Χωρίς να κάνει την έκπληξη, όπως τον περασμένο Απρίλιο, ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Standard and Poor’s στο τελευταίο του ραντεβού με την Ελλάδα για φέτος αποφάσισε να αφήσει αμετάβλητη την αξιολόγησή του στο ΒΒΒ με σταθερό outlook.
Όπως επισημαίνει ο διεθνής οίκος, από το 2023, η Ελλάδα έχει καταγράψει εξαιρετικά υψηλά πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα, με μέσο όρο 3,4% του ΑΕΠ. Η S&P Global Ratings προβλέπει ότι η κυβέρνηση θα καταγράψει ένα δεύτερο συνεχόμενο συνολικό δημοσιονομικό πλεόνασμα για το 2025, επιτρέποντάς της να είναι ένα από τα λίγα κράτη ανεπτυγμένων αγορών που θα αποπληρώσει το καθαρό δημόσιο χρέος σε απόλυτους όρους, για δεύτερο συνεχόμενο έτος.
Παρόλο που οι εξωτερικές ανισορροπίες της Ελλάδας είναι αυξημένες, η S&P υπογραμμίζει ότι η συμμετοχή της χώρας μας στη ζώνη του ευρώ και η συμμόρφωσή της με τις δημοσιονομικές συνθήκες της ΕΕ προσφέρουν προστασία από τον κίνδυνο σοκ στο ισοζύγιο πληρωμών. Οι οικονομικές προοπτικές της χώρας είναι σταθερές, ενισχυμένες από επενδυτικά έργα και ισχυρή ζήτηση στον τουριστικό τομέα.
Ως εκ τούτου, επιβεβαιώνουν τις μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις για την Ελλάδα με βαθμό «BBB/A-2». Οι προοπτικές είναι σταθερές. Οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν την ισχυρή οικονομική και δημοσιονομική επίδοση της Ελλάδας έναντι των υψηλών αποθεμάτων εξωτερικού και δημόσιου χρέους.
Το αρνητικό και το θετικό σενάριο
Υπογραμμίζει ότι θα μπορούσε να προχωρήσει σε υποβάθμιση της ελληνικής οικονομίας, αν η δημοσιονομική επίδοση της χώρας παρουσιάσει σημαντική επιδείνωση, ενώ ως καταλύτης περαιτέρω αναβάθμισης αναδεικνύεται η ουσιαστική και βιώσιμη βελτίωση των εξωτερικών ανισορροπιών: για παράδειγμα, αυτό θα μπορούσε να συμβεί εάν δούμε μείωση της εξάρτησης της οικονομίας από τις εισαγωγές. «Θα μπορούσαμε επίσης να αναβαθμίσουμε την Ελλάδα εάν δούμε σημαντική μείωση του εξωτερικού χρέους της χώρας, μεγάλο μέρος του οποίου είναι δημόσιο», υπογραμμίζει η S&P.
Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Απρίλιο , η Standard & Poor’s, έκανε την έκπληξη και αναβάθμισε την ελληνική οικονομία στο δεύτερο σκαλοπάτι της επενδυτικής βαθμίδας, παίρνοντας μάλιστα μια απόφαση σε μια δύσκολη διεθνώς περίοδο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η απόφαση αυτή, αποτέλεσε μια παρέκκλιση προηγούμενης ανακοίνωσης του οίκου, ο οποίος απηύθυνε αυστηρή προειδοποίηση προς τις ευρωπαϊκές χώρες για την αύξηση των αμυντικών δαπανών από τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ.\
To σκεπτικό της απόφασης
Οι δημοσιονομικοί δείκτες υποδηλώνουν άλλη μια χρονιά δημοσιονομικής υπεραπόδοσης το 2025. Η αύξηση των τρεχουσών δαπανών έχει συγκρατηθεί, ενώ η αύξηση των εσόδων είναι έντονη, υποστηριζόμενη από τις προσπάθειες συμμόρφωσης, τη βελτίωση των συνθηκών στην αγορά εργασίας και τις ροές επιχορηγήσεων που συνδέονται με έργα του Μηχανισμού Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF). «Συνολικά, η κυβέρνηση φαίνεται να είναι σε καλό δρόμο για να επιτύχει τους δημοσιονομικούς της στόχους και πάλι φέτος και οι προβλέπουμε ότι, παρά την πιθανή περαιτέρω δημοσιονομική χαλάρωση, τα δημοσιονομικά αποτελέσματα θα παραμείνουν ευνοϊκά τα επόμενα χρόνια. Προβλέπουμε ότι η ενοποιημένη κυβερνητική θέση της Ελλάδας θα παρουσιάσει πλεόνασμα 0,4% του ΑΕΠ φέτος και στη συνέχεια θα μετατραπεί σε ήπιο έλλειμμα, με μέσο όρο 0,6% του ΑΕΠ, για την περίοδο 2026-2028», αναφέρει σχετικά.
Παρά την αυξανόμενη παγκόσμια αβεβαιότητα, οι οικονομικές προοπτικές εξακολουθούν να φαίνονται σταθερές. Η βιομηχανική παραγωγή παρέμεινε στάσιμη κατά τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους, αντανακλώντας την ασθενέστερη ανάπτυξη σε βασικούς ευρωπαίους εμπορικούς εταίρους και τη μείωση των εξαγωγών εμπορευμάτων. Ωστόσο, οι τουριστικές εισπράξεις για το έτος έως τον Ιούλιο αυξήθηκαν κατά 12,5% σε σύγκριση με την ίδια περίοδο το 2024. Η εγχώρια πιστωτική ανάπτυξη έχει επίσης επιταχυνθεί, ιδίως ο δανεισμός προς τις επιχειρήσεις. Αυτό, σε συνδυασμό με τις θετικές επιπτώσεις στο εισόδημα από τις αυξανόμενες αποτιμήσεις κατοικιών (καθώς και εγχώριων μετοχών), υποστήριξε την άνοδο των λιανικών πωλήσεων και της κατανάλωσης.
Ο διεθνής οίκος προβλέπει αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 2,1% φέτος, καθώς η μεγαλύτερη βεβαιότητα σχετικά με την εμπορική συμφωνία ΕΕ-ΗΠΑ θα πρέπει να τονώσει την μεταποιητική δραστηριότητα αργότερα μέσα στο έτος. Η σταθερή και συνεπής μείωση της ανεργίας, σε συνδυασμό με την αύξηση των πραγματικών μισθών, θα υποστηρίξει επίσης την ιδιωτική κατανάλωση.
Οι κινήσεις των άλλων οίκων
Σε ό,τι αφορά την ευρύτερη εικόνα της ελληνικής οικονομίας και τις εκτιμήσεις για την πορεία της, αυτές αναμένεται να αποτυπωθούν και από τους άλλους οίκους αξιολόγησης στα εναπομείναντα δύο ραντεβού της Ελλάδας έως το τέλος του έτους.
Τη σκυτάλη παίρνει στις 7 Νοεμβρίου η Scope Ratings και ακολουθεί μία εβδομάδα μετά η Fitch Ratings.
Σημειώνεται ότι τον περασμένο Μάιο η Fitch αναβάθμισε σε θετικό το outlook διατηρώντας το rating BBB−. Είχε προηγηθεί η Moody’s τον Μάρτιο δίνοντας στην Ελλάδα το Baa3 με σταθερή προοπτική.
H ελληνική οικονομία έλαβε πιστοληπτική «ψήφο» και από την ιαπωνική R&I, η οποία αναβάθμισε την Ελλάδα σε BBB στις 06 Οκτωβρίου επικαλούμενη σταθερή οικονομική επίδοση και βελτιωμένους δημοσιονομικούς δείκτες. Μια τέτοια κίνηση διευρύνει το διεθνές επενδυτικό κοινό που μπορεί να τοποθετείται σε ελληνικό χρέος.
Πρόγευση (;) από την Fitch
Υπενθυμίζεται ότι προχθές ο οίκος αξιολόγησης Fitch, στην ανάλυσή του για την Ευρώπη, σκιαγράφησε τα θετικά, αλλά και τις αδυναμίες, της ελληνικής οικονομίας σκιαγραφεί, ενόψει του επόμενου γύρου αξιολόγησης .
Όπως εξηγεί ο οίκος, η βαθμίδα αξιολόγησής της αντανακλά τα επίπεδα του ΑΕΠ ανά κάτοικο και τους δείκτες διακυβέρνησης που είναι υψηλότεροι από το μεσαίο όριο του ‘BBB’, καθώς και την πολιτική αξιοπιστία που υποστηρίζεται από την ΕΕ και την ευρωζώνη.
Αυτά τα πλεονεκτήματα όμως αντισταθμίζονται από τις συνέπειες της κρίσης του χρέους, που περιλαμβάνουν το ύψος δημοσίου και εξωτερικού χρέους, καθώς και τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, αλλά και τη μεσαία αναπτυξιακή δυναμική και ορισμένες επίμονες αδυναμίες στον τραπεζικό τομέα. Η “Θετική Προοπτική” (outlook) αντανακλά τη βελτίωση της δημοσιονομικής θέσης, ιδίως τα μεγάλα δημοσιονομικά πλεονάσματα και τη ραγδαία μείωση του δημοσίου χρέους.