Σε ένα ακραίο σενάριο, ο αντίκτυπος της κρίσης στην Ουκρανία στις τιμές της ενέργειας θα μπορούσε να προσθέσει έως και δύο ποσοστιαίες μονάδες στο ανώτατο όριο του πληθωρισμού στην ευρωζώνη φέτος, και μιάμιση ποσοστιαία μονάδα στο σύνολο του έτους. Και η επίδραση αυτού στην πολιτική της ΕΚΤ μπορεί να εξαρτηθεί από το πόσο σοβαρή θα γίνει η κρίση.

Αυτό γράφει σε έκθεσή του ο αναλυτής της Capital Economics, Τζακ Άλεν-Ρέινολντς, επιχειρώντας μια πρώτη πρόβλεψη για τις επιπτώσεις που θα έχει η ουκρανική κρίση στον πληθωρισμό της ζώνης του ευρώ.

Ο Τζακ Άλεν-Ρέινολντς τονίζει ότι αν και οι κυρώσεις της ΕΕ στη Ρωσία ήταν μέχρι στιγμής ασήμαντες από μακροοικονομική άποψη, σίγουρα θα αυξάνονταν εάν ο Πρόεδρος Πούτιν ξεκινούσε μια ολοκληρωτική εισβολή στην Ουκρανία.

Αν κλείσουν οι στρόφιγγες

Και αν η Ρωσία ανταπέδιδε περιορίζοντας την παροχή φυσικού αερίου, αυτό θα μπορούσε να έχει μεγάλο αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα της ευρωζώνης. Ωστόσο, ο πιο σημαντικός αντίκτυπος στην ευρωζώνη είναι πιθανό να είναι οι περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων.

Ο αναλυτής της CE υπενθυμίζει ότι το 2020, η Ρωσία παρείχε περίπου το 40% των εισαγωγών άνθρακα και προϊόντων πετρελαίου της Ευρώπης και περίπου το ένα πέμπτο των εισαγωγών φυσικού αερίου της. Και η Ευρώπη αντιπροσωπεύει περίπου το ήμισυ των εξαγωγών της Ρωσίας και των δύο καυσίμων.

«Αυτή η αμοιβαία εξάρτηση μας κάνει να αμφιβάλλουμε ότι οποιαδήποτε πλευρά θα βιαστεί να διακόψει το εμπόριο ενέργειας» τονίζει, προσθέτοντας ωστόσο, ότι οι τιμές της ενέργειας θα μπορούσαν να αυξηθούν απότομα, για παράδειγμα, εάν η σύγκρουση στην Ουκρανία προκαλούσε φυσική αναστάτωση στο εμπόριο ενέργειας.

Σα 140 δολάρια το πετρέλαιο

«Είναι σαφές ότι υπάρχει τεράστια αβεβαιότητα, αλλά πιστεύουμε ότι οι τιμές του πετρελαίου θα μπορούσαν να κυμανθούν μεταξύ 120 και 140 δολαρίων ανά βαρέλι. Ενδεικτικά, αν υποθέσουμε ότι οι τιμές του αργού Brent αυξηθούν τον Μάρτιο στα 130 δολ. ανά βαρέλι και μετά παραμείνουν σε αυτό το επίπεδο, η προηγούμενη σχέση με τον πληθωρισμό των καυσίμων στην ευρωζώνη υποδηλώνει ότι θα προσθέσει περίπου μια ποσοστιαία μονάδα στην πρόβλεψη για τον μέσο ονομαστικό πληθωρισμό φέτος»

Οι τιμές του φυσικού αερίου θα μπορούσαν να αυξηθούν ακόμη πιο δραματικά. Εάν επέστρεφαν στο υψηλό όλων των εποχών των 180 ευρώ ανά MWH που έφτασαν τον Δεκέμβριο και στη συνέχεια παρέμεναν εκεί, αυτό θα πρόσθετε άλλη μια ποσοστιαία μονάδα στην κορυφή του ονομαστικού επιτοκίου και μισή ποσοστιαία μονάδα κατά μέσο όρο στο σύνολο του έτους.

Ο συνδυασμένος αντίκτυπος μιας τέτοιας αύξησης στις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου θα ήταν να αυξήσει την πρόβλεψή της CE για τον μέσο ονομαστικό πληθωρισμό το 2022 κατά μιάμιση ποσοστιαία μονάδα.

Λίγες πιθανότητες για το ακραίο σενάριο

Ό Τζακ Άλεν-Ρέινολντς πάντως σπεύδει να τονίσει ότι στην πράξη, αμφιβάλλει ότι ο αντίκτυπος θα είναι τόσο μεγάλος: «Τελικά, οι εμπορικές ροές πετρελαίου θα επαναδρομολογηθούν, γεγονός που θα οδηγήσει σε πτώση των τιμών. Μπορεί να χρειαστεί περισσότερος χρόνος για να μειωθούν οι τιμές του φυσικού αερίου, αλλά δεν θα περιμέναμε να παραμείνουν στα 180 ευρώ επ’ αόριστον, εκτός εάν υπάρξει αμετάκλητη κατάρρευση των οικονομικών σχέσεων ΕΕ-Ρωσίας».

Επιπλέον, η μετάβαση από τις υψηλότερες τιμές χονδρικής ενέργειας στις τιμές καταναλωτή πιθανότατα θα μετριαστεί από περαιτέρω κυβερνητικά δημοσιονομικά μέτρα.

Ως εκ τούτου, θα μπορούσε να υπάρξει πρόσθετη ανοδική πίεση στον πληθωρισμό μέσω των τιμών των τροφίμων. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός λιπασμάτων στον κόσμο και, όπως ανέφερε η Κριστίν Λαγκάρντ στην τελευταία συνέντευξη Τύπου της ΕΚΤ, οι τιμές των λιπασμάτων είναι ήδη πολύ υψηλές. Η Ουκρανία είναι επίσης σημαντικός εξαγωγέας ηλιόσπορων, και εάν η παραγωγή παρεμποδιζόταν, θα περιμέναμε να αυξηθούν οι τιμές όλων των μαγειρικών ελαίων.

Σημειώνει επίσης, ότι η κρίση έχει ήδη οδηγήσει σε άνοδο της τιμής του φοινικέλαιου, το οποίο χρησιμοποιείται εκτενώς στα επεξεργασμένα τρόφιμα.

Τέλος, ο Τζακ Άλεν-Ρέινολντς αναφέρει ότι οι προσδοκίες των επενδυτών για τα ευρωπαϊκά επιτόκια δεν έχουν αλλάξει πολύ τις τελευταίες δύο εβδομάδες, υποδηλώνοντας ότι δεν αναμένουν ότι η κατάσταση στην Ουκρανία θα βγάλει την ΕΚΤ εκτός πορείας. Ομοίως, εξακολουθούν να προβλέπουν δύο αυξήσεις επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης μέχρι το τέλος του έτους. Όμως το επίπεδο αβεβαιότητας έχει ανέβει από ένα ήδη υψηλό επίπεδο και η κατάσταση θα μπορούσε να αλλάξει πολύ γρήγορα.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία