Την ώρα που η κυβέρνηση βρίσκεται με την πλάτη στον τοίχο για το μέγα σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ και η χώρα απ’ άκρη σ’ άκρη «βράζει» από τις αγροτικές κινητοποιήσεις που έχουν τη στήριξη και την αλληλεγγύη όλου του λαού, ο πρωθυπουργός επιχειρεί να περάσει στα ψιλά το αγροτικό.
Στην καθιερωμένη κυριακάτικη ανάρτησή του στο facebook, είναι προφανής η προσπάθεια κινητοποίησης του μηχανισμού του κοινωνικού αυτοματισμού και διάσπασης του ενιαίου μετώπου, κάνοντας χρήση της προσφιλούς κυβερνητικής τακτικής της συκοφάντισης όσων αντιδρούν στις πολιτικές της και διατυπώνοντας ανέξοδες υποσχέσεις ότι «η κυβέρνηση μελετά μία δέσμη επιπλέον μέτρων ενίσχυσης».
Συγκεκριμένα, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρει: «Η θέση μου είναι σαφής: τα μπλόκα που εκ των πραγμάτων στρέφονται εναντίον άλλων κοινωνικών ομάδων, δεν υπηρετούν τα αιτήματα των αγροτών. Αντίθετα, τα υπονομεύουν. Ενώ οι καταλήψεις δρόμων και άλλων δημόσιων υποδομών που ανήκουν σε όλους, δεν είναι υπεύθυνες ενέργειες. Αλλά κινήσεις που βλάπτουν τη χώρα. Και, ασφαλώς, τις τοπικές οικονομίες στην περιφέρεια».
Δηλώνει,δε, «έκπληκτος» από την άρνηση των αγροτών να συναντηθούν να συναντηθούν μαζί του πριν η κυβέρνηση τοποθετηθεί σαφώς επί των αιτημάτων τους. «Με έκπληξη, μάλιστα, πληροφορήθηκα την απόφαση του μπλόκου της Νίκαιας να αρνηθεί την πρόσκλησή μου για συνάντηση με μία πανελλαδική αντιπροσωπεία αγροτών, τη Δευτέρα. Διάλογος δεν γίνεται με τελεσίγραφα. Και οι λύσεις προκύπτουν μόνο από συζήτηση. Όποιος αρνείται αυτές τις αρχές της λογικής και της Δημοκρατίας αναλαμβάνει μεγάλο βάρος απέναντι στην υπόλοιπη κοινωνία», αναφέρει.
Επιπλέον μέτρα
Ακόμη, δηλώνει ότι «από την πλευρά μου, επαναλαμβάνω ότι η πόρτα της κυβέρνησης μένει ανοιχτή σε όσους γεωργούς και κτηνοτρόφους θέλουν να συναντηθούν είτε μαζί μου, είτε με τον Αντιπρόεδρο της Κυβέρνησης Κωστή Χατζηδάκη και τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης Κώστα Τσιάρα. Κάτι που έκαναν, πρόσφατα, οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι της Κρήτης» και αναφέρει γενικόλογα ότι «παράλληλα, η κυβέρνηση λαμβάνει υπόψιν κάθε δίκαιο αίτημα. Έτσι, ήδη μελετά μία δέσμη επιπλέον μέτρων ενίσχυσης», διευκρινίζοντας: «πάντα, όμως, στο πλαίσιο των δυνατοτήτων της εθνικής οικονομίας και σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς κανόνες. Μέτρα τα οποία κυρίως θα βασίζονται σε πόρους από την ανακατανομή των αδιάθετων ποσών τα οποία προέκυψαν από το νέο πλαίσιο για τις αγροτικές επιδοτήσεις. Είναι φανερό, άλλωστε, ότι δεν θα μπορούσε η θετική ανταπόκριση στο αίτημα μιας επιμέρους κοινωνικής κατηγορίας να εκτροχιάσει τη θετική οικονομική πορεία ολόκληρης της χώρας. Όπως φανερό είναι και πως κανένα μέτρο έξω από τα πλαίσια της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής δεν θα μπορούσε να σταθεί στις Βρυξέλλες».
Αδιαπραγμάτευτη η ένταξη του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ
Τέλος, ξεκαθαρίζει, ότι η ένταξη του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ είναι αδιαπραγμάτευτη για την κυβέρνηση, καθώς, όπως λέει «πρόκειται για τον καταλύτη που θα εκσυγχρονίσει συνολικά τον πρωτογενή τομέα στη χώρα. Με αποτέλεσμα από τη μία πλευρά, τα κοινοτικά κονδύλια να ενισχύουν, επιτέλους, την εθνική παραγωγή. Αλλά και οι έντιμοι αγρότες να εισπράττουν, κάθε χρόνο, περισσότερα χρήματα».
Μάλιστα, ούτε λίγο ούτε πολύ, κατηγορεί το αγροτικό κίνημα που αντιτίθεται στην ένταξη του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ ότι «η τολμηρή αυτή απόφασή μας ξεβόλεψε αρκετούς που είχαν συνηθίσει να δρουν αξιοποιώντας τα κενά και τις δυσλειτουργίες του παλαιού συστήματος. Λυπάμαι, αλλά αυτή η παθογένεια 40 ετών και διακομματικών ευθυνών θα πρέπει να πάψει. Κανείς, άλλωστε, δεν θέλει κάποιοι επιτήδειοι να ζουν σε βάρος τίμιων επαγγελματιών, αλλά και σε βάρος του ίδιους του Κράτους» και δεν παραλείπει να βάλει εναντίον της αντιπολίτευσης καταλήγοντας: «Είναι κάτι που θα πρέπει να απασχολήσει, νομίζω και την αντιπολίτευση η στάση της οποίας εμφανίζεται αντιφατική: ενώ από καιρό καταγγέλλει τα προβλήματα του ΟΠΕΚΕΠΕ, τώρα που η κυβέρνηση και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχωρούν στη μεταρρύθμισή του, εκείνη αντιδρά. Και, βέβαια, δεν απαντά σε αυτό που ρωτούν όλοι οι πολίτες: θέλει τους δρόμους κλειστούς ή ελεύθερους σε όλους;».






































