Σήμα κινδύνου για την επισιτιστική ασφάλεια στο Ηνωμένο Βασίλειο στέλνουν οι κτηνοτρόφοι – παραγωγοί γάλακτος, καθώς η έλλειψη εργατικών χεριών έχει φέρει σε δύσκολη θέση τον πρωτογενή τομέα της χώρας.
Η μακροχρόνια έλλειψη εργαζομένων, η οποία επιδεινώθηκε από το Brexit και την πανδημία έχει θέσει υπό πίεση την επισιτιστική ασφάλεια με τους γαλακτοπαραγωγούς της χώρας να προειδοποιούν για τη νέα αυτή απειλή.
Περισσότεροι από ένας στους 10 (13%) ερωτηθέντες δήλωσαν ότι θα εγκατέλειπαν εντελώς την αγροτική δραστηριότητα τους επόμενους 12 μήνες εάν δεν υπάρξει βελτίωση στην έλλειψη εργατικού δυναμικού
Το μέγεθος της έλλειψης, αλλά και η δυσκολία που αντιμετωπίζουν οι αγρότες να βρουν εργαζόμενους με τις κατάλληλες δεξιότητες και εμπειρία, περιλαμβάνεται στην πέμπτη ετήσια δημοσκόπηση των 1.900 γαλακτοπαραγωγών της Arla, του μεγαλύτερου γαλακτοκομικού συνεταιρισμού του Ηνωμένου Βασιλείου και ιδιοκτήτη των εμπορικών σημάτων Lurpak και Cravendale.
Τι έδειξε η έρευνα της Arla
Σύμφωνα με την έρευνα της Arla, πέντε στους έξι αγρότες που έχουν αναζητήσει εργάτες δήλωσαν ότι έχουν λάβει πολύ λίγες ή μηδενικές αιτήσεις από άτομα με εξειδίκευση για τις κενές θέσεις εργασίας.
Το 79% των αγροτών επισήμανε ότι η δυσκολία εύρεσης εργαζομένων με τις κατάλληλες δεξιότητες και εμπειρία ήταν έντονη το 2021, με το ποσοστό αυτό να αυξάνεται στο 84% φέτος.
Οι δυσκολίες στην πρόσληψη προσωπικού είχαν επιδεινωθεί από το Brexit και την πανδημία, ανέφεραν οι γαλακτοπαραγωγοί, καθώς ο συνδυασμός του τέλους της ελεύθερης κυκλοφορίας για τους εργαζόμενους της ΕΕ και άλλων οικονομικών παραγόντων από την εποχή της πανδημίας έχουν δυσκολέψει την εύρεση κατάλληλου προσωπικού. Παρόμοιες είναι οι δυσκολίες που έχουν παρατηρηθεί σε ολόκληρο τον αγροτικό τομέα.
Σχεδόν οι μισοί (48,6%) των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι είναι πλέον πιο δύσκολο να διατηρήσουν το προσωπικό από ό,τι ήταν πριν από το Brexit και την πανδημία, ενώ μόνο το 5% δήλωσε ότι η κατάσταση έχει βελτιωθεί.
Περισσότεροι από ένας στους 10 (13%) ερωτηθέντες δήλωσαν ότι θα εγκατέλειπαν εντελώς την αγροτική δραστηριότητα τους επόμενους 12 μήνες εάν δεν υπάρξει βελτίωση στην έλλειψη εργατικού δυναμικού, και το 6% δήλωσε ότι αναγκάστηκε να προχωρήσει στη μείωση της ποσότητας γάλακτος που παρήγαγε.
Ο κλάδος προειδοποιεί εδώ και καιρό ότι η συνεχιζόμενη φυγή γαλακτοπαραγωγών θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την τρέχουσα αυτάρκεια του Ηνωμένου Βασιλείου σε γάλα
Εγκατάλειψη από τους παραγωγούς
Η ίδια η Arla, όπως επισημαίνει η Guardian, έχει δει μείωση στους παραγωγούς γάλακτος τα τελευταία χρόνια, αν και ο όγκος παραγωγής έχει παραμείνει σταθερός. Ειδικότερα, τα μέλη της έχουν μειωθεί κατά περίπου 300, από 2.100 πριν από τρία χρόνια, καθώς οι αγρότες έχουν συνταξιοδοτηθεί ή έχουν συγχωνευθεί μέσω της ενοποίησης αγροκτημάτων.
Τα μέλη της Arla αντιπροσωπεύουν σχεδόν το ένα τρίτο όλων των γαλακτοπαραγωγών του Ηνωμένου Βασιλείου.
Να σημειωθεί ότι από τον Απρίλιο του 2024 έως τον αντίστοιχο μήνα του 2025, σχεδόν 200 Βρετανοί γαλακτοπαραγωγοί εγκατέλειψαν τον κλάδο, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του Συμβουλίου Ανάπτυξης Γεωργίας και Κηπευτικής (AHDB), ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό παραγωγών σε 7.040.
Σε κίνδυνο η αυτάρκεια στο Ηνωμένο Βασίλειο
Ο κλάδος προειδοποιεί εδώ και καιρό ότι η συνεχιζόμενη φυγή γαλακτοπαραγωγών θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο την τρέχουσα αυτάρκεια του Ηνωμένου Βασιλείου σε γάλα.
«Αυτό που βλέπουμε είναι ο πραγματικός αντίκτυπος αυτών των ελλείψεων εργατικού δυναμικού στον αγροτικό μας κλάδο, είτε πρόκειται για υψηλότερο κόστος είτε για χαμηλότερη παραγωγή γάλακτος», δήλωσε ο Bas Padberg, διευθύνων σύμβουλος της Arla Foods UK, σημειώνοντας ότι αυτό «θα φανεί τελικά στην τιμή και τη διαθεσιμότητα των προϊόντων στα ράφια των σούπερ μάρκετ, επηρεάζοντας τα εκατομμύρια ανθρώπων που βασίζονται στα γαλακτοκομικά ως πηγή θρεπτικών συστατικών στη διατροφή τους».
Η Arla – η οποία, όπως και άλλες εταιρείες, εφαρμόζει τα δικά της προγράμματα μαθητείας καθώς και τοποθετήσεις σε βιομηχανικούς κλάδους – δήλωσε ότι η κυβέρνηση αναγνώρισε τις συνεχιζόμενες δυσκολίες στην πρόσληψη προσωπικού.
Ωστόσο, ο Padberg ζήτησε «πρακτικά βήματα που μπορούν να λάβουν από κοινού η βιομηχανία, ο εκπαιδευτικός τομέας και η κυβέρνηση» για να προσελκύσουν περισσότερους ανθρώπους, ιδίως νεότερους εργαζόμενους, στον γαλακτοκομικό τομέα.
Ο τομέας των γαλακτοκομικών προϊόντων, όπως και μεγάλο μέρος της υπόλοιπης γεωργίας, έχει ένα γηράσκον εργατικό δυναμικό και σχεδόν οι μισοί (47%) των αγροτών είναι ηλικίας 55 ετών και άνω.
Οι νεότεροι εργαζόμενοι είναι πιθανότερο να εισέλθουν στον κλάδο εάν είναι μέλη της οικογένειας: τα δύο τρίτα (66%) των αγροτών δήλωσαν ότι οι εκμεταλλεύσεις τους έχουν μεταβιβαστεί από γενιά σε γενιά (τουλάχιστον τέσσερις), ενώ μόνο το 3% των ερωτηθέντων δήλωσαν ότι ήταν πρώτης γενιάς.