Η πρόκληση από την πανδημία για την εκπαίδευση παγκοσμίως είναι γνωστή. Τέτοια μεγάλης έκτασης κρίση δεν είχε ποτέ δημιουργηθεί στο παρελθόν. Τα πανεπιστήμια των δυτικών και αναπτυγμένων χωρών κατάφεραν εντός 1-2 εβδομάδων τον Μάρτιο του 2020 να προσαρμοστούν και να συνεχίσουν το έργο τους.

Αν η κρίση αυτή συνέβαινε πριν μερικές δεκαετίες, τότε δεν θα υπήρχε καμία λύση για τη συνέχιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δηλαδή, με τη βοήθεια της τεχνολογίας η παραδοσιακή δια ζώσης διαδικασία μετατράπηκε σε εκπαίδευση από απόσταση, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχε πρότερη εμπειρία για αυτό, πλην ελαχίστων ιδρυμάτων, όπως στη χώρα μας στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (ΕΑΠ), το οποίο έτσι και αλλιώς πρόσφερε και προ πανδημίας εξ αποστάσεως προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα.

Προκειμένου να ερευνήσουμε τις συνέπειες της πανδημίας στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση στη χώρα μας επιβλέπουμε δύο έρευνες που είναι σε εξέλιξη. Η μια αφορά τους διδάσκοντες – πανεπιστημιακούς και η δεύτερη τους φοιτητές. Στο άρθρο αυτό επικεντρωνόμαστε στην έρευνα των συνεπειών της εξ αποστάσεως εκπαιδευτικής διαδικασίας στα μέλη ΔΕΠ που αποτελεί τμήμα της διπλωματικής εργασίας του φοιτητή της Σχολής Μηχανικών Παραγωγής & Διοίκησης του Πολυτεχνείου Κρήτης Βασίλη Καπενή. Η έρευνα βρίσκεται σε εξέλιξη, παρά ταύτα έχει ήδη συγκεντρωθεί μεγάλο δείγμα της τάξης των 1167 απαντήσεων από διδάσκοντες όλων των ιδρυμάτων της χώρας. To 46% των συμμετεχόντων διαθέτει πάνω από 20 έτη προϋπηρεσία στην πανεπιστημιακή εκπαίδευση, η μέση και διάμεση ηλικία των συμμετεχόντων είναι τα 52 έτη, αντίστοιχα, ενώ οι γυναίκες έναντι των ανδρών είναι 38% έναντι 62%. Τα πρώτα αποτελέσματα παρουσιάζονται συνοπτικά παρακάτω.

Στην τελική φάση που βρίσκεται η έρευνα, η κατανομή των συμμετεχόντων ανά πανεπιστημιακό ίδρυμα και ιδιότητα προσωπικού φαίνεται στα δύο σχήματα που ακολουθούν. Όπως φαίνεται από τα σχήματα το ενδιαφέρον συμμετοχής στην έρευνα είναι μεγάλο από όλα τα μέλη των πανεπιστημίων και έτσι αναλογικά και με το μέγεθος των ιδρυμάτων το πλήθος των διδασκόντων που συμμετείχαν διαφοροποιείται. Στην έρευνα οι περισσότεροι συμμετέχοντες είναι Καθηγητές Α’ βαθμίδας και ακολουθούν οι Αναπληρωτές και Επίκουροι καθηγητές, τα μέλη ΕΔΙΠ, οι συμβασιούχοι διδάσκοντες, τα μέλη ΕΤΕΠ, οι Λέκτορες (σημειώνεται ότι η βαθμίδα αυτή έχει καταργηθεί) και τέλος τα μέλη ΕΕΠ.

Από τα ευρήματα της έρευνας προκύπτει ότι οι διδάσκοντες για να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους χρησιμοποίησαν ένα συνδυασμό τεχνολογικών μέσων – πλατφορμών – λογισμικού. Από την έρευνα προέκυψε ότι το 100% των συμμετεχόντων διαθέτει στο σπίτι σταθερό υπολογιστή ή/και laptop. Οι περισσότεροι διαθέτουν στο σπίτι laptop (836 άτομα) έναντι σταθερών υπολογιστών (410 άτομα), αν και ορισμένοι (79 άτομα ή 7% του δείγματος) διαθέτουν και τα δύο μέσα (σταθερό & φορητό). Από την παραπάνω διαπίστωση προέκυψε, όπως είναι επόμενο, ότι οι περισσότεροι χρησιμοποίησαν το φορητό υπολογιστή του σπιτιού τους για τις υποχρεώσεις τους, είτε μόνο του ή σε συνδυασμό με άλλες προσωπικές συσκευές όπως Tablet και κινητό τηλέφωνο ή ακόμα χρησιμοποίησαν τον εξοπλισμό του πανεπιστημίου όταν ήταν στο γραφείο τους. Αυτό εκ πρώτης όψης, δίνει ένα στίγμα ότι από την άποψη των τεχνολογικών μέσων οι διδάσκοντες διέθεταν τον αναγκαίο εξοπλισμό για να ανταποκριθούν στην εξ αποστάσεως εκπαίδευση λόγω πανδημίας.

Όσον αφορά το τμήμα της έρευνας που αφορά τις δυσκολίες των διδασκόντων, τα μέχρι σήμερα αποτελέσματα δείχνουν ότι από τις 17 δυσκολίες που είχαν περιληφθεί στο ερωτηματολόγιο, η έντασή τους ποικίλει. Κάποιες δυσκολίες φαίνεται ότι δεν προβληματίζουν ενώ κάποιες άλλες είναι υπαρκτές.

Για παράδειγμα, άνω του 50% των συμμετεχόντων στην έρευνα δηλώνουν καμία δυσκολία στις παρακάτω τρεις περιπτώσεις, υποδεικνύοντας ότι οι πανεπιστημιακοί δεν αντιμετώπισαν δυσκολία διότι είναι εξοικειωμένοι με την εγκατάσταση λογισμικού, καθώς αυτό απαιτήθηκε για την αλλαγή του τρόπου διδασκαλίας, έχουν καλή εξοικείωση με την τεχνολογία και διαθέτουν σύγχρονο εξοπλισμό στο σπίτι τους. Ειδικότερα, καμία δυσκολία δήλωσαν:

•        Στην εγκατάσταση / σύνδεση του απαιτούμενου λογισμικού (πλατφόρμες τηλεδιάσκεψης κ.λπ), 774 άτομα ή 66% του δείγματος.

•        Στην εξοικείωση με την τεχνολογία, 742 άτομα ή 64% του δείγματος.

•        Στον ελλιπή / παλιό διαθέσιμο εξοπλισμό, 607 άτομα ή 52% του δείγματος.

Αντίστοιχα, σημαντική δυσκολία άνω του 50% των συμμετεχόντων στην έρευνα δήλωσαν στις παρακάτω πέντε περιπτώσεις:

•        Η αδυναμία να γνωρίσω από κοντά τους φοιτητές μου, 824 άτομα ή 71% του δείγματος.

•        Η μειωμένη αλληλεπίδραση με τους φοιτητές μου, 822 άτομα ή 70% του δείγματος.

•        Η δυσκολία εύρεσης ενός αξιόπιστου συστήματος επιτήρησης των φοιτητών μου μέσω ηλεκτρονικών μέσων, 759 άτομα ή 65% του δείγματος.

•        Η δυσκολία εύρεσης ενός αξιοκρατικού τρόπου τελικής εξέτασης των φοιτητών μου μέσω των ηλεκτρονικών μέσων, 708 άτομα ή 61% του δείγματος.

•        Ο χρόνος που χρειάστηκα για να οργανώσω τις εξ αποστάσεως εξετάσεις, 614 άτομα ή 53% του δείγματος.

Η ανάλυση των δυσκολιών που αντιμετώπισαν/-ζουν βασίστηκε σε 17 ερωτήσεις. Μέσω διερευνητικής παραγοντικής ανάλυσης οι δυσκολίες εντάσσονται τελικά σε 5 παράγοντες, ως εξής:

·       1ος παράγοντας,  η διδασκαλία & συνεργασία

·       2ος παράγοντας ,  η τεχνολογική εξάρτηση

·       3ος παράγοντας, τα διλλήματα για τις εξετάσεις

·       4ος παράγοντας, οι οργανωτικές δυσκολίες των μαθημάτων & εξετάσεων

·       5ος παράγοντας, οι προσωπικές δυσκολίες με την τεχνολογία.

Από αυτή την ομαδοποίηση των δυσκολιών σημαντικότερες είναι αυτές που αφορούν τον 1ο και 2ο παράγοντα. Ειδικότερα, η πρώτη ομάδα δυσκολιών αφορά την αδυναμία γνωριμίας με τους φοιτητές, τη μειωμένη αλληλεπίδραση με τους φοιτητές, την αδυναμία συνεργασίας με τους συναδέλφους, την αλλαγή της παιδαγωγικής διαδικασίας και την απόσπαση της προσοχής των φοιτητών στις ηλεκτρονικές τάξεις. Δηλαδή, ο 1ος παράγοντας υποδεικνύει τις δυσκολίες καλλιέργειας ενός εποικοδομητικού κλίματος διδασκαλίας και συνεργασίας μέσω των ηλεκτρονικών πλατφορμών. Έτσι, η απουσία ενός φυσικού (κτηριακού) και συναισθηματικού πλαισίου, των οποίων η ύπαρξη αποτελεί μια θετική συνθήκη εργασίας διδασκόντων και φοιτητών, φαίνεται ότι επηρεάζει αρνητικά τους διδάσκοντες σε αυτή τη νέου τύπου συνύπαρξη – εκπαιδευτική πράξη μέσω των ηλεκτρονικών μέσων. Η εξ αποστάσεως διδασκαλία και συνεργασία στη χώρα μας, η οποία έχει συμπληρώσει ένα  έτος από πέρυσι το Μάρτιο, έχει επίπτωση στις ψυχοκοινωνιολογικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των διδασκόντων και των φοιτητών και των διδασκόντων μεταξύ τους (και προφανώς και στις σχέσεις μεταξύ των φοιτητών, το οποίο μένει να αποδειχθεί από τη δεύτερη έρευνα που είναι σε εξέλιξη).

Η 2η ομάδα δυσκολιών αφορά την τεχνολογική εξάρτηση των διδασκόντων, η οποία επηρεάζεται από την ποιότητα της γραμμής του οικιακού Internet, τον εξοπλισμό, την ποιότητα ήχου/εικόνας της πλατφόρμας τηλεκπαίδευσης και το έξτρα άγχος που μπορεί η εξάρτηση αυτή να προκαλεί είτε για την ομαλή διεξαγωγή της ηλεκτρονικής διδασκαλίας ή/και της ηλεκτρονικής εξέτασης των φοιτητών. Αν και οι διδάσκοντες είχαν/έχουν την ευχέρεια να εργάζονται από το πανεπιστήμιο αντί από το σπίτι τους, εντέλει και παρά το γεγονός ότι τα πανεπιστήμια της χώρας διαθέτουν άριστες τεχνολογικές υποδομές, η εντατική και συνεχής εξάρτηση από την τεχνολογία φαίνεται να αποτελεί άλλο ένα παράγοντα ψυχολογικής επιβάρυνσης.

Η 3η ομάδα δυσκολιών σχετίζεται με διλήμματα των διδασκόντων για την εύρεση μιας άμεμπτης – αξιόπιστης και αξιοκρατικής διαδικασίας στις εξ αποστάσεως εξετάσεις, σύμφωνα με τα πρότυπα που πρέπει να τηρούνται. Οι εξετάσεις αποτελούν κορυφαία τυπική διαδικασία στο πανεπιστήμιο που πραγματοποιείται σε προκαθορισμένο χρόνο, ορισμένο από την κάθε Σχολή/Τμήμα με συγκεκριμένη οργάνωση και κανόνες και με ατομική ευθύνη του διδάσκοντα.

Τέλος, στις δύο τελευταίες ομάδες δυσκολιών εντάσσονται αφενός αυτές που αφορούν οργανωτικά ζητήματα για τα μαθήματα/εξετάσεις κατά την μετάπτωσή τους από δια ζώσης σε εξ’ αποστάσεως και αφετέρου οι προσωπικές αδυναμίες των διδασκόντων σε σχέση με την τεχνολογία.

Δηλαδή, οι τρεις πρώτες ομάδες παραπέμπουν σε δυσκολίες με ένα ισχυρό αποτύπωμα στην ψυχολογία των διδασκόντων – πανεπιστημιακών ενώ οι δύο τελευταίες ομάδες παραπέμπουν σε πραγματικές δυσκολίες που δημιούργησε η αναγκαστική εφαρμογή της εξ αποστάσεως εκπαιδευτικής πρακτικής.

Συμπερασματικά, οφείλουμε να τονίσουμε ότι παρά το γεγονός ότι τα Ελληνικά ΑΕΙ  δεν αντιμετώπισαν σοβαρό πρόβλημα στην υποστήριξη του εκπαιδευτικού και ερευνητικού τους έργου από τεχνολογικής σκοπιάς, εντούτοις η πανεπιστημιακή εκπαίδευση όπως και κάθε μορφής/τύπου/βαθμίδας εκπαίδευση είναι μια συμμετοχική διαδικασία στην οποία εμπλέκονται διδάσκοντες και διδασκόμενοι τους οποίους δοκίμασε και δοκιμάζει η απομάκρυνσή τους από το φυσικό χώρο εργασίας τόσο σε ψυχολογικό όσο και σε πραγματικό επίπεδο.

* Δρ. Ευαγγελία Κρασαδάκη, Σχολή Μηχανικών Παραγωγής & Διοίκησης Πολυτεχνείο Κρήτης

* Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών & Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Επίτιμος Δρ. ΑΠΘ, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France

* Καθηγητής Νίκος Ματσατσίνης, Διευθυντής Εργαστηρίου Συστημάτων Υποστήριξης Αποφάσεων, Πολυτεχνείο Κρήτης, Πρόεδρος ΕΕΕΕ

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News