Σε καθοριστικό παράγοντα προστασίας της οργανικής τους κερδοφορίας στην εποχή του φθηνού χρήματος, αναδεικνύεται το χαρτοφυλάκιο προθεσμιακών καταθέσεων των τραπεζών.
Πρόκειται για το μοναδικό καταθετικό προϊόν που επιβαρύνει αυτήν τη στιγμή τα αποτελέσματά τους, μιας και οι αποδόσεις στις λοιπές κατηγορίες είναι ουσιαστικά μηδενικές, προσφέροντας δωρεάν ρευστότητα στο σύστημα.
Μπορεί τα πιστωτικά ιδρύματα να κερδίζουν από την αξιοποίηση των υπολοίπων της πελατείας τους με την κατάθεσή τους στο Ευρωσύστημα, η οποία τους αποφέρει αυτήν τη στιγμή σε ετήσια βάση 2%, ωστόσο το συγκεκριμένο όφελος θα μπορούσε να είναι μεγαλύτερο.
Για τη μεγιστοποίησή του, όλες οι τράπεζες, συστημικές και μη, έχουν προχωρήσει από πέρυσι την άνοιξη σε σημαντικές περικοπές στα επιτόκια που προσφέρουν μέσω λογαριασμών προθεσμίας.
Τα στοιχεία της ΤτΕ
Αυτές οι κινήσεις αποτυπώνονται στα στοιχεία που δημοσιεύει κάθε μήνα η Τράπεζα της Ελλάδος.
Σύμφωνα με αυτά, τον περασμένο Ιούνιο οι αποδόσεις στις νέες προθεσμιακές καταθέσεις διαμορφώνονταν στα ακόλουθα επίπεδα:
– Νοικοκυριά
- 1,20% στα προϊόντα με διάρκεια έως και 1 έτος έναντι 1,86% ένα χρόνο νωρίτερα,
- 1,17% στα προϊόντα με διάρκεια άνω των 12 μηνών έναντι 1,79% τον Ιούνιο του 2024.
– Μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις
- 1,72% στα προϊόντα με διάρκεια έως και 1 έτος έναντι 3,16% ένα χρόνο νωρίτερα,
- 1,35% στα προϊόντα με διάρκεια άνω των 12 μηνών έναντι 1,96% τον Ιούνιο του 2024.
Η αποκλιμάκωση που καταγράφεται έχει ήδη επιδράσει σε θετικά στο κόστος που προέρχεται από το υφιστάμενο απόθεμα προθεσμιακών καταθέσεων. Ειδικότερα, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο στα νοικοκυριά είχε πέσει τον περασμένο Ιούνιο στο 1,39% από 1,85% το 2024 και στις επιχειρήσεις στο 1,78% από 3% περίπου αντίστοιχα.
Η επόμενη ημέρα
Όπως σχολιάζουν αναλυτές που παρακολουθούν τον κλάδο, είναι σαφές ότι τα περιθώρια περαιτέρω αποκλιμάκωσης των αποδόσεων παραμένουν σημαντικά.
Στο πλαίσιο αυτό, τονίζουν, οι τράπεζες έχουν ένα όπλο στη φαρέτρα τους για μείωση των έντοκων εξόδων τα επόμενα τρίμηνα, αναπληρώνοντας ένα μέρος των απωλειών στα έσοδα από τα δάνεια.
Άρα, έχει σημασία ποιο είναι σήμερα το μερίδιο των υπολοίπων σε λογαριασμούς προθεσμίας. «Όσο πιο υψηλό, τόσο μεγαλύτερα και τα περιθώρια εξοικονόμησης το επόμενο διάστημα», υποστηρίζουν σχετικά.
Όπως λένε, «μία τράπεζα με μικρό ποσοστό σε προθεσμιακές καταθέσεις επί του συνόλου των κεφαλαίων πελατείας, μπορεί να έχει σήμερα χαμηλότερη επιβάρυνση σε τόκους, ωστόσο η μείωση του κόστους που μπορεί να πετύχει από εδώ και στο εξής είναι περιορισμένη».
Στον αντίποδα, μία τράπεζα με υψηλή συμβολή των λογαριασμών προθεσμίας επί της καταθετικής της βάσης, έχει τη δυνατότητα να περιορίσει σε μεγαλύτερο βαθμό τους τόκους που πληρώνει στους πελάτες της, μέσω αλλαγών στην επιτοκιακή της πολιτική.
Τα μερίδια ανά τράπεζα
Στο τέλος του περασμένου Ιουνίου μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και νοικοκυριά τηρούσαν στις ελληνικές τράπεζες 199,72 δισ. ευρώ.
Από αυτά, τα 45,96 δισ. ευρώ βρίσκονταν σε λογαριασμούς προθεσμίας, αντιπροσωπεύοντας το 23% των συνολικών υπολοίπων.
Μπορεί να έχουν υποχωρήσει από το υψηλό των 48,8 δισ. ευρώ, που είχε καταγραφεί το Δεκέμβριο του 2024 (μερίδιο 25%), υπάρχουν ωστόσο ακόμη σημαντικά περιθώρια μείωσής τους.
Το μείγμα των καταθέσεων πάντως διαφέρει μεταξύ των συστημικών ομίλων. Από τα στοιχεία που έδωσαν στη δημοσιότητα για το α΄ εξάμηνο του 2025, προκύπτουν τα εξής:
- Στην Alpha Bank οι καταθέσεις πελατείας διαμορφώνονταν σε 51,3 δισ. ευρώ και οι προθεσμιακές καταθέσεις αντιπροσώπευαν το 27% των συνολικών υπολοίπων (13,85 δισ. ευρώ)
- Στη Eurobank το 34% των καταθέσεων ή 26,59 δισ. ευρώ σε επίπεδο ομίλου, επί συνολικού ύψους 78,2 δισ. ευρώ, ήταν τοποθετημένο σε λογαριασμούς προθεσμίας
- Η Εθνική Τράπεζα έχει το χαμηλότερο μερίδιο σε προθεσμιακές καταθέσεις. Από το σύνολο των 56,6 δισ. ευρώ, μόλις το 20% ή 11,32 δισ. ευρώ βρίσκονταν σε προϊόντα προσυμφωνημένης διάρκειας
- Ελαφρώς υψηλότερο, στο 21%, ήταν το αντίστοιχο μερίδιο στην Πειραιώς, με 13,23 δισ. ευρώ σε λογαριασμούς προθεσμίας, επί συνόλου 63 δισ. ευρώ καταθέσεων πελατείας.