«Ή θα το σταματήσουμε ή θα μας σταματήσει». Η φράση του οικοδεσπότη της COP26, Μπόρις Τζόνσον, σφράγισε την έναρξη της διάσκεψης για το κλίμα, αναδεικνύοντας παράλληλα το μεγάλο δίλημμα το οποίο αντιμετωπίζει ο πλανήτης: Είτε θα ληφθούν ριζικά μέτρα για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης και την ανακοπή της υπερθέρμανσης του πλανήτη είτε η πρόοδος της ανθρωπότητας θα σταματήσει.

Αυτές οι δύο εβδομάδες, λοιπόν, είναι ίσως οι πιο κρίσιμες για τη συγκεκριμένη υπόθεση – μέχρι τις επόμενες. Παρά δε τις σοβαρές διαφωνίες ανάμεσά τους, οι οποίες αποτυπώθηκαν και κατά τη σύνοδο κορυφής της G20 στη Ρώμη, η οποία προηγήθηκε, οι συμμετέχοντες θα προσπαθήσουν να αποδείξουν ότι, αν μη τι άλλο, συνειδητοποιούν την κρισιμότητα της κατάστασης.

Η αλήθεια, βεβαίως, είναι ότι με βάση τα σημερινά δεδομένα, δύσκολα θα υπάρξουν σαφείς αποφάσεις και ξεκάθαρα, δεσμευτικά για όλους χρονοδιαγράμματα. Έτσι, δεν αποκλείεται η διάσκεψη να περιοριστεί στα μηνύματα που θα στείλει το κοινό ανακοινωθέν το οποίο (εκτός απροόπτου) θα εγκριθεί με τη λήξη της.

Το «φάουλ» του Σι Τζινπίνγκ

Μέχρι να έρθει εκείνη η στιγμή, όμως, θα έχουν μεσολαβήσει πολλά. Ένα από αυτά έχει να κάνει με τις συνέπειες που έχει η απόφαση του προέδρου της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, να υποβαθμίσει τη διάσκεψη. Κάτι που αποτυπώθηκε όχι μόνο στην απουσία του από τη Γλασκόβη, αλλά και από την επιλογή του να μην εμφανιστεί ούτε από τις οθόνες, αλλά να περιοριστεί σε ένα μάλλον τυπικό γραπτό μήνυμα (αν και οι συνεργάτες του κατηγόρησαν γι’ αυτό τους… διοργανωτές).

Η στάση αυτή προκάλεσε τη συντονισμένη επίθεση Αμερικανών και Ευρωπαίων σε βάρος του Σι και του Πεκίνου. Οι φιλοδοξίες της Κίνας να διαδραματίσει ηγετικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο «θα έπρεπε να συνοδεύονται και από ανάλογη στάση για το κλίμα», δήλωσε χαρακτηριστικά η πρόεδρος της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν.

Ανάλογα ήταν τα σχόλια που έκανε τόσο ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Τζο Μπάιντεν όσο και ο σύμβουλος εθνικής ασφαλείας, Τζέικ Σάλιβαν, καυτηριάζοντας τη στάση των Κινέζων και του ηγέτη τους. Προφανώς δε, πίσω από την προφανή κριτική, υπάρχει και ένας ακόμη στόχος, πιο μακροπρόθεσμος.

ΗΠΑ και ΕΕ επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν το «φάουλ» του Σι προκειμένου να υπονομεύσουν την εικόνα που έχει προσπαθήσει να οικοδομήσει όλα τα προηγούμενα χρόνια. Εικόνα που τον παρουσιάζει ως διαπρύσιο κήρυκα του διαλόγου, του ελεύθερου εμπορίου, της ειρήνης και γενικώς του «καλού» – απέναντι στους «κακούς» Αμερικανούς και, δευτερευόντως, Ευρωπαίους.

Κρίσιμος παράγοντας και η Ινδία

Ταυτόχρονα, η Δύση θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει τη δυσφορία που προκάλεσε η απουσία του Σι, όπως άλλωστε και του Βλαντιμίρ Πούτιν, προς μία ακόμη κατεύθυνση: Για να οικοδομήσει στενότερους δεσμούς με άλλες χώρες που μπορούν να αποδειχθούν καθοριστικές στη διαμόρφωση της νέας «παγκόσμιας τάξης πραγμάτων», όπως η Ινδία και η Ινδονησία, το Μεξικό και η Βραζιλία.

