Στο ερώτημα «απέναντι στην κυριαρχία Μητσοτάκη ποιος;» κλήθηκαν να απαντήσουν οι Διονύσης Τεμπονέρας (μέλος της Π.Γ. ΣΥΡΙΖΑ-Π.Σ.), Μανώλης Χριστοδουλάκης (βουλευτής ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ.), και Έφη Αχτσιόγλου (βουλεύτρια της Κ.Ο. Νέα Αριστερά) στην πολυσυζητημένη εκδήλωση που διοργάνωσε η «Εφημερίδα των Συντακτών» στο θέατρο «Άλφα Ληναίος – Φωτίου».
Κοινή συνισταμένη των τριών ομιλητών η διαπίστωση πως υπάρχει ανάγκη για σύγκλιση σε συγκεκριμένα πεδία της πολιτικής για μια διέξοδο προοπτικής της κοινωνίας απέναντι στην κυριαρχία Μητσοτάκη και συμφωνία πως παρά τα όσα τους χωρίζουν, υπάρχουν περισσότερα που ενώνουν τον προοδευτικό χώρο.
Μέχρι εκεί όμως καθώς και οι τρεις υπερασπίστηκαν το χώρο που ανήκουν λέγοντας πως η κοινή εμφάνιση δεν αφορά «συνενώσεις κομμάτων» ή «πρόβα συνεργασίας» αλλά μια συζήτηση που αφουγκράζεται τις αγωνίες της κοινωνίας.
Το αινιγματικό «έχω εκπρόσωπο» από τον Στέφανο Κασσελάκη
Έκπληξη πρώτου μεγέθους προκάλεσε η παρουσία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ στον ασφυκτικά γεμάτο χώρο που φιλοξένησε την εκδήλωση.
Η αιφνιδιαστική εμφάνιση του Στέφανου Κασσελάκη μόνο τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί καθώς τις προηγούμενες ημέρες ήταν ξεκάθαρο ότι η πρωτοβουλία είχε προκαλέσει αντιδράσεις (και) στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ με τον Διονύση Τεμπονέρα να βρίσκεται απολογούμενος για τη συμμετοχή του εξαιτίας της σύνθεσης του πάνελ.
Με το έφτασε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στην αίθουσα ρωτήθηκε από τον δημοσιογράφο της «Εφ.Συν.» και συντονιστή, Δημήτρη Τερζή, αν θέλει να πει κάτι.
Ο Στέφανος Κασσελάκης, με αρχηγική εμφάνιση, απάντησε «έχω εκπρόσωπο» εννοώντας φυσικά τον Διονύση Τεμπονέρα. Το στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ πήρε την πάσα του προέδρου, τον καλωσόρισε θερμά και τόνισε πως «με την παρουσία του αποδεικνύει πως δεν μπορεί να γίνεται μια συζήτηση που να αφορά τον προοδευτικό χώρο και να λείπει ο ΣΥΡΙΖΑ -ΠΣ και ότι αυτή η συζήτηση δεν αφορά μόνο πρόσωπα αλλά κόμματα».
Οι τοποθετήσεις Αχτσιόγλου, Χριστοδουλάκη, Τεμπονέρα
Με τη διαπίστωση ότι υπάρχει «ένα κενό πολιτικής εκπροσώπησης των κοινωνικών δυνάμεων που πλήττονται από την πολιτική της ΝΔ » ξεκίνησε την ομιλία της η Έφη Αχτσιόγλου, τονίζοντας όμως ότι αυτό το κενό δεν περιμένει έναν «χαρισματικό ηγέτη» για να το καλύψει.
«Για εμάς προηγείται η κοινωνική απεύθυνση, η ταξική απεύθυνση από τις αόριστες αναφορές σε μια δημοκρατική παράταξη που ερήμην πολιτικών προϋποθέσεων πρέπει να ενωθεί για να αντιμετωπίσει τη Δεξιά», υπογράμμισε, προσθέτοντας ότι «για να μπορέσουν αυτές οι κοινωνικές δυνάμεις να συνασπισθούν και να εκφραστούν πολιτικά με συγκροτημένο τρόπο, άρα και με λόγο που μπορεί να γίνει κυρίαρχος, απαιτούνται μια σειρά από πολιτικές προϋποθέσεις που αφορούν πρωτίστως την στρατηγική, το πρόγραμμα, τις θέσεις, τις διεκδικήσεις και δευτερευόντως τα πρόσωπα».
Αμέσως μετά ξέκοψε κάθε συζήτηση περί συνεργασίας λέγοντας πως «αυτός ο πολιτικός χώρος που θα καταφέρει να ενοποιήσει τις κοινωνικές δυνάμεις κατά τη γνώμη μου δεν βρίσκεται ούτε στο σημερινό ΠΑΣΟΚ ούτε στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ».
Ο Μανώλης Χριστοδουλάκης σημείωσε από την πλευρά του ότι είναι «υποχρεωμένοι» οι εκπρόσωποι του προοδευτικού κόσμου να «συζητήσουν», αναγνωρίζοντας ότι υπάρχουν δύο κίνδυνοι, αφενός να αφεθεί η «ακροδεξιά» να γίνει ο μοναδικός αντίπαλος της «δεξιάς» και αφετέρου να συνεχιστεί η «υφιστάμενη κυβερνητική πολιτική» που έχει «συγκεκριμένο πρόσημο και προτεραιότητες».
«Σήμερα δεν είναι απλώς ανάγκη ή ευκαιρία αλλά υποχρέωση του προοδευτικού χώρου να παρουσιάσει μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης απέναντι στην ΝΔ», είπε χαρακτηριστικά, τονίζοντας παράλληλα ότι για να γίνει αυτό είναι αναγκαία η «ιστορική συνέχεια» που φέρει μόνο η «δημοκρατική παράταξη», δηλαδή το ΠΑΣΟΚ.
«Δεν μπορούμε να χαρίσουμε ούτε το κέντρο ούτε την αξιοπρέπεια της μεσαίας τάξης στη ΝΔ», συνέχισε ο ίδιος, ξεκαθαρίζοντας, ωστόσο, ότι « αυτή η πολιτική δεν μπορεί να δομηθεί στη λογική του αντί».
Απόλυτα ξεκάθαρος και χωρίς να δημιουργεί προσδοκίες τόνισε πως «δε συζητάμε επουδενί για συνενώσεις κομμάτων και συνεννοήσεις σε κλειστές αίθουσες», υπογραμμίζοντας πως «οφείλουμε να επιδιώξουμε συγκλίσεις» σε επίπεδο κοινωνικής βάσης, κινημάτων, αλλά και προγραμμάτων.
Ο Διονύσης Τεμπονέρας αναφέρθηκε στην «αγωνία της προοδευτικής βάσης» και την ανάγκη «για μια ρεαλιστική διέξοδο», σχολιάζοντας πως γύρω από τον πρωθυπουργό «συσπειρώνεται ένα επιχειρηματικό και πολιτικό σύστημα εξουσίας που χτίζεται με τη λογική ενός ακραίου αντιδραστικού νεοφιλελεύθερου αφηγήματος».
«Ο μεσσιανισμός στη συγκυρία αλλά και ο αλληλοσπαραγαμός του δημοκρατικού κόσμου δεν βοηθά σε μια στρατηγική εξόδου», σημείωσε, τονίζοντας ότι « το ορθό ερώτημα δεν είναι ποιος αλλά πώς απέναντι σε αυτό το αντιλαϊκό πολιτικό σύστημα είναι ανάγκη να συγκροτηθεί ένα πλατύ μέτωπο δημοκρατίας». Όπως ανέφερε, αυτό θα συγκροτηθεί με τη συμμετοχή της κοινωνίας και των κομμάτων που αυτοπροσδιορίζονται στον προοδευτικό χώρο διατηρώντας την «πολιτική τους αυτοτέλεια και φυσιογνωμία ».
Εκφράζοντας τη διαφωνία του με τους «συντρόφους» του που αποχώρησαν από το ΣΥΡΙΖΑ, υπογράμμισε πως «χρειαζόμαστε πρόσθεση και όχι αφαίρεση» και έθεσε το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης οδηγό στην ανάληψη πρωτοβουλιών «ανασύνταξης χωρίς ίχνος μικροκομματικής ιδιοτέλειας » ενώ τόνισε πως «η λύση μπορεί να προέλθει μέσα από έναν κοινωνικά ισχυρό ΣΥΡΙΖΑ» και ότι ο Στ. Κασσελάκης «έχει την εντολή αλλά και την ευθύνη να φέρει πάλι το ΣΥΡΙΖΑ σε κυβερνητική τροχιά».
Σε άλλο σημείο της τοποθέτησής του είπε πως «τα κόμματα του προοδευτικού χώρου είναι υποχρεωμένα να προχωρήσουν άμεσα σε συμπράξεις απέναντι στα μεγάλα κοινωνικά προβλήματα» και κατέληξε: «δεν θα ψήσουμε να μπει η αριστερά στο περιθώριο».