Με άνοδο άνω των 15 δισ. ευρώ αναμένεται να κλείσει το 2021 για τις καταθέσεις που τηρούν νοικοκυριά και επιχειρήσεις στις ελληνικές τράπεζες. Πρόκειται για το πέμπτο συνεχές έτος που κλείνει με θετικό πρόσημο.
Με βάση τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, στο 11μηνο Ιανουάριος – Νοέμβριος 2021, τα μεγέθη ενισχύθηκαν κατά 12,50 δισ. ευρώ.
Δεδομένου όμως ότι ο Δεκέμβριος είναι παραδοσιακά μήνας με σημαντικές καθαρές εισροές, πχ. το 2020 4,50 δισ. ευρώ, το κοντέρ της περυσινής χρονιάς θα φτάσει τουλάχιστον στα 15 δισ. ευρώ, χωρίς να αποκλείονται φυσικά και υψηλότερα επίπεδα.
Η αύξηση αυτή θα ακολουθήσει το +20 δισ. ευρώ του 2020, διαμορφώνοντας τη σχετική επίδοση κατά τη διάρκεια της πανδημίας κατ΄ ελάχιστον στα 35 δισ. ευρώ.
Εφόσον επαληθευτεί η εκτίμηση αυτή, στην τριετία 2019 – 2021 η άνοδος της καταθετικής βάσης εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει τα 43 δισ. ευρώ. Από τα 134,5 δισ. ευρώ στο τέλος του 2018 στα 178 – 180 δισ. ευρώ στις 31/12/2021.
Διαβάστε επίσης: Τράπεζες – Πώς βγήκαν από το τούνελ το 2021 – Η συμβολή της ΕΚΤ
Κι αυτό παρά το γεγονός ότι την υπό εξέταση περίοδο καταγράφηκαν καθαρές εκροές κεφαλαίων 16,50 δισ. ευρώ από τις προθεσμιακές καταθέσεις.
Από αυτά ένα μεγάλο μέρος κατευθύνθηκε σε επενδύσεις μετοχικών και ομολογιακών τίτλων, κυρίως μέσω αμοιβαίων κεφαλαίων, στο real estate και σε δαπάνες διαρκών καταναλωτικών αγαθών.
Οι λόγοι της ανόδου
Η άνοδος των μεγεθών σε κάθε μία από τις προηγούμενες τρεις χρονιές αποδίδεται στους εξής λόγους:
– Το 2019 σημειώθηκε σημαντική βελτίωση της εμπιστοσύνης, μετά την ολοκλήρωση του τρίτου μνημονίου, την πολιτική αλλαγή το καλοκαίρι και την άρση των capital controls στις αρχές του φθινοπώρου.
Το γεγονός αυτό επιτάχυνε την επιστροφή καταθέσεων που βρίσκονταν από το τραυματικό για τον τραπεζικό κλάδο πρώτο εξάμηνο του 2015, είτε στο εξωτερικό ή σε θυρίδες και σεντούκια.
Παράλληλα, το 2019 ήταν μία αναπτυξιακή χρονιά, με όχημα τον τουρισμό που σημείωσε ρεκόρ όλων των εποχών, οδηγώντας σε σημαντικές εισροές εσόδων στους λογαριασμούς επιχειρήσεων και επαγγελματιών.
– Το 2020 ήταν η χρονιά που ξέσπασε η πανδημία, προκαλώντας ύφεση 8% στην ελληνική οικονομία. Παρ΄ όλα αυτά, οι καταθέσεις όχι μόνο δεν υποχώρησαν, αλλά επιταχύνθηκε ο ρυθμός ανόδου τους.
Δύο ήταν οι κύριοι παράγοντες που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα:
Πρώτον, τα μέτρα στήριξης προς νοικοκυριά και επιχειρήσεις ύψους 24 δισ. ευρώ
Δεύτερον, η άνοδος της τραπεζικής χρηματοδότησης μέσω των αναπτυξιακών προγραμμάτων που ενεργοποιήθηκαν
Προς την ίδια κατεύθυνση λειτούργησαν οι αναστολές πληρωμής φορολογικών και δανειακών υποχρεώσεων, η αναγκαστική αναβολή καταναλωτικών δαπανών από τα νοικοκυριά λόγω του lockdown, αλλά και η αυξημένη χρήση καρτών στις καθημερινές συναλλαγές που περιόρισε τη χρήση μετρητών σε ένα βαθμό.
– Το 2021 η χώρα επέστρεψε σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης με τον τουρισμό να πρωταγωνιστεί ξανά, επιτρέποντας την κάλυψη των απωλειών του 2020.
Η άνοδος των καταθέσεων, πέραν της όποιας ενίσχυσης των εισοδημάτων λόγω της ανόδου του ΑΕΠ και της εισροής τουριστικού συναλλάγματος, προήλθε ξανά κατά το μεγαλύτερο μέρος της από τα μέτρα στήριξης και τον τραπεζικό δανεισμό.
Διαβάστε επίσης: Τι θα φέρει για τα νοικοκυριά ο πληθωρισμός της επόμενης χρονιάς
Η κυβέρνηση έριξε στην οικονομία περί τα 19 δισ. ευρώ, για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων από τα περιοριστικά μέτρα στην οικονομική δραστηριότητα.
Επιπλέον, συνεχίστηκε η άνοδος των νέων δανειοδοτήσεων, κατά βάση προς επιχειρήσεις, αλλά με χαμηλότερους ρυθμούς σε σχέση με το 2020.
Τι θα γίνει το 2022
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, η πορεία των μεγεθών το 2022 θα εξαρτηθεί από τις ίδιες παραμέτρους που επέδρασαν στην καταθετική βάση την αμέσως προηγούμενη διετία.
Ο ρυθμός ανάκαμψης της οικονομικής δραστηριότητας θα δώσει ώθηση στα εισοδήματα, συμβάλλοντας στην ενίσχυση των καταθέσεων
Η ενεργοποίηση των δράσεων του Ταμείου Ανάκαμψης, η συνεπακόλουθη ενίσχυση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης και η αναμενόμενη αύξηση της όρεξης για επενδύσεις θα αυξήσουν τα υπόλοιπα των επιχειρήσεων
Δεν αποκλείονται νέα κρατικά μέτρα ενίσχυσης εργαζομένων και νομικών προσώπων τους επόμενους μήνες, αν υπάρξει περαιτέρω αυστηροποίηση των μέτρων για την ανακοπή της πανδημίας
Από την άλλη, πίεση στα μεγέθη αναμένεται να προκαλέσει η στροφή περισσότερων καταθετών σε εναλλακτικές μορφές επένδυσης με στόχο μία ικανοποιητική απόδοση, σε μία συγκυρία όπου τα τραπεζικά επιτόκια βρίσκονται στο 0%
Latest News
«Λευκός καπνός» για την Avramar – Έπεσαν οι υπογραφές για δάνειο 20 εκατ. ευρώ
Το αμέσως επόμενο διάστημα εκτιμάται πως θα ξεκινήσει και η διαδικασία εύρεσης νέου επενδυτή
Χρηματοδότηση 45 εκατ. δολαρίων για την Blueground – Πώς έφτασε τα 15.000 διαμερίσματα σε όλο τον κόσμο
Η αξία της εταιρείας έχει αυξηθεί από την προηγούμενη αποτίμηση των 750 εκατ. δολαρίων μετά την αύξηση της σειράς Γ ύψους 140 εκατ. δολαρίων τον Σεπτέμβριο του 2021
Δέσμη 7 μέτρων για τη ΛΑΡΚΟ - Τι θα γίνει με τους εργαζόμενους
Τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση
Τζίρος 150 εκατ. ευρώ για την Cordia του Ν. Καραμούζη και νέα deals στα τρόφιμα
Ανεβάζουν ταχύτητα ο Νίκος Καραμούζης και το family office της Μαριάννας Λάτση – Σε ποιους κλάδους θα γίνουν τα επόμενα deals
Στο ραντάρ μεγάλων funds η Ελλάδα – Τι βλέπει η Bain & Company
Πώς εδραιώνει την παρουσία της η Bain & Company στην Ελλάδα
Αποφασίζει τον Απρίλο ο SSM στα αιτήματα των τραπεζών για μέρισμα
Ποιους δείκτες αξιολογεί εποπτικός βραχίονας της ΕΚΤ - Η εξέλιξη θα σηματοδοτήσει την επιστροφή του κλάδου σε πλήρη κανονικότητα
Η startup που «βλέπει» το μέλλον των επιχειρήσεων με σύμμαχο την ΑΙ
Με εφαλτήριο το ΑΠΘ, η εταιρεία χρησιμοποιεί την ΑΙ προς όφελος του επιχειρείν
Ποιος θα πληρώσει το μάρμαρο των μέτρων; - Στα άκρα η κόντρα σούπερ μάρκετ και βιομηχανίας
Στον αέρα οι ετήσιες συμφωνίες με θύμα τον καταναλωτή - Καμία πλευρά δεν φαίνεται διατεθειμένη να κάνει πίσω
Έκρηξη εξαγορών και συγχωνεύσεων έφερε το 2024 – Ποιες ήταν οι συμφωνίες… blockbuster
Τι αποκαλύπτουν τα τελευταία στοιχεία του London Stock Exchange Group
Trastor: Αύξηση κατά 17,5% των εσόδων από μισθώματα το 2023
Το επενδυτικό χαρτοφυλάκιο του ομίλου την 31η Δεκεμβρίου 2023 περιλάμβανε 55 ακίνητα, με εύλογη αξία 468,7 εκατ. ευρώ έναντι 392,3 εκατ. ευρώ πέρυσι