Μπορεί το 2022 να κλείσει με κέρδη ρεκόρ μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας για τους τέσσερις συστημικούς ομίλους, η βελτίωση ωστόσο των επιδόσεών τους θα δοκιμαστεί τα επόμενα τρίμηνα.

Στόχο των τραπεζών αποτελεί η επίτευξη διψήφιας απόδοσης επί των ιδίων κεφαλαίων τους, η οποία θα ανοίξει το δρόμο για τη διανομή μερίσματος στους μετόχους τους.

Eurobank και Εθνική Τράπεζα θα τα καταφέρουν από εφέτος, ενώ Alpha Bank και Τράπεζα Πειραιώς αναμένουν ενίσχυση του δείκτη πάνω από το 10% από τη χρήση του 2023.

Διαβάστε επίσης: Επιστροφή στην κανονικότητα για τις ελληνικές τράπεζες

Δίχως αμφιβολία οι πολύ καλές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας το 2022 και η υψηλή ζήτηση για χρηματοδοτήσεις από επιχειρήσεις συνέβαλαν καθοριστικά προς την κατεύθυνση βελτίωσης της αποδοτικότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Ωστόσο σημαντικό ρόλο έπαιξαν επίσης τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις που ξεπέρασαν τα 1,7 δισ. ευρώ στο α΄ εξάμηνο του 2022 και από εφάπαξ συναλλαγές, στο πλαίσιο του μετασχηματισμού τριών συστημικών ομίλων, τα οποία ανήλθαν σε 650 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον, το 2023 το μακροοικονομικό περιβάλλον θα είναι δυσμενέστερο, επιδρώντας αρνητικά στα αποτελέσματα των τραπεζών.

Όπως επισημαίνει αναλυτής που παρακολουθεί τον κλάδο, από τη μία πλευρά, είναι πιθανή η διενέργεια αυξημένων προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο, καθώς η άνοδος των επιτοκίων σε συνδυασμό με την επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας θα ασκήσουν πίεση στους δανειολήπτες.

Από την άλλη, δεν μπορεί να αποκλειστεί η μείωση της ζήτησης για χρηματοδοτήσεις, λόγω τόσο της ανοδικής πορείας στο κόστος δανεισμού, όσο και της επιδείνωσης της επενδυτικής εμπιστοσύνης.

Οι εκτιμήσεις και οι προβληματισμοί

Οι τραπεζικές διοικήσεις στις τηλεδιασκέψεις με αναλυτές κατά την παρουσίαση των μεγεθών του γ΄ τριμήνου 2022 υπογράμμισαν ότι οι όποιες αρρυθμίες δημιουργηθούν την επόμενη χρονιά θα είναι διαχειρίσιμες και δεν θα ανατρέψουν το βασικό επιχειρησιακό τους σχεδιασμό.

Σε κάθε περίπτωση όμως, οι τράπεζες καλούνται να ενισχύσουν τα έσοδά τους από μόνιμες πηγές, καθώς τα μεγέθη τους θα πιεστούν από τα εξής:

1. Εξάρτηση από μη επαναλαμβανόμενα έσοδα  

Όπως προαναφέρθηκε, τα καθαρά έσοδα από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπές πηγές λόγω μεμονωμένων συναλλαγών, διαμορφώθηκαν πάνω από τα 2,35 δισ. ευρώ στο πρώτο μισό της εφετινής χρονιάς.

Πρόκειται για ένα ποσό που αντιστοιχεί στο 90% των καθαρών εσόδων από τόκους. Στο πλαίσιο αυτό, καθίσταται αναγκαία η συνέχιση τα επόμενα χρόνια της ενίσχυσης του επιτοκιακού εισοδήματος μέσω τραπεζικών εργασιών και των εσόδων από προμήθειες.

Σε αυτό φυσικά θα συμβάλει η άνοδος των επιτοκίων στην Ευρωζώνη, η οποία έχει ήδη περάσει στην πλειονότητα των χορηγήσεων στην Ελλάδα και θα συνεχίσει να λειτουργεί θετικά στα αποτελέσματά τους.

2. Απώλεια προμηθειών από τα POS 

Απώλειες εσόδων από προμήθειες έχουν οι τέσσερις μεγάλες τράπεζες από την απόσχιση του κλάδου αποδοχής καρτών.

Για παράδειγμα συστημικός όμιλος είδε τα καθαρά έσοδά του από την εκκαθάριση συναλλαγών με κάρτες να περιορίζονται σε τριμηνιαία βάση κατά 85% στο γ΄ τρίμηνο του 2022.

Η αναπλήρωση αυτών των προμηθειών μπορεί να γίνει από εργασίες σχετιζόμενες με τραπεζικά προϊόντα, πχ. χορηγήσεις, κάρτες και συναλλαγές μέσω των ηλεκτρονικών υπηρεσιών, από το bankassurance και από τη διαχείριση κεφαλαίων.

3. Χαμένα έσοδα από τα κόκκινα δάνεια 

Με την ολοκλήρωση του μεγαλύτερου μέρους του προγράμματος εξυγίανσής τους, οι τράπεζες ήδη έχουν χάσει έσοδα προερχόμενα από τα μη εξυπηρετούμενα χαρτοφυλάκιά τους.

Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι τα καθαρά έσοδα από τόκους μειώθηκαν κατά 5% σε ετήσια βάση στο εννεάμηνο του 2022, λόγω της διψήφιας πτώσης που εμφάνισαν για τον παραπάνω λόγο δύο τράπεζες.

Πλέον, ο κλάδος στηρίζεται στην ανάπτυξη του εξυπηρετούμενου χαρτοφυλακίου, το οποίο στο εννεάμηνο αυξήθηκε στην Ελλάδα κατά 8,2 δισ. ευρώ. Πρόκειται για την καλύτερη επίδοση των τελευταίων πολλών ετών.

Επίσης, στήριξη στα μεγέθη προσφέρει, όπως προαναφέρθηκε, η εν εξελίξει σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής στη ζώνη του ευρώ, η οποία θα συνεχιστεί κατά τα φαινόμενα έως τις αρχές του 2023, ενισχύοντας τα έσοδα από τα υφιστάμενα δάνεια.

4. Τα ακριβότερα ομόλογα MREL 

Η άνοδος των επιτοκίων στην Ευρωζώνη θα επηρεάσει αναπόφευκτα το κόστος έκδοσης νέων ομολόγων, στο πλαίσιο της υποχρέωσης των συστημικών ομίλων να αυξήσουν το συνολικό δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας στο 26% έως το 2026.

Τις προηγούμενες ημέρες δύο συστημικοί όμιλοι βγήκαν στις αγορές και το επιτόκιο που πέτυχαν κινήθηκε στη ζώνη του 7%, επίπεδα υπερδιπλάσια των κουπονιών στις εκδόσεις του 2021.

Άρα η επιβάρυνση στα έξοδα από τόκους από τους τίτλους που θα πρέπει να εκδοθούν τα επόμενα χρόνια, εάν δεν υπάρξει σοβαρή αποκλιμάκωση των αποδόσεών τους, θα είναι σημαντική.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις