Την έναρξη της διαδικασίας για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης σηματοδοτεί σήμερα η Κομισιόν, με την παρουσίαση των προτάσεών της. Τα μέτρα ανέλυσαν σε συνέντευξη Τύπου ο εκτελεστικός αντιπρόεδρος της Κομισιόν Βάλντις Ντομπρόβσκις, και ο επίτροπος της ΕΕ για Οικονομικές Υποθέσεις Πάολο Τζεντιλόνι.

Οι προτάσεις αυτές έρχονται εν μέσω αντιδράσεων -κυρίως από τη Γερμανία- η οποία ζητά δημοσιονομική πειθαρχία…

Οι προτάσεις της Κομισιόν για το νέο Σύμφωνο Σταθερότητας – Τι λέει για έλλειμμα και χρέος

Υπενθυμίζεται ότι οι δημοσιονομικοί κανόνες είχαν ανασταλεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, προκειμένου να δώσουν ευελιξία στις στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης να υποστηρίζουν τις επιχειρήσεις και τους πολίτες τους χωρίς να παραβιάζουν τους κανόνες. Η αναστολή παρατάθηκε μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, που βύθισε την Ευρωπαϊκή Ένωση σε ενεργειακή κρίση.

Οι υπουργοί Οικονομικών επιθυμούν να καταλήξουν σε συμφωνία πριν από το τέλος του τρέχοντος έτους, ώστε το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης να εφαρμοστεί ξανά από το 2024, και σίγουρα πριν από τις ευρωεκλογές.

H άτυπη Σύνοδος των υπουργών Οικονομίας και Οικονομικών της ΕΕ και των Διοικητών των Κεντρικών Τραπεζών

Μέσα στο κλίμα αυτό οι υπουργοί Οικονομίας και Οικονομικών της ΕΕ και οι Διοικητές των Κεντρικών Τραπεζών θα παραστούν στις 28 και 29 Απριλίου, σε άτυπη συνεδρίαση στη Στοκχόλμη, υπό την προεδρία της υπουργού Οικονομικών Elisabeth Svantesson.

Όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, στην ατζέντα περιλαμβάνονται συζητήσεις για τον ρόλο της δημοσιονομικής πολιτικής στις συνολικές πολιτικές σταθεροποίησης. Τα θέματα προς συζήτηση θα περιλαμβάνουν την καταλληλότητα της δημοσιονομικής πολιτικής για σταθεροποίηση σε διαφορετικές καταστάσεις, τον συμβιβασμό μεταξύ διακριτικών πολιτικών και αυτόματων σταθεροποιητών και τον τρόπο με τον οποίο οι διαφορετικές συνθήκες στα κράτη μέλη επηρεάζουν το περιθώριο ελιγμών.

Οι προτάσεις

«Πολλά έχουν αλλάξει από τότε που η ΕΕ κατάρτισε για πρώτη φορά τους δημοσιονομικούς της κανόνες τη δεκαετία του 1990. Ζούμε σε έναν πολύ διαφορετικό κόσμο από πριν από τριάντα χρόνια: διαφορετικές προκλήσεις, διαφορετικές προτεραιότητες. Το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί κατακόρυφα. Πέρυσι, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ της ΕΕ έφτασε στο 84% – περίπου 20% περισσότερο από ό,τι πριν από δύο δεκαετίες. Σήμερα, ορισμένες χώρες της ΕΕ έχουν δείκτες δημόσιου χρέους που υπερβαίνουν κατά πολύ το 100% του ΑΕΠ τους» τόνισε χαρακτηριστικά ο Ντομπρόσκις παρουσιάζοντας τις προτάσεις της Κομισιόν.  Μεταξύ αυτών η Ελλάδα, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Κύπρος αλλά και το Βέλγιο.

Πρόσθεσε ότι στόχος είναι να ενισχυθεί η βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους μέσω σταδιακής, ρεαλιστικής δημοσιονομικής εξυγίανσης – και να τονωθεί η βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη μέσω φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων.

Υπενθύμισε μάλιστα, ότι τον περασμένο μήνα, οι υπουργοί Οικονομικών της ΕΕ συμφώνησαν σε ορισμένα βασικά στοιχεία που έπρεπε να συμπεριληφθούν και ζήτησαν από την Επιτροπή να εξετάσει ορισμένα περαιτέρω στοιχεία.

«Κάθε κράτος μέλος θα πρέπει να δεσμευτεί για ένα μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό διαρθρωτικό σχέδιο. Επομένως, είναι μια πραγματική απόκλιση από τη σημερινή προσέγγιση που ταιριάζει σε όλους. Το σχέδιο θα πρέπει να έχει σαφείς δημοσιονομικούς στόχους για την επίτευξη σταδιακής και διαρκούς μείωσης των δεικτών του δημόσιου χρέους ή για τη διατήρηση του χρέους σε συνετά επίπεδα για τις χώρες με χαμηλό χρέος. Κατά κανόνα, τα σχέδια θα πρέπει να ισχύουν για τέσσερα χρόνια» υπογράμμισε και πρόσθεσε ότι αν μία χώρα θέλει να παρατείνει αυτήν την περίοδο, πρέπει να δεσμευτεί για διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που πληρούν ορισμένα κριτήρια.

Οι τιμές αναφοράς

Και διευκρίνισε ότι οι τιμές αναφοράς της Συνθήκης παραμένουν σε ισχύ: 3% του ΑΕΠ για το δημόσιο έλλειμμα και 60% του ΑΕΠ για το δημόσιο χρέος.

Για τα κράτη μέλη που υπερβαίνουν οποιαδήποτε από αυτές τις τιμές, η Επιτροπή θα εκδώσει τεχνικές τροχιές που θα χρησιμοποιηθούν ως βάση για κάθε σχέδιο.

Ο λόγος του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ πρέπει να είναι χαμηλότερος στο τέλος της περιόδου που καλύπτει το σχέδιο από ό,τι στην αρχή.

Οι κυρώσεις

Αναφερόμενος στις «τιμωρίες» ο κ. Ντρομπρόβσκις υπογράμμισε ότι η Κομισιόν υποστηρίζει ότι πρέπει να διατηρηθεί η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που βασίζεται στο έλλειμμα.

Όσον αφορά τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος που βασίζεται στο χρέος: αυτή θα ενισχυθεί. Θα ανοίξει από προεπιλογή εάν οι χώρες με σημαντικές προκλήσεις χρέους δεν συμμορφωθούν με τους κανόνες. Επιπλέον, οι χώρες θα αντιμετωπίσουν αυστηρότερες δημοσιονομικές απαιτήσεις εάν δεν πραγματοποιήσουν τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις για τις οποίες έχουν δεσμευτεί.

Οι προκλήσεις

Από την πλευρά του ο Πάολο Τζεντιλόνι υπογράμμισε ότι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα απέχουν πολύ από αυτές της δεκαετίας του 1990: «το δημόσιο χρέος έχει αυξηθεί και το ίδιο και οι επενδυτικές μας ανάγκες, είτε για τις πράσινες και ψηφιακές μεταβάσεις, την ασφάλεια και την άμυνα είτε την ανθεκτικότητα των βιομηχανικών αλυσίδων εφοδιασμού μας« επεσήμανε.

Οι σημερινές προτάσεις αφορούν και τις δύο αυτές πτυχές: στοχεύουν να επιφέρουν μια πιο σταδιακή αλλά σταθερότερη μείωση των επιπέδων του χρέους και να τονώσουν τη βιώσιμη και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξη μέσω επενδύσεων και μεταρρυθμίσεων.

«Σήμερα σηματοδοτεί την έναρξη ενός νέου κεφαλαίου σε αυτή την ιστορία, στο οποίο η εύρεση ενότητας θα είναι εξίσου σημαντική. Ανυπομονούμε να συνεργαστούμε με τα κράτη μέλη και με το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, να εξηγήσουμε, να πείσουμε και να καθησυχάσουμε. Εν ολίγοις, να βοηθήσουμε στην οικοδόμηση συναίνεσης για τη γεφύρωση των υφιστάμενων διαφορών των κρατών μελών» τόνισε.

Οι γερμανικές αντιδράσεις

Ο γερμανικός Τύπος σχολιάζει ότι ο ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Κριστιάν Λίντνερ δεν έχει καταφέρει μέχρι στιγμής να επιβληθεί στη διαμάχη για το Σύμφωνο Σταθερότητας.

Όλοι συμφωνούν τουλάχιστον σε ένα σημείο, σύμφωνα με την εφημερίδα Die Welt: «το παλιό Σύμφωνο Σταθερότητας δεν λειτουργεί». Τι πρέπει να αλλάξει όμως; Εδώ οι απόψεις διίστανται. Η Κομισιόν θέλει να αμβλύνει το σύμφωνο σταθερότητας, η Γερμανία είναι αντίθετη και επιμένει σε σκληρούς κανονισμούς. Μολονότι σύμφωνα με την Welt «η θέση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης θα μπορούσε να βοηθήσει την Ευρώπη».

Οι ανησυχίες

Υποστήριξη βρίσκει ο Κρίστιαν Λίντνερ από τους οικονομολόγους του Γερμανικού Οικονομικού Ινστιτούτου, που υπολόγισαν, σύμφωνα με τη Welt, πώς θα μπορούσαν να εξελιχθούν τα δημοσιονομικά ελλείμματα της Ιταλίας, της Γαλλίας, της Ισπανίας και της Γερμανίας τα επόμενα πέντε χρόνια. «Εάν η ΕΕ ακολουθήσει τη γερμανική πρόταση, το χρέος στις τέσσερις χώρες θα μειωθεί αισθητά. Αν όχι, ο ρυθμός μείωσης θα είναι πολύ αργός.»

Γιατί όμως επιμένει η Κομισιόν σε πιο «χαλαρούς κανόνες»; Την απάντηση δίνει η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt. «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε κακές εμπειρίες με τους προκαθορισμένους στόχους μείωσης. Μέχρι στιγμής, ο κανόνας ήταν ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να μειώσουν τα επίπεδα του χρέους τους στο 60% του ΑΕΠ εντός 20 ετών», αναφέρει η εφημερίδα.

«Στην περίπτωση της Ιταλίας και της Ελλάδας αυτό θα απαιτούσε έναν τόσο ισχυρό συνδυασμό αυξήσεων φόρων και περικοπών δαπανών, που η οικονομία θα μπορούσε να καταρρεύσει και ο ποσοστό χρέους προς το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) πιθανότατα να αυξηθεί.»

Αυστηροί κανόνες

Ο ίδιος ο Λίντνερ σε άρθρο γνώμης που δημοσίευσαν οι Financial Times αναφέρει ότι τα υγιή δημόσια οικονομικά αποτελούν προϋπόθεση για να καταστεί δυνατή η οικονομική ανάπτυξη στην ΕΕ

Για τον Γερμανό υπουργό πρέπει να διασφαλιστούν δημοσιονομικά αποθέματα για πιθανές μελλοντικές κρίσεις, πράγμα που ισχύει ιδιαίτερα καθώς τα τελευταία χρόνια όλα τα κράτη μέλη έχουν καταβάλει οικονομικές προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν πρώτα την πανδημία και μετά τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία.

Θεωρεί ότι το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης δεν έχει εκπληρώσει επαρκώς τις ελπίδες των μελών, οπότε χρειαζόμαστε σαφείς και αυστηρά επιβαλλόμενους κανόνες που διασφαλίζουν υγιή δημόσια οικονομικά εντός της ΕΕ. Επί του παρόντος, η ΕΕ βρίσκεται σε συζητήσεις για τον μελλοντικό σχεδιασμό του κοινού ευρωπαϊκού δημοσιονομικού πλαισίου για να ενισχυθεί το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, την αναμόρφωση του οποίου δεν θεωρεί αυτοσκοπό.

Με βάση τη λεγόμενη ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, η Επιτροπή θα προτείνει τις δαπάνες έκαστου κράτους μέλους για τα επόμενα τέσσερα χρόνια ως βάση για περαιτέρω διμερείς συζητήσεις. Αλλά τέτοιες αναλύσεις θεωρεί ότι, τελικά, θα κατέληγαν αντικείμενο πολιτικής διαπραγμάτευσης.

Αυστηρό σύστημα κανόνων

Ο Λίντνερ πιστεύει ότι απαιτείται αυστηρό λειτουργικό σύστημα δημοσιονομικών κανόνων για ίση μεταχείριση των κρατών μελών. Ο πολυμερής χαρακτήρας της δημοσιονομικής εποπτείας της ΕΕ πρέπει να διατηρηθεί, ώστε να διατηρηθεί κοινή αντίληψη για τα υγιή δημόσια οικονομικά στο μπλοκ. Οι κοινοί δημοσιονομικοί κανόνες πρέπει να διασφαλίζουν ταχεία και επαρκή μείωση των ελλειμμάτων και των υψηλών δεικτών χρέους, επιτρέποντας παράλληλα τις απαραίτητες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις.

Ο υπουργός θεωρεί ότι για να επιτευχθούν αυτοί οι στόχοι, οι τιμές αναφοράς του 3% του ΑΕΠ για τον λόγο του ελλείμματος, και του 60% του ΑΕΠ για το λόγο χρέους πρέπει να παραμείνουν ανέπαφες, και τονίζει ότι η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος σε περίπτωση παραβίασης του κριτηρίου δεν πρέπει να αλλάξει.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Οικονομία
Επίδομα γένννησης: Τη Μ. Τρίτη 30 Απριλίου καταβάλλονται τα αναδρομικά σε 58.912 μητέρες
Οικονομία |

Πότε πληρώνονται τα αναδρομικά του επιδόματος γέννησης σε 58.912 μητέρες

Το επιπλέον ποσό που προκύπτει μετά την αύξηση του επιδόματος γέννησης, καταβάλλεται στις δικαιούχους χωρίς αυτές να υποβάλλουν νέα αίτηση ή  προβούν σε οποιαδήποτε άλλη ενέργεια

Χατζηδάκης: Eνισχύσεις 600 εκατομμυρίων ευρώ στους αγρότες της Θεσσαλίας
Οικονομία |

Χατζηδάκης: Eνισχύσεις 600 εκατομμυρίων ευρώ στους αγρότες της Θεσσαλίας

Ο κ. Χατζηδάκης επισκέφτηκε και τον Οργανισμό Λιμένος Βόλου και είπε ότι η αποκατάσταση των μεγάλων ζημιών που έχει υποστεί το λιμάνι από τις κακοκαιρίες θα γίνει σε χρονικό διάστημα ενός έτους