Σχέδιο με στόχο την ενίσχυση της παγκόσμιας επιρροής του ευρώ καταρτίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αξιοποιώντας υπέρ της ΕΕ την κλονισμένη εμπιστοσύνη στην πολιτική και οικονομική ηγεσία των ΗΠΑ.
Οι συμφωνίες για τη χορήγηση δανείων σε σύντομο χρονικό διάστημα σε άλλες κεντρικές τράπεζες αποτελούν από καιρό ένα βασικό μέρος των μέσων καταπολέμησης της κρίσης των κεντρικών τραπεζών, αλλά η ΕΚΤ σκέφτεται τώρα να τις επαναπροσδιορίσει για να προωθήσει τους πολιτικούς στόχους της Ευρώπης, σύμφωνα με τέσσερις αξιωματούχους της τράπεζας, τους οποίους επικαλείται το Politico.
Ένας από τους στόχους του σχεδίου είναι να απορροφήσει τυχόν κλυδωνισμούς σε περίπτωση που οι ΗΠΑ διακόψουν την επί δεκαετίες πρακτική τους να στηρίζουν με δολάρια το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα ή συνδέσουν την υποστήριξή τους με απαράδεκτους όρους.
Ενας δεύτερος παράλληλος στόχος είναι η ΕΕ να υποστηρίξει πιο ενεργά το εξωτερικό εμπόριό της και, τελικά, να αποκομίσει μερικά από τα οφέλη που έχουν απολαύσει ιστορικά οι ΗΠΑ από τον έλεγχο του παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος.
Ο Francesco Papadia, μέλος του Bruegel και πρώην γενικός διευθυντής στην ΕΚΤ, δήλωσε στο Politico ότι οι προσπάθειες αυτές είναι λογικές και αντανακλούν την αυξανόμενη προθυμία των ευρωπαϊκών αρχών να δουν το ευρώ να χρησιμοποιείται ευρύτερα σε όλο τον κόσμο.
Η γραμμή ρευστότητας
Οι κεντρικές τράπεζες χρησιμοποιούν συνήθως δύο τύπους διευκολύνσεων για να δανείζονται μεταξύ τους: είτε ανταλλάσσοντας ένα νόμισμα με ένα άλλο (γραμμές ανταλλαγής) είτε παρέχοντας κεφάλαια έναντι εξασφαλίσεων που εκφράζονται στο νόμισμα του δανειστή (γραμμές επαναγοράς).
Η ΕΚΤ διατηρεί επί του παρόντος μόνιμες, απεριόριστες γραμμές ανταλλαγής με την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, την Τράπεζα του Καναδά, την Τράπεζα της Αγγλίας, την Ελβετική Εθνική Τράπεζα και την Τράπεζα της Ιαπωνίας, καθώς και μόνιμες αλλά περιορισμένες γραμμές με τις κεντρικές τράπεζες της Δανίας και της Σουηδίας. Διαχειρίζεται επίσης ένα μέσο με την Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας, το οποίο έχει περιορισμούς τόσο ως προς τον όγκο όσο και ως προς τη διάρκεια.
Άλλες κεντρικές τράπεζες που αναζητούν ρευστότητα σε ευρώ πρέπει να βασίζονται σε γραμμές επαναγοράς γνωστές ως EUREP, στο πλαίσιο των οποίων μπορούν να δανειστούν περιορισμένα ποσά σε ευρώ για περιορισμένο χρονικό διάστημα έναντι εξασφαλίσεων υψηλής ποιότητας εκφρασμένων σε ευρώ. Επί του παρόντος, μόνο η Ουγγαρία, η Ρουμανία, η Αλβανία, η Ανδόρα, το Σαν Μαρίνο, η Βόρεια Μακεδονία, το Μαυροβούνιο και το Κοσσυφοπέδιο διαθέτουν τέτοιες γραμμές.
Ωστόσο, αυτές οι ενεργές γραμμές παραμένουν αναξιοποίητες από τις 2 Ιανουαρίου 2024 — και ακόμη και στο αποκορύφωμα της κρίσης του κορονοϊού, η χρήση τους έφτασε το πολύ τα 3,6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Για τους διεθνείς εταίρους της ευρωζώνης, η γνώση ότι μπορούν να έχουν πρόσβαση στο ευρώ σε περιόδους κρίσης είναι από μόνη της πολύτιμη, καθώς συμβάλλει στην πρόληψη των αυτοεκπληρούμενων φόβων για χρηματοπιστωτική αστάθεια. Ωστόσο, ορισμένοι υποστηρίζουν ότι, εάν διαμορφωθούν με αρκετή γενναιοδωρία, οι διευκολύνσεις αυτές μπορούν επίσης να μειώσουν τις ανησυχίες σχετικά με τις διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών ή την έλλειψη ρευστότητας.
Τέτοιες λεπτομέρειες μπορεί να ακούγονται ακαδημαϊκές, αλλά η διαθεσιμότητα γραμμών ρευστότητας έχει πραγματικές επιπτώσεις στις επιχειρήσεις, επισημαίνεται στο άρθρο του Politico.
«Η γνώση ότι οι ξένες εμπορικές τράπεζες μπορούν να δανειστούν σε ευρώ, έχοντας παράλληλα τη διασφάλιση ότι έχουν πρόσβαση σε ρευστότητα σε ευρώ [ως δικλείδα ασφαλείας], ενθαρρύνει τη χρήση του ευρώ», εξήγησε ένας υπεύθυνος για τον καθορισμό των επιτοκίων της ΕΚΤ.
«Οι γραμμές ρευστότητας, ιδίως το EUREP, πρέπει να είναι ευέλικτες, απλές και εύκολες στην ενεργοποίηση», υποστήριξε. Μια επιλογή, σύμφγωνα με τον ίδιο, θα ήταν να επεκταθούν σε περισσότερες χώρες. Μια άλλη θα μπορούσε να είναι να καταστεί το EUREP μόνιμη διευκόλυνση — εξαλείφοντας κάθε αμφιβολία σχετικά με το αν και υπό ποιες προϋποθέσεις θα χορηγείται πρόσβαση στο ευρώ.
Ο Francesco Papadia πρόσθεσε ότι η ΕΚΤ θα μπορούσε επίσης να διευκολύνει την πρόσβαση στο EUREP μειώνοντας το κόστος του, αυξάνοντας τους διαθέσιμους όγκους ή παρατείνοντας το χρονικό πλαίσιο χρήσης του.
Δεν είναι μόνον ακαδημαϊκό ζήτημα
Ο επικεφαλής της γαλλικής κεντρικής τράπεζας, Φρανσουά Βιλερουά ντε Γκαλό, πρότεινε σε πρόσφατη ομιλία του ότι η Ευρώπη θα μπορούσε τουλάχιστον να πάρει παράδειγμα από την Κίνα, σημειώνοντας ότι το Ευρωσύστημα «μπορεί να κάνει την τιμολόγηση σε ευρώ πιο ελκυστική» επεκτείνοντας την παροχή γραμμών ρευστότητας σε ευρώ.
Η Κίνα έχει δημιουργήσει περίπου 40 γραμμές ανταλλαγής με εμπορικούς εταίρους σε όλο τον κόσμο για να στηρίξει το αναπτυσσόμενο εξωτερικό εμπόριό της, ειδικά με φτωχότερες και λιγότερο σταθερές χώρες.
Αντίθετα, η ΕΚΤ -ιστορικά επιφυλακτική- «δεν προωθεί το ευρώ στον ίδιο βαθμό που η Κίνα προωθεί το ρενμίνμπι», σύμφωνα με τον Papadia.
Ένας άλλος υπεύθυνος χάραξης πολιτικής δήλωσε στο Politico ότι, ενώ υπάρχει ευρεία συναίνεση ότι οι γραμμές ρευστότητας πρέπει να καταστούν πιο ευρέως διαθέσιμες, το Διοικητικό Συμβούλιο δεν έχει ακόμη συζητήσει τις λεπτομέρειες.
Αποστροφή κινδύνου και άλλα εμπόδια
Ωστόσο, οι γραμμές ανταλλαγής ενέχουν κινδύνους.
«Ο κύριος κίνδυνος είναι ότι η χώρα θα χρησιμοποιήσει μια ανταλλαγή και στη συνέχεια δεν θα είναι σε θέση να επιστρέψει τα ευρώ που έχει αντλήσει», δήλωσε ο κ. Papadia. «Και τότε θα μείνετε με ξένο νόμισμα που δεν ξέρετε τι να το κάνετε».
Αυτό είναι ακριβώς το είδος της παγίδας στην οποία, σύμφωνα με προειδοποιήσεις ορισμένων οικονομολόγων, πέφτουν οι ΗΠΑ με τη γραμμή ανταλλαγής ύψους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς την Αργεντινή. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν πραγματικά το νόμισμα της Αργεντινής», έγραψε ο Μπραντ Σέτσερ του Συμβουλίου Εξωτερικών Σχέσεων σε μια ανάρτηση στο blog του. «Αναμένουν να αποπληρωθούν σε δολάρια, οπότε θα ήταν μια τεράστια αποτυχία αν η ανταλλαγή δεν πραγματοποιηθεί ποτέ και το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ μείνει με ένα σωρό πέσος».
Μια τέτοια σκέψη, όπως δήλωσε ένας άλλος αξιωματούχος της κεντρικής τράπεζας, θα ωθήσει την ΕΚΤ να επικεντρωθεί πρώτα στη μεταρρύθμιση των γραμμών EUREP, οι οποίες ήταν πάντα το προτιμώμενο εργαλείο της.
Το πρόβλημα με αυτό, ωστόσο, είναι ότι η χρήση του EUREP ενδέχεται να περιοριστεί λόγω της έλλειψης ασφαλών περιουσιακών στοιχείων σε ευρώ που θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν ως εξασφάλιση. Ο Papadia σημείωσε ότι το δίκτυο γραμμών ρευστότητας της Fed λειτουργεί επειδή «η Fed έχει το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ως ένα είδος εταίρου στην παροχή αυτών των ανταλλαγών». Όσο η Ευρώπη δεν καταφέρει να δημιουργήσει ένα κοινό χρεωστικό μέσο, αυτό ενδέχεται να θέσει ένα φυσικό ανώτατο όριο σε τέτοιες γραμμές.
Ακόμη και με ένα ασφαλές περιουσιακό στοιχείο, το να επικεντρωθούμε πρώτα στις γραμμές ρευστότητας θα μπορούσε να είναι σαν να βάζουμε το κάρο μπροστά από το άλογο, δήλωσε ο Gianluca Benigno, καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Λωζάνης και πρώην επικεφαλής του τμήματος διεθνών ερευνών της Ομοσπονδιακής Τράπεζας της Νέας Υόρκης.
Η μειωμένη γεωπολιτική σημασία της Ευρώπης σημαίνει ότι η ΕΚΤ είναι απίθανο να δει μεγάλη ζήτηση για τη ρευστότητά της εκτός Ευρώπης χωρίς πολύ ευρύτερες αλλαγές, δήλωσε ο ίδιος.
«Οι γραμμές ρευστότητας μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την προώθηση των στόχων σου αν έχεις ήδη εξουσία — αλλά δεν μπορούν να τη δημιουργήσουν. Για αυτό», υποστήριξε, η Ευρώπη χρειάζεται πρώτα ένα σαφές πολιτικό όραμα για τον ρόλο της στην παγκόσμια οικονομία, παράλληλα με μια Ένωση Κεφαλαιαγορών και τη δημιουργία ενός κοινού ευρωπαϊκού ασφαλούς περιουσιακού στοιχείου — ζητήματα που μόνο οι πολιτικοί μπορούν να αντιμετωπίσουν».






