Ειδικά στην περίπτωση της Ινδίας, εκτός της διπλωματίας και της γεωπολιτικής, υπάρχει και μια επιτακτική διάσταση που αφορά άμεση την κλιματική κρίση. Κι αυτό διότι, ως η τρίτη κατά σειρά χώρα με βάση τις εκπομπές διοξειδίου, μετά την Κίνα και τις ΗΠΑ, η Ινδία έχει δεσμευτεί να καταστεί «ουδέτερη» μέχρι το 2070, δηλαδή 20 χρόνια μετά τη συντριπτική πλειοψηφία των υπολοίπων. Κάτι τέτοιο, όμως, μπορεί να υπονομεύσει τη συνολική προσπάθεια – απαιτώντας παράλληλα τεράστια κεφάλαια που από κάπου πρέπει να βρεθούν.

Φυσικά, οι διαπραγματεύσεις στην COP26 δεν θα περιστρέφονται αποκλειστικά γύρω από την Κίνα – όσο και αν η δική της μη συνεργασία είναι καθοριστική για την έκβαση της διάσκεψης. Ήδη, εξάλλου, εκδηλώθηκαν δύο σημαντικές πρωτοβουλίες, που αφορούν στην καταστροφή των δασών του πλανήτη και τις εκπομπές μεθανίου.

Η Διακήρυξη για τα δάση

«Αυτά τα υπέροχα οικοσυστήματα – οι καθεδρικοί της φύσης – αποτελούν τους πνεύμονες του πλανήτη μας. Τα δάση στηρίζουν τις κοινότητες, τον τρόπο ζωής και τον εφοδιασμό μας σε τρόφιμα, απορροφώντας και το διοξείδιο που εκπέμπουμε στην ατμόσφαιρα. Έχουν ζωτική σημασία για την ίδια μας την επιβίωση», αναφέρει χαρακτηριστικά η Διακήρυξη για τα Δάση και τη Χρήση της Γης, την οποία θα υπογράφουν περισσότερες από 100 χώρες.

Ανάμεσά τους θα βρίσκεται και η Κίνα, αλλά και η Βραζιλία, από την οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό το μέλλον του Αμαζονίου. Μάλιστα, ο πρόεδρος της τελευταίας, Ζαΐχ Μπολσονάρου, έχει δεσμευτεί η αποψίλωση να σταματήσει ως το 2030 – αν και αρκετοί τον θεωρούν εξαιρετικά αφερέγγυο.

Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι οι επιφυλάξεις δεν αφορούν μόνο στη Βραζιλία. Αιτία είναι το γεγονός ότι και εδώ, η Διακήρυξη δεν συνοδεύεται από συγκεκριμένο «οδικό χάρτη» και χρονοδιαγράμματα, που θα πείσουν ότι η καταστροφή θα σταματήσει όντως.

Stop στις εκπομπές μεθανίου

Την ίδια στιγμή, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ και ενεργό συμμετοχή της ΕΕ, πρόκειται να παρουσιαστεί και ένα παγκόσμιο σύμφωνο για τον περιορισμό εκπομπών μεθανίου, που από ορισμένους θεωρείται πιο επικίνδυνο από το διοξείδιο του άνθρακα. Ο περιορισμός τίθεται στόχος να φτάσει το 30% σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2020 ως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας.

Εδώ, οι πληροφορίες αναφέρουν ότι θα υπογράφουν περίπου 90 χώρες, στις οποίες όμως δεν περιλαμβάνονται ορισμένοι από τους μεγαλύτερους ρυπαντές: Κίνα, Ινδία και Ρωσία. Σε κάθε περίπτωση δε, κρίσιμος παράγοντας είναι το λιώσιμο των πάγων στην Αρκτική και Ανταρκτική. Κι αυτό διότι οι επιστήμονες εκτιμούν ότι κάτω από αυτούς υπάρχουν εγκλωβισμένες τεράστιες ποσότητες μεθανίου, που εάν απελευθερωθούν θα δώσουν ίσως τη χαριστική βολή στη γήινη ατμόσφαιρα.

Τα ανοιχτά μέτωπα είναι, λοιπόν, πολλά και οι προκλήσεις για τους ηγέτες μεγάλες. Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό – ή πεδίο ατίμωσης σκοτεινό.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Green