Δύο από τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές της Μέσης Ανατολής αποκλιμακώνουν εξαγορές δεκάδων δισεκατομμυρίων, καθώς η αναμονή επίμονης πτώσης των τιμών αργού ψαλιδίζει πιθανά deals.
Η νούμερο ένα παραγωγός αργού Saudi Aramco και η Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου του Άμπου Ντάμπι, γνωστή ως Adnoc, ήταν οι μεγαλύτεροι παίκτες στις εξαγορές την τελευταία τριετία, ανακοινώνοντας εξαγορές άνω των 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων για να επεκταθούν σε βενζίνη, χημικά και ορυκτέλαια.
Αλλά σύμβουλοι και πηγές που γνωρίζουν τον τρόπο σκέψης τους είπαν στους Financial Times ότι οι δύο κολοσσοί μείωσαν τις εξαγορές για να επανεξετάσουν την κατάσταση, καθώς οι μειώσεις τιμών πετρελαίου δαγκώνουν τα κέρδη.
Το σημείο αναφοράς αργού έχει πέσει από πάνω από $80 το βαρέλι τον Ιανουάριο σε $67 αυτή τη βδομάδα παρότι ανέβηκαν λόγω της σύρραξης Ισραήλ – Ιράν. Οι αναλυτές αναμένουν ότι η υπερπροσφορά θα ασκήσει περισσότερη πίεση στις τιμές.
Η Σαουδική Αραβία έχει ήδη πει ότι θα επανεξετάσει τις δαπάνες της λόγω πτώσης των τιμών που για κάποιες χώρες του Κόλπου έχουν πέσει κάτω από το περιθώριο κέρδους.

Μερίσματα ή ανάπτυξη;
Υψηλόβαθμος τραπεζικός ανέφερε στους FT ότι οι Saudi Aramco και Adnoc διατάχθηκαν από τα κράτη στα οποία ανήκουν να «επικεντρωθούν περισσότερο σε μερίσματα και λιγότερο στην ανάπτυξη».
Ορισμένες συμφωνίες είναι πιθανό να συνεχιστούν, δήλωσαν άτομα κοντά στις εταιρείες, ιδίως στον τομέα του φυσικού αερίου, αλλά όχι με τον ίδιο ρυθμό. Επιβεβαίωσαν επίσης ότι καμία από τις δύο εταιρείες δεν υπέβαλε προσφορά για να αγοράσει την Castrol, την επιχείρηση λιπαντικών που έθεσε προς πώληση η BP.
«Σε οποιοδήποτε αβέβαιο περιβάλλον, υπάρχει ανάγκη να είμαστε πιο επιλεκτικοί», δήλωσε στέλεχος. Τα καθαρά κέρδη της Saudi Aramco αυξάνονται κατά 900 εκατομμύρια δολάρια για κάθε αλλαγή 1 δολαρίου στην τιμή του πετρελαίου.
Οποιαδήποτε υποχώρηση θα επηρεάσει το παγκόσμιο τοπίο συγχωνεύσεων και εξαγορών στον τομέα της ενέργειας, δεδομένης της κλίμακας της δραστηριότητας των εταιρειών του Κόλπου.
Η Saudi Aramco έχει ανακοινώσει συμφωνίες ύψους τουλάχιστον 8 δισεκατομμυρίων δολαρίων τα τελευταία τρία χρόνια, συμπεριλαμβανομένης μιας συμμετοχής στην κινεζική εταιρεία πετροχημικών Rongsheng, την αγορά της επιχείρησης LNG MidOcean, μια συμφωνία για την αμερικανική μάρκα λιπαντικών Valvoline και μια επένδυση στην Horse Powertrain, μια εταιρεία που σχεδιάζει και κατασκευάζει κινητήρες εσωτερικής καύσης.
Τον περασμένο μήνα δήλωσε ότι διερευνά το ενδεχόμενο να αγοράσει μέρος του έργου LNG της Woodside Energy στη Λουιζιάνα και εξετάζει πώς μπορεί να προμηθεύσει περισσότερο LNG στην Ινδία.
Ο Αμίν Νάσερ, διευθύνων σύμβουλος της Saudi Aramco, απάντησε σε πρόσφατη ερώτηση σχετικά με το πώς οι χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου επηρέασαν τα οικονομικά της εταιρείας λέγοντας ότι πάντα επιδίωκε «να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα των δαπανών μας». Αλλά σημείωσε επίσης ότι η οικονομική ισχύς της Saudi Aramco της επέτρεψε «να επενδύει κόντρα στους κύκλους της οικονομίας».
Η Adnoc είναι ακόμη πιο ενεργή και εργάζεται σε deals αξίας άνω των 52 δισεκατομμυρίων δολαρίων, σύμφωνα με την Dealogic. Αυτές περιλαμβάνουν μια προσφορά 18,7 δισεκατομμυρίων δολαρίων για την αυστραλιανή εταιρεία παραγωγής πετρελαίου και φυσικού αερίου Santos, μια συμφωνία 15,5 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τον γερμανικό όμιλο χημικών Covestro και μια συμφωνία για τη δημιουργία μιας εταιρείας χημικών αξίας 60 δισεκατομμυρίων δολαρίων με την επωνυμία Borouge Group International, στην οποία θα κατέχει 47%.

Το αρχηγείο της Adnoc
Επενδυτικά σχήματα
Για να διευκολυνθεί αυτό, η εταιρεία του Άμπου Ντάμπι δημιούργησε μια «εσωτερική επενδυτική τράπεζα» και πέρυσι λάνσαρε την XRG, μια πλατφόρμα για εξαγορές στο εξωτερικό. Τον Ιούνιο, η XRG δήλωσε τη φιλοδοξία της να είναι μία από τους τρεις κορυφαίους ομίλους χημικών και μία από τις πέντε κορυφαίες εταιρείες φυσικού αερίου, λέγοντας ότι θα ξεκινήσει να εργάζεται για την επίτευξη αυτού του στόχου «άμεσα». Έχει επίσης θέσει ως προτεραιότητα τις επενδύσεις στις ΗΠΑ κατά τη διάρκεια της δεύτερης προεδρίας Τραμπ.
Ένα άτομο που γνωρίζει τη σκέψη της Adnoc σημείωσε ότι, εντός του πλαισίου των φιλόδοξων στόχων, θα χρειαστεί χρόνος για να αφομοιωθούν οι συμφωνίες που είχε ανακοινώσει και να ενσωματωθούν αυτές οι επιχειρήσεις. Η ίδια πηγή σημείωσε επίσης τη δυσκολία σύναψης συμφωνιών δεδομένης της τρέχουσας αβεβαιότητας σχετικά με την τιμή του πετρελαίου.
Ένας εξέχων δικηγόρος ενέργειας συνέκρινε την πρόσφατη αύξηση των συμφωνιών με το κύμα εξαγορών από κρατικές κινεζικές εταιρείες μεταξύ 2009-2013. Όπως ακριβώς οι Κινέζοι τότε, η Saudi Aramco και η Adnoc ήθελαν να κάνουν απολογισμό των αγορών τους.