Η Ρωσία έχει σφυροκοπηθεί από κυρώσεις. Οι μεγάλες εταιρείες πετρελαίου και φυσικού αερίου της χώρας έχουν πληγεί, έχει αποκλειστεί σε μεγάλο βαθμό από το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα και πολλές δυτικές εταιρείες αποσύρονται από τη χώρα. Ωστόσο, οι παγκόσμιοι ηγέτες παρέμειναν σιωπηλοί σχετικά με τις εξαγωγές μετάλλων και γεωργικών προϊόντων. Και στις δύο κατηγορίες πρέπει να αναμένονται αλλαγές λέει η Natasha Kaneva, επικεφαλής έρευνας εμπορευμάτων στην JPMorgan Chase. Οι ανθρωπιστικές ανησυχίες –καθώς οι φτωχές χώρες βασίζονται στις ρωσικές εξαγωγές αγροτικών προϊόντων- καθιστούν τα τρόφιμα «απρόσβλητα» (σε κυρώσεις), σημειώνει η τράπεζα. Αλλά ακόμη και απουσία πλήρους εμπάργκο, οι διαταραχές που προκαλούνται από τον πόλεμο απειλούν ήδη την επισιτιστική ασφάλεια σε ευάλωτες χώρες και θα μπορούσαν να πλήξουν βασικές ευρωπαϊκές και αμερικανικές βιομηχανίες, από αυτοκινητοβιομηχανίες έως κατασκευαστές αεροσκαφών, που έχουν ήδη πιεστεί από τον Covid-19.

Ας εξετάσουμε πρώτα την επίδραση στη γεωργία. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας σιταριού στον κόσμο, αντιπροσωπεύοντας περίπου το 20% του παγκόσμιου συνόλου το 2020. (Η Ουκρανία κατέλαβε την πέμπτη θέση, με 9%). Η Ρωσία είναι επίσης ένας από τους κύριους προμηθευτές λιπασμάτων, όπως είναι η ουρία και η ποτάσα, που χρησιμοποιούνται παγκοσμίως για τη βελτίωση των αποδόσεων των καλλιεργειών. Μέχρι στιγμής αυτά τα προϊόντα έχουν διαφύγει από τις στοχευμένες κυρώσεις της Δύσης. Αλλά ο κλάδος θα συνεχίσει να δέχεται χτυπήματα. Η Ρωσία δεν έχει ακόμη σπείρει το 30% της φετινής σοδειάς σιταριού και οι κίνδυνοι στην ασφάλιση (προϊόντων) και το πλήγμα στη φήμη, έχουν διαταράξει τη μεταφορά των ήδη συγκομισμένων καλλιεργειών. Οι χώρες της Αφρικής και της Μέσης Ανατολής είναι πιθανό να πληγούν περισσότερο από τις ελλιπείς προμήθειες ή τις υψηλότερες τιμές. Η Αίγυπτος, ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σιταριού στον κόσμο, επιδοτεί επίσης σε μεγάλο βαθμό τις τιμές του ψωμιού.

Οι παραγωγοί λιπασμάτων αισθάνονται επίσης την πίεση. Οι ανησυχίες για την προμήθεια ρωσικού φυσικού αερίου, το οποίο χρησιμοποιείται στην παραγωγή λιπασμάτων, ασκεί πρόσθετη πίεση στο γεωργικό κλάδο. Σε ορισμένα στελέχη ρωσικών εταιρειών λιπασμάτων έχουν επίσης επιβληθεί κυρώσεις.

Η βιομηχανία είναι επίσης εκτεθειμένη. Για παράδειγμα, η Ρωσία είναι ο κορυφαίος προμηθευτής στον κόσμο ορισμένων κατηγοριών νικελίου, σύμφωνα με το Κέντρο Προοπτικών Μελετών και Διεθνών Πληροφοριών. Το νικέλιο χρησιμοποιείται, μεταξύ άλλων, σε μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων (EV). Οι πρόσφατες αυξήσεις στην τιμή του θα πρόσθεταν 1.000 δολάρια στο κόστος παραγωγής ενός τέτοιου οχήματος EV στην Αμερική, σύμφωνα με υπολογισμό της τράπεζας Morgan Stanley. Οι αμερικανικές, βρετανικές, γερμανικές και ιαπωνικές αυτοκινητοβιομηχανίες εξαρτώνται επίσης από τη ρωσική πλατίνα (που χρησιμοποιείται για την αφαίρεση των τοξικών εκπομπών από τα καυσαέρια των οχημάτων) και το παλλάδιο (που χρησιμοποιείται για καταλυτικούς μετατροπείς). Επιπλέον, το παλλάδιο μεταφέρεται συνήθως με επιβατικά αεροπλάνα και πολλές χώρες έχουν σταματήσει τις πτήσεις από και προς τη Ρωσία.

Ως εκ τούτου, οι προμήθειες πολλών εμπορευμάτων φαίνονται περιορισμένες, ακόμη και αν δεν υπάρχουν δυτικές κυρώσεις – και τα χειρότερα μπορεί να μην έχουν ακόμη φανεί. Η Ρωσία μπορεί να θέσει περιορισμούς στις εξαγωγές αυτών των υλικών για να αντεπιτεθεί στη Δύση. Οι μακροπρόθεσμες οικονομικές επιπτώσεις του πολέμου του κ. Πούτιν θα γίνουν αισθητές πολύ πέρα από την Ουκρανία.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα