Αντίστροφα μετρά πλέον ο χρόνος για τις κρίσιμες εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου στη Γερμανία. Πρόκειται για μια κάλπη που θα σηματοδοτήσει την έναρξη μιας νέας εποχής για τη χώρα, της εποχής μετά από 16 χρόνια διακυβέρνησης της Άνγκελα Μέρκελ, στο πλαίσιο της οποίας η Goldman Sachs, σε έκθεση της που δημοσιεύει το CNBC, εντοπίζει τρεις προκλήσεις.

Αν και η έκθεση της αμερικανικής τράπεζας εκτιμά πως η Άνγκελα Μέρκελ θα αφήσει πίσω της μια ισχυρότερη οικονομικά Γερμανία που θα είναι σε θέση να ανακάμψει γρήγορα από την πανδημία,  η κλιματική αλλαγή, οι εμπορικές διαμάχες και η γήρανση του πληθυσμού αποτελούν σημαντικά εμπόδια για τα επόμενα χρόνια. Μάλιστα, όπως εξηγεί, η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να προσπαθήσει να βρει την ισορροπία ανάμεσα στην προσπάθεια της χώρας να εκπληρώσει τους φιλόδοξους κλιματικούς στόχους που έχει θέσει και συνάμα να εκμεταλλευτεί τα οικονομικά οφέλη που θα προκύψουν από την πράσινη μετάβαση.

Υπόψη πως με βάση τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, την πρωτιά στις εκλογές με 27% των ψήφων διασφαλίζει η συντηρητική Χριστιανική Ένωση Χριστιανοδημοκρατών/Χριστιανοκοινωνιστών), με τους Πράσινους να ακολουθούν στο 19% και το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα στην τρίτη θέση με 17%.

Η κλιματική αλλαγή

Θυμίζουμε πως η Γερμανία έχει θέσει από τους πιο υψηλούς στόχους για την κλιματική αλλαγή, επιζητώντας να περικόψει τις εκπομπές ρύπων κατά 65% (σε σχέση με τα επίπεδα που ήταν το 1990) μέχρι το 2030. Συγκριτικά η Ε.Ε. σε συλλογικό επίπεδο έχει θέσει ως στόχο να μειώσει τις εκπομπές κατά 55% μέσα στο ίδιο διάστημα.

Η ανάγκη για τη μετάβαση σε μια κοινωνία και μια οικονομία χαμηλών ρύπων είναι κάτι που αναγνωρίζουν όλοι οι πολιτικοί της χώρας, όμως η εφαρμογή του σχεδίου απαιτεί αποτελεσματική δράση για την προσαρμογή της αγοράς και την προστασία των πιο ευάλωτων επιχειρηματικών κλάδων και των εργαζομένων τους.

Το εμπόριο

Με δεδομένο πως η γερμανική οικονομική μηχανή βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις εξαγωγές, δεν είναι τυχαίο πως η Goldman κρίνει πως είναι ευάλωτη στους συνεχιζόμενους εμπορικούς κλυδωνισμούς και τις διαμάχες κατά της παγκοσμιοποίησης.

Πραγματικά, η αυξανόμενη ανησυχία για τις εφοδιαστικές γραμμές, η πίεση προς την ενίσχυση του προστατευτισμού, οι αλλαγές που επιφέρει η έξοδος της Βρετανίας από την Ε.Ε. και η γενικότερη στασιμότητα στα επίπεδα του παγκόσμιου εμπορίου, είναι ανασχετικοί παράγοντες για τις γερμανικές εξαγωγές.

Σημειωτέον πως το 2019, οι εξαγωγές της Γερμανίας έφτασαν σε νέα επίπεδα ρεκόρ στα 1,33 τρισ. ευρώ, νούμερο που έπεσε στα 1,21 τρισ. ευρώ πέρυσι εν μέσω της πανδημίας και το οποίο εκτιμάται πως θα ανακάμψει και πάλι φέτος. Η ανάκαμψη αυτή είναι ένας από τους παράγοντες της ανάρρωσης της γερμανικής οικονομίας. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι ρυθμοί ανάπτυξης της χώρας θα φτάσουν το 3,6% φέτος και το 4,2% το 2022.

Οι δημογραφικές αλλαγές

Παρά τους εκτιμώμενους υψηλούς ρυθμούς ανάκαμψης της γερμανικής οικονομίας, η πορεία αυτή μπορεί να επηρεαστεί από τις δημογραφικές αλλαγές, που θα προκαλέσουν πιέσεις στη χώρα.

Σύμφωνα με τους αναλυτές της Goldman Sachs, η Γερμανία, τα επόμενα χρόνια, «θα επηρεαστεί πολύ περισσότερο από ότι έτερες ανεπτυγμένες οικονομίες από τη γήρανση του πληθυσμού». Η γήρανση του πληθυσμού θα προκαλέσει δε,  πιέσεις στα δημοσιονομικά της, καθώς θα επηρεαστεί το κόστος του κράτους πρόνοιας, των ασφαλιστικών και υγειονομικών ταμείων.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή