Σε αναβρασμό βρίσκονται οι πλούσιοι Κινέζοι πελάτες των ελβετικών τραπεζών και μαζί τους τα υψηλόβαθμα στελέχη των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Τον αναβρασμό αυτό πυροδότησε η αλλαγή στάσης της Ελβετίας μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και τις κυρώσεις που επέβαλαν οι ρυθμιστικές αρχές σε Ρώσους ολιγάρχες.

Η αλλαγή στάσης έχει προκαλέσει έναν έντονο προβληματισμό στους Κινέζους πελάτες των ελβετικών τραπεζών, καθώς βλέπουν ότι η μεταφορά κεφαλαίων τους στην Ελβετία εγκυμονεί τον κίνδυνο να παγώσουν τα χρήματά τους. Με την Κίνα να διατηρεί τις σχέσεις της με τη Ρωσία ακλόνητες την ώρα που η Δύση έχει επιδοθεί σε ένα μπαράζ κυρώσεων σε φυσικά και νομικά πρόσωπα, τίποτα δεν εξασφαλίζει στους Κινέζους ότι τα χρήματά τους δεν θα τεθούν στο μικροσκόπιο των ελβετικών ρυθμιστικών αρχών.

Από τη μεριά τους τα στελέχη των τραπεζών προβληματίζονται επίσης, καθώς οι Κινέζοι πελάτες αποτελούν μια σοβαρή πηγή εσόδων. Όπως αναφέρει στους Financial Times ένα τραπεζικό στέλεχος που επιβλέπει τις δραστηριότητες της τράπεζας του στην Ασία, δεν μείναμε έκπληκτοι από την εγκατάλειψη του ουδέτερου στάτους της Ελβετίας, έχουμε υποστεί σοκ. Μάλιστα ο ίδιος επικαλείται στατιστικά στοιχεία τα οποία υποδεικνύουν ότι στην κυριολεξία εκατοντάδες πελάτες οι οποίοι είχαν σκοπό να ανοίξουν λογαριασμό δεν θα το κάνουν.

Παρόμοια είναι η κατάσταση που περιγράφουν στους FT στελέχη έξι εκ των δέκα μεγαλυτέρων τραπεζών στην Ελβετία, σε μια χώρα της οποίας σημειωτέον οι χρηματιστηριακές αγορές προσελκύουν πολλές Αρχικές Δημόσιες Εγγραφές αρκετών κινεζικών εταιρειών, από τη στιγμή που στις αντίστοιχες αμερικανικές οι ρυθμιστικές αρχές έχουν καταστήσει πιο αυστηρό το πλαίσιο για την είσοδό τους στο χρηματιστήριο.

Στον προβληματισμό τους περικλείεται ακόμη και η πορεία των τραπεζών και η ανάπτυξή τους. «Το θέμα των κυρώσεων απασχολεί τους πελάτες. Ήταν σίγουρα ένα θέμα ανησυχίας για τους πελάτες στα τέλη του περασμένου έτους. Ρωτούσαν αν τα χρήματά τους θα ήταν ασφαλή σε μας», σημειώνει ένα τραπεζικό στέλεχος.

Ο τραπεζικός κλάδος σε κίνδυνο

Η Άνκε Ρέινγκρεν, αναλύτρια της RBC, εστιάζει στο τι διακυβεύεται για τον ελβετικό τραπεζικό κλάδο, ο οποίος συνεισφέρει κατά 10% στο ΑΕΠ της χώρας. «Η Ασία συμβάλει σημαντικά στην κερδοφορία των ελβετικών τραπεζών. Αν δούμε τις τιμές των μετοχών τους, υπάρχει πολύ μεγάλη συσχέτιση με τους ασιατικούς δείκτες κι αυτό διότι ένα μεγάλο μέρος των κερδών προέρχεται από την Ασία και ιστορικά ένα άλλο σημαντικό κομμάτι από τη διαχείριση προσωπική περιουσίας».

«Επί ποδός πολέμου»

Κάποιες εκ των τραπεζών έχουν δηλώσει ότι καταστρώνουν «πολεμικά σχέδια» προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες στην περίπτωση που οι σχέσεις με την Κίνα επιδεινωθούν σημαντικά. Στο τραπέζι των συζητήσεων τίθενται επίσης και οι τρόποι που θα προστατεύσουν αλλά και θα καθησυχάσουν τους Κινέζους πελάτες τους.

Ο Αντρέας Βεντίτι αναλυτής της Vontobel για τις τράπεζες, προειδοποιεί ότι όλοι οι Ελβετοί διαχειριστές περιουσίας πρέπει να σταθμίσουν τον αντίκτυπο από την αλλαγή στάσης της Ελβετίας αναφορικά με τις τις κυρώσεις. «Είναι το θέμα που βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα σε επίπεδο διοικητικών συμβουλίων και στελεχών. Όλοι προσπαθούν να προετοιμαστούν για το τι θα ακολουθήσει». Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πέρυσι, η ελβετική κυβέρνηση κινήθηκε στο ίδιο μήκος κύματος με την Ευρωπαϊκή Ένωση στην επιβολή κυρώσεων κατά της Ρωσίας και των Ρώσων ολιγαρχών που πρόσκεινται στον Βλαντίμιρ Πούτιν.

Τις τελευταίες εβδομάδες, διάφορα περιστατικά όπως το μπαλόνι που εισήλθε στον εναέριο χώρο των ΗΠΑ και η πιθανή προμήθεια όπλων της Ρωσίας από την Κίνα φέρνουν το ενδεχόμενο κυρώσεων κατά της δεύτερης πιο κοντά.

Αμερικανός διπλωμάτης που εδρεύει στη Βέρνη δήλωσε ότι αξιωματούχοι του γραφείου του «παρακολουθούν στενά» τον κινεζικό πλούτο στην Ελβετία. Ένα από τα τραπεζικά στελέχη πιστεύει ότι η Ελβετία κινήθηκε κατά των Ρώσων πελατών πολύ γρήγορα.  «Σε κάποιο σημείο πρέπει να τραβήξουμε μια γραμμή σε τι θα εμπλακεί η Ελβετία και τι όχι», δηλώνει χαρακτηριστικά.

Η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι η ουδετερότητα της χώρας παραμένει αναλλοίωτη, όμως δήλωσε ότι με τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας διακυβεύεται η «αξιοπιστία της ελβετικής ουδετερότητας» έναντι της «παραβίασης των θεμελιωδών κανόνων του διεθνούς δικαίου» από τη Ρωσία. Ο υπουργός Εξωτερικών Ιγνάθιο Κασίς έχει ανοίξει μια συζήτηση σχετικά με το τι σημαίνει ουδετερότητα και έχει υποστηρίξει δημοσίως μια πιο συνεργατική προσέγγιση.

Κέντρο συγκέντρωσης υπεράκτιου πλούτου

Η Ελβετία εξακολουθεί να είναι το νούμερο ένα κέντρο συγκέντρωσης υπεράκτιου πλούτου στον κόσμο, καθώς σε αυτήν συγκεντρώνεται το ένα τέταρτο του συνόλου παγκοσμίως. Περί των 7,5 δισ. ελβετικών φράγκων (8 δισ. δολάρια) προερχόμενα από τη Ρωσία έχουν επί του παρόντος παγώσει λόγω των ελβετικών κυρώσεων -ένα μικρό ποσοστό των 46,1 δισ. ελβετικών φράγκων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων που έχουν τοποθετηθεί στη χώρα από περίπου 7.500 πλούσιους Ρώσους, σύμφωνα με την ελβετική Κρατική Γραμματεία Οικονομικών Υποθέσεων.

Κατά την τελευταία δεκαετία, ωστόσο, η Ασία έχει καταστεί πολύ πιο σημαντική πηγή εσόδων. Η ελβετική κυβέρνηση δεν έχει αποκαλύψει το μέγεθος των κινεζικών περιουσιακών στοιχείων στη χώρα, ωστόσο αρχεία που δημοσιεύθηκαν το 2014 στη Διεθνή Κοινοπραξία Ερευνητών Δημοσιογράφων αποκάλυψε ότι ελβετικές τράπεζες είχαν δημιουργήσει λογαριασμούς για πολλά μέλη την κυβερνητικής ελίτ της Κίνας και τα παιδιά τους, συμπεριλαμβανομένου του γιου του πρώην πρωθυπουργού Γουέν Τζιαμπάο.

Το προφίλ των Κινέζων πελατών

Οι Ελβετοί τραπεζίτες λένε ότι η πλειονότητα των Κινέζων πελατών τους δεν ταιριάζει σε αυτό το προφίλ. Ένας από αυτούς υποστηρίζει ότι από την εμπειρία του, οι περισσότεροι είναι επιτυχημένοι, μικροί επιχειρηματίες, με περιουσίες της τάξης των 10 με 50 εκατ. ελβετικών φράγκων. Η απόρριψη αυτού του είδους των πελατών από τις ελβετικές τράπεζες θα αποτελούσε μεγάλο πλήγμα για τον κλάδο, σημειώνει. Ωστόσο, ένα άλλο υψηλόβαθμο στέλεχος του κλάδου της διαχείρισης περιουσίας εμφανίζεται πιο αισιόδοξο. «Είχα συνομιλίες με Κινέζους πελάτες που ήταν επιφυλακτικοί σχετικά με την υιοθέτηση κυρώσεων από την Ελβετία πέρυσι. Το εμπόριο ανάμεσα στην Κίνα και τις ΗΠΑ ανήλθε πέρυσι στα 700 δισ. δολάρια -αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει σύντομα».

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή