Οι ποδοσφαιρόφιλοι δύσκολα μπορούν να κατηγορήσουν το Κατάρ για τσιγκουνιές. Το αραβικό κράτος φέρεται να έχει ξοδέψει 300 δισεκατομμύρια δολάρια στα 12 χρόνια από τότε που κέρδισε τα δικαιώματα να φιλοξενήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο ανδρών. Αναμένεται ότι το τουρνουά θα εισφέρει μόνο 17 δισ. δολάρια στην οικονομία της χώρας. Μεγάλο μέρος αυτών των τεράστιων δαπανών έχει διατεθεί για οικοδομικές υποδομές, συμπεριλαμβανομένου ενός νέου δικτύου μετρό που κατασκευάστηκε για να εξυπηρετεί την μετακίνηση του 1,5 εκατομμύριου επισκεπτών που αναμένεται να δώσουν το «παρών» στο μεγαλύτερο πάρτι του ποδοσφαίρου. Οι διοργανωτές επιμένουν ότι όλη η οικοδομική δραστηριότητα θα εξυπηρετεί έναν σκοπό ακόμα και αφότου τα τελευταία σουτ περάσουν τα γκολπόστ. Θα πρέπει να προσεύχονται για κάτι τέτοιο. Ως επένδυση, οι τεράστιες αθλητικές διοργανώσεις είναι σχεδόν πάντα αποτυχίες (βλ. διάγραμμα).

Μεταξύ 1964 και 2018, 31 από τα 36 μεγάλα αθλητικά γεγονότα (όπως τα Παγκόσμια Κύπελλα ή οι θερινοί και χειμερινοί Ολυμπιακοί Αγώνες) είχαν μεγάλες οικονομικές απώλειες, σύμφωνα με ερευνητές του Πανεπιστημίου της Λωζάνης. Από τα 14 Παγκόσμια Κύπελλα που εξέτασαν, μόνο ένα ήταν ποτέ κερδοφόρο: το Παγκόσμιο Κύπελλο που διοργάνωσε η Ρωσία το 2018 δημιούργησε πλεόνασμα 235 εκατομμυρίων δολαρίων, ενισχυμένο από μια τεράστια συμφωνία για τα δικαιώματα μετάδοσης. Ωστόσο, το τουρνουά είχε μόνο 4,6% απόδοση επένδυσης. (Τα δεδομένα για το Παγκόσμιο Κύπελλο του Μεξικού το 1986 είναι ελλιπή. Πιθανότατα είχε έλλειμμα.)

Σχεδόν όλα τα κύρια έξοδα βαρύνουν τη φιλοξενούσα χώρα. Η FIFA, το διοικητικό όργανο του αθλήματος, καλύπτει μόνο τα λειτουργικά έξοδα. Ωστόσο, παίρνει το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων: οι πωλήσεις εισιτηρίων, οι χορηγίες και τα δικαιώματα εκπομπής πηγαίνουν στα ταμεία της. Το τελευταίο Παγκόσμιο Κύπελλο, για παράδειγμα, απέφερε στην FIFA 5,4 δισεκατομμύρια δολάρια, μέρος των οποίων στη συνέχεια μεταβιβάται στις εθνικές ομάδες.

Τα δεδομένα του Πανεπιστημίου της Λωζάνης περιλαμβάνουν μόνο δαπάνες που σχετίζονται με χώρους διεξαγωγής, όπως η κατασκευή γηπέδων, και υλικοτεχνική υποστήριξη, λόγου χάριν το κόστος προσωπικού. Αγνοεί την αξία των έμμεσων έργων, όπως η υποδομή του μετρό του Κατάρ και τα νέα ξενοδοχεία. Ορισμένα έργα υποδομής κάνουν τις οικονομίες πιο παραγωγικές μακροπρόθεσμα. Αλλά πολλά πανάκριβα στάδια τελικά μένουν αχρησιμοποίητα και οι διοργανώσεις σπάνια αποτελούν έναυσμα για οικονομική ανάπτυξη στις γύρω περιοχές.

Οι κατοίκοι των πόλεων υποδοχής έχουν αρχίσει να αμφιβάλλουν για τα οφέλη των δαπανών δισεκατομμυρίων δολαρίων που εκταμιεύουν οι κυβερνήσειςγια μεγάλες αθλητικές εκδηλώσεις. Ως αποτέλεσμα, λιγότερες χώρες προσφέρονται εθελοντικά για να διοργανώσουν τέτοια γεγονότα. Επτά πόλεις υπέβαλαν υποψηφιότητα για να φιλοξενήσουν τους θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες το 2016. Για το 2024 υπήρξαν μόνο δύο πιθανοί διεκδικητές.

Αυτά τα τεράστια κόστη είναι πρωτόγνωρα για τον αθλητικό κόσμο. Το Παγκόσμιο Κύπελλο του 1966, με 16 ομάδες, κόστισε περίπου 200.000 δολάρια ανά ποδοσφαιριστή (σε τιμές 2018). Το 2018, ο αριθμός αυτός εκτινάχθηκε στα 7 εκατομμύρια δολάρια. Το κόστος οφείλεται στην κατασκευή περισσότερων νέων γηπέδων για κάθε τουρνουά. Στο Κατάρ, επτά από τα οκτώ στάδια έχουν κατασκευαστεί από την αρχή. Το 1966 η Αγγλία δεν κατασκεύασε ούτε ένα.

Πέρα από τα οικονομικά, το Κατάρ προσπαθεί επίσης να κεφαλαιοποιήσει το κύρος που παραδοσιακά θέλουν να προσελκύσουν οι διοργανώτριες πόλεις. Σύμφωνα με μια ανάλυση, τα δύο τρίτα της κάλυψης ενόψει του Παγκοσμίου Κυπέλλου, στα βρετανικά μέσα ενημέρωσης ήταν κρίσιμης σημασίας, καθώς εστίαζαν στο κακό ιστορικό ανθρωπίνων δικαιωμάτων του Κατάρ. Οι οπαδοί μπορεί επίσης να δυσαρεστηθούν από την ξαφνική απαγόρευση του αλκοόλ στα γήπεδα. Όπως με κάθε πάρτι, η διοργάνωση δεν είναι τόσο ευχάριστη όσο λέγεται ότι είναι.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα