική αλλαγή αναμένεται να επηρεάσει άμεσα και έμμεσα τη συμπεριφορά κατανάλωσης των νοικοκυριών, με σημαντικές επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Οι επιδράσεις αυτές εκδηλώνονται μέσα από δύο βασικά σημεία: Πρώτον, τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω απωλειών στην αξία περιουσιακών στοιχείων (π.χ. από φυσικές καταστροφές) ή λόγω μειωμένης παραγωγικότητας εργασίας σε συγκεκριμένους τομείς (π.χ. πρωτογενής), και δεύτερον, τη μεταβολή στη διάρθρωση της καταναλωτικής δαπάνης, με αύξηση του μεριδίου κατανάλωσης σε τομείς όπως η υγεία και οι ασφαλιστικές υπηρεσίες.
Οι παραπάνω μεταβολές εκτός από τις άμεσες επιδράσεις στην οικονομία, θα επιφέρουν και πολλαπλασιαστικές επιδράσεις εξαιτίας των διασυνδέσεων των οικονομικών κλάδων.
Οι απώλειες
To IOBE εκπόνησε έρευνες προκειμένου να διαπιστώσει τον τρόπο που θα επηρεαστεί η ελληνική οικονομία από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγές, εάν δεν υπάρξουν πολιτικές αντιστροφής από την Ελλάδα. Τα ενδεχόμενα αποτελέσματα δείχνουν μεγάλη μείωση του ελληνικού ΑΕΠ, αλλά και απώλειες στις θέσεις εργασίας. Για το σκοπό αυτό καταρτίστηκαν δύο σενάρια
Το πρώτο σενάριο υποθέτει μείωση κατά 5%, αντανακλώντας την εκτίμηση της μελέτης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής (European Economic and Social Committee – EESC) σχετικά με τη μείωση του εισοδήματος από εργασία στην Ελλάδα, ενώ το δεύτερο σενάριο χρησιμοποιεί απευθείας την εκτίμηση της μελέτης της ΕΕSC σχετικά με τη μείωση της καταναλωτικής δαπάνης στη χώρα που ανέρχεται στο -10%. Επομένως, το σενάριο 2 συνιστά την πιο απαισιόδοξη εκδοχή της ανάλυσης, καθώς προβλέπει διπλάσια μείωση της συνολικής κατανάλωσης συγκριτικά με το πρώτο σενάριο.

Για κάθε €1 απώλειας στο εισόδημα των νοικοκυριών, η συνολική μείωση στο ΑΕΠ υπερβαίνει τα €1,93
Δαπάνες, απώλεια εισοδήματος και ΑΕΠ
Τα αποτελέσματα της ανάλυσης καταδεικνύουν έντονες οικονομικές επιδράσεις και στα δύο σενάρια εξαιτίας της μείωσης της συνολικής δαπάνης των νοικοκυριών. Στο πρώτο σενάριο, όπου η συνολική καταναλωτική δαπάνη μειώνεται κατά 5%, η συνολική ετήσια μείωση στο ΑΕΠ ανέρχεται περίπου στα 7,9 δισ. ευρώ ή σε ποσοστιαίους όρους στο 3,5% του ΑΕΠ (Διάγραμμα 4.3). Από τη μείωση αυτή 4,1 δισ. ευρώ προέρχονται άμεσα από τους κλάδους στους οποίους παρατηρήθηκε μείωση της ζήτησης, 1 δισ. ευρώ περίπου προέρχεται από μείωση της δραστηριότητας κλάδων που βρίσκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού των κλάδων που επηρεάστηκαν αρχικά, ενώ περίπου 2,8 δισ. ευρώ αφορούν στην περαιτέρω μείωση των εισοδημάτων και άρα της δαπάνης των νοικοκυριών, εξαιτίας των μεταβολών στην οικονομική δραστηριότητα. Για κάθε €1 απώλειας στο εισόδημα των νοικοκυριών, η συνολική μείωση στο ΑΕΠ υπερβαίνει τα €1,93 γεγονός που καταδεικνύει τον υψηλό πολλαπλασιαστή της ιδιωτικής κατανάλωσης στην ελληνική οικονομία.

Για κάθε 1 θέση εργασίας που επηρεάζεται άμεσα, προκύπτει συνολική επίδραση 1,7 θέσεων εργασίας στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας
Θέσεις εργασίας
Σε όρους απασχόλησης, ο περιορισμός της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας εξαιτίας της μείωσης της καταναλωτικής δαπάνης σχετίζεται με συνολική μείωση περίπου 161 χιλιάδων ισοδύναμων θέσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης (Διάγραμμα 4.4). Από αυτές οι 92 χιλιάδων περίπου αποτελούν άμεση επίδραση της μειωμένης ζήτησης, ενώ πάνω από 69 χιλιάδων αποτελούν έμμεσες και προκαλούμενες επιδράσεις. Αντίστοιχα, για κάθε 1 θέση εργασίας που επηρεάζεται άμεσα, προκύπτει συνολική επίδραση 1,7 θέσεων εργασίας στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας, λόγω των έμμεσων και προκαλούμενων διασυνδέσεων μεταξύ των κλάδων.

Τέλος σημαντική μείωση αναμένεται και στα δημόσια έσοδα σε περίπτωση που η συνολική δαπάνη των νοικοκυριών μειωθεί κατά 5%. Συγκεκριμένα, η συνολική επίδραση εκτιμάται στα -2,5 δισ. ευρώ, με περίπου 60% της μείωσης να προέρχεται από έμμεσες και προκαλούμενες επιδράσεις (-1,5 δισ. ευρώ) και το υπόλοιπο 40% να προκύπτει από τη μειωμένη παραγωγική δραστηριότητα των άμεσα επηρεαζόμενων κλάδων (Διάγραμμα 4.5).

Η συνολική μείωση στο ΑΕΠ αγγίζει σχεδόν τα 16 δισ. ευρώ, δηλαδή το 7,1% του ΑΕΠ
Το σενάριο της καταστροφής
Στο δεύτερο σενάριο, όπου η μείωση της καταναλωτικής δαπάνης ανέρχεται στο 10%, οι αρνητικές επιδράσεις στην οικονομία είναι ανάλογα αυξημένες. Συγκεκριμένα, η συνολική μείωση στο ΑΕΠ αγγίζει σχεδόν τα 16 δισ. ευρώ, δηλαδή το 7,1% του ΑΕΠ (Διάγραμμα 4.6). Περίπου η μισή από αυτή τη μείωση προέρχεται από τους κλάδους των οποίων η οικονομική δραστηριότητα επηρεάζεται άμεσα από τη μειωμένη κατανάλωση των νοικοκυριών, ενώ η υπόλοιπη προέρχεται από έμμεσες και κυρίως προκαλούμενες επιδράσεις.

Αντίστοιχα υψηλή είναι και η εκτιμώμενη μείωση στη συνολική απασχόληση, η οποία ανέρχεται σε σχεδόν 327 χιλιάδες ισοδύναμες θέσεις πλήρους απασχόλησης, δηλαδή το 6,7% των συνολικών θέσεων στη χώρα (Διάγραμμα 4.7), με τις άμεσες επιδράσεις να αποτελούν το 55% των συνολικών.

Τέλος, αναφορικά με τα έσοδα του Δημοσίου στο σενάριο 2, οι εκτιμώμενες απώλειες παρουσιάζουν παρόμοια δομή με το Σενάριο 1, με την έννοια ότι οι προκαλούμενες επιδράσεις είναι οι πιο έντονες, αποτελώντας λίγο παραπάνω από τις μισές συνολικές απώλειες (Διάγραμμα 4.8). Τα συνολικά μεγέθη ωστόσο είναι περίπου διπλάσια σε σχέση με το πρώτο σενάριο, εξαιτίας της μεγαλύτερης μείωσης της καταναλωτικής δαπάνης, με αποτέλεσμα η εκτιμώμενη συνολική μείωση στα έσοδα του Δημοσίου να ξεπερνά τα €5,1 δισεκ..
