Ο κόσμος μας αλλάζει και αυτό που προέχει είναι να καταλάβει κανείς πως, γιατί, υπό ποιους όρους; με ποιες συνέπειες και σε ποια πλαίσια πραγματοποιείται αυτή η αλλαγή. Μια αλλαγή που είναι πρωτίστως οικονομική και τεχνολογική και σήμερα εξελίσσεται και σε γεωπολιτική. Γιατί όμως; Η απάντηση δεν είναι εύκολη.

Αν θεωρήσουμε ότι ο πιο γρήγορος και αποτελεσματικός τρόπος δημιουργίας πλούτου και ευημερίας είναι αυτός που αναπτύχθηκε στη Δύση τα 250 τελευταία χρόνια, το ερώτημα που τίθεται είναι αν αυτό το μοντέλο πρέπει να συνοδεύεται απαραιτήτως και από δημοκρατία με σημαία της το κράτος δικαίου.

Στο επίπεδο αυτό τα πράγματα θολώνουν. Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η Δύση για να φθάσει σε αυτά τα επίπεδα ανάπτυξης και ευημερίας πέρασε από δύο παγκοσμιους πολέμους που η ίδια προκάλεσε, ενώ πριν από αυτούς, στην Ευρώπη της βιομηχανικής Επανάστασης, είχαν γίνει άλλοι 30 πόλεμοι.

Κατά συνέπεια μπορούν Ασία και Αφρική για παράδειγμα να αναπτυχθούν χωρίς συγκρούσεις; Και ποιες θα μπορούσαν να είναι αυτές;

Για τις αναπτυσσόμενες χώρες, ένα άλλο ερώτημα που βρίσκεται στο προσκήνιο είναι αυτό της περισσότερης ή λιγότερης παγκοσμιοποίησης; Για παράδειγμα, αν η Αμερική από το 1980 και μετά δεν είχε προωθήσει την παγκοσμιοποίηση η Κίνα θα γνώριζε την ανάπτυξη που την έφερε στην κορυφή της παγκόσμιας ιεραρχίας;

Ας δούμε όμως τι επιδιώκουν τρεις βασικές για την παγκόσμια οικονομία χώρες που είναι η Ινδία, η Ινδονησία και η Σαουδική Αραβία.

Όπως προκύπτει από επίσημες δηλώσεις του Ινδού πρωθυπουργού Ναρεντρα Μόντι, επιθυμία και επιδίωξη του είναι το κατά κεφαλήν εισόδημα της Ινδίας από 2.100 δολλάρια που είναι σήμερα να πάει στα 5.000 δολλάρια το 2030 και στα 30.000 δολλάρια το 2050. Παρόμοιες είναι και οι φιλοδοξίες της Ινδονησίας που σήμερα έχει 4.000 δολλάρια κατά κεφαλήν ΑΕΠ και φιλοδοξεί να βρεθεί σταδιακά στα 50.000 δολλάρια τα τριάντα προσεχή χρόνια.

Τα μέσα του αιώνα είναι επίσης το απόλυτο φινάλε για πολλές από τις μεταρρυθμίσεις «Όραμα 2030» του Muhammad bin Salman. Ο διάδοχος της Σαουδικής Αραβίας θέλει να μετατρέψει τη χώρα του από παραγωγό πετρελαίου σε διαφοροποιημένη οικονομία. Άλλες μικρότερες χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Χιλής, της Αιθιοπίας και της Μαλαισίας, έχουν δικά τους προγράμματα.

Αυτά ποικίλλουν βέβαια, αλλά όλα έχουν κάτι κοινό: τη φιλοδοξία που κόβει την ανάσα. Οι αξιωματούχοι της Ινδίας πιστεύουν ότι η αύξηση του ΑΕΠ της τάξης του 8% ετησίως θα απαιτηθεί για την επίτευξη του στόχου του κ. Μόντι – 1,5 ποσοστιαίες μονάδες περισσότερο από ό,τι κατάφερε η χώρα κατά μέσο όρο τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Η Ινδονησία θα χρειαστεί ανάπτυξη 7% ετησίως, έναντι μέσου όρου 4,6% την προηγούμενη περίοδο. Η μη πετρελαϊκή οικονομία της Σαουδικής Αραβίας θα πρέπει να αναπτύσσεται κατά 9% ετησίως, από 2,8% κατά μέσο όρο τα τελευταία  χρόνια. Αν και το 2023 ήταν μια καλή χρονιά και για τις τρεις παραπάνω χώρες, καμιά δεν γνώρισε ανάπτυξη με αυτόν τον ρυθμό. Πολύ λίγες χώρες έχουν διατηρήσει αυτό το ρυθμό για 30 και πλέον χρόνια.

Όμως, όπως πολύ σωστά επισημαίνει και ο Εκόνομιστ, δεν υπάρχει απόλυτη συνταγή για μόνιμη ανάπτυξη, όταν είναι γνωστοί οι περίφημοι κύκλοι της οικονομίας. Πάντως, για να ενισχυθεί η ευημερία, με βάση κεντημένες εμπειρίες, πολλοί οικονομολόγοι συνταγογραφούν φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, όπως αυτές που προωθούνται από το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα. Μεταξύ αυτών των μεταρρυθμίσεων, που φέρουν τη σφραγίδα της «συναίνεσης της Ουάσινγκτον», φιγουράρουν οι ήπιες δημοσιονομικές πολιτικές και οι σταθερές συναλλαγματικές ισοτιμίες. Σήμερα όμως, οι τεχνοκράτες ζητούν χαλαρότερους κανόνες ανταγωνισμού και ιδιωτικοποίηση κρατικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, αυτές οι προτάσεις αφορούν τελικά την άρση των φραγμών στην ανάπτυξη και όχι την υπερφόρτισή της. Πράγματι, ο William Easterly του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης υπολόγισε ότι, ακόμη και μεταξύ των 52 χωρών που είχαν πολιτικές πιο συνεπείς με τη συναίνεση της Ουάσιγκτον, η αύξηση του ΑΕΠ ήταν κατά μέσο όρο μόνο 2% ετησίως από το 1980 έως το 1998. Ο κ. Modi και ο πρίγκιπας Muhammad δεν είναι πρόθυμοι να περιμένουν – θέλουν να αναπτυχθούν, γρήγορα.

Ο στόχος είναι να επιτευχθεί το είδος της μετεωρικής ανάπτυξης που κατάφεραν οι χώρες της Ανατολικής Ασίας τις δεκαετίες του 1970 και του 1980. Καθώς η παγκοσμιοποίηση εξαπλώθηκε, αξιοποίησαν στο έπακρο το μεγάλο και φθηνό εργατικό δυναμικό, αποκτώντας πλεονέκτημα στις αγορές αυτοκινήτων (Ιαπωνία), ηλεκτρονικών (Νότια Κορέα) και φαρμακευτικών προϊόντων (Σιγκαπούρη). Οι βιομηχανίες χτίστηκαν πίσω από προστατευτικά τείχη, που περιόριζαν τις εισαγωγές, και στη συνέχεια ευδοκίμησαν όταν ενθαρρύνθηκε το εμπόριο με τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ξένες εταιρείες έφεραν αργότερα την τεχνογνωσία και το κεφάλαιο που απαιτούνταν για την παραγωγή πιο περίπλοκων και κερδοφόρων αγαθών, αυξάνοντας την παραγωγικότητα.

Δεν εκπλήσσει συνεπώς το γεγονός ότι οι ηγέτες σε όλο τον αναπτυσσόμενο κόσμο παραμένουν ενθουσιώδεις για τη μεταποίηση. Το 2017 ο κ. Modi ανακοίνωσε σχέδια για αύξηση του μεριδίου της βιομηχανίας στο ινδικό ΑΕΠ σε 25%, από 16%. «Πουλήστε οπουδήποτε, αλλά φτιάξτε στην Ινδία», προέτρεψε τους ηγέτες των επιχειρήσεων. Η Καμπότζη ελπίζει να διπλασιάσει τις εξαγωγές των εργοστασίων της, εξαιρουμένων των ειδών ένδυσης, έως το 2025. Η Κένυα θέλει να δει τον μεταποιητικό της τομέα να αυξάνεται κατά 15% ετησίως.

Οι πιο πάνω φιλοδοξίες και επιδιώξεις μπορούν να οδηγήσουν σ’ έναν καλύτερο κόσμο;

Η εκδοχή αυτή είναι πολύ πιθανή υπό τον όρο ότι οι δημοκρατίες δεν θα παρασυρθούν στις προκλήσεις της διεθνούς του αυταρχισμού και του οργανωμένου σκοταδισμού. Και όλοι γνωρίζουμε ποιες είναι οι δυνάμεις αυτές και τι θέλουν.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Opinion