«Μακρόν, πάρε σύνταξη, μην παίρνεις τη δική μας!» έγραφε πλακάτ ζωγραφισμένο στο χέρι κατά τη διάρκεια πορείας διαμαρτυρίας στο Παρίσι. Σε μια πιο υπαρξιακή νότα άλλο πλακάτ έγραφε «Μετρό, δουλειά, τάφος». Η κυβέρνηση του Προέδρου Εμανουέλ Μακρόν προετοιμάζεται για νέες 24ωρες απεργίες και διαδηλώσεις (στις 11 Φεβρουαρίου), ως ένδειξη διαμαρτυρίας στο σχέδιο αύξησης του ορίου συνταξιοδότησης από τα 62 στα 64. Δύο προηγούμενες απεργίες τον Ιανουάριο κατέβασαν στους δρόμους πάνω από 1 εκατομμύριο άτομα σε όλη τη χώρα. Όλα τα συνδικάτα της Γαλλίας στηρίζουν και άλλες εργασιακές κινητοποιήσεις. Τα περισσότερα κόμματα της αντιπολίτευσης, και η πλειοψηφία των ίδιων των Γάλλων, είναι επίσης αποφασιστικά κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος.

Το νομοσχέδιο, που θα τεθεί στο κοινοβούλιο στις 6 Φεβρουαρίου, όχι μόνο δίχασε τη χώρα αλλά προκάλεσε διάλογο κωφών. Η κυβέρνηση λέει ότι η μεταρρύθμιση είναι «απαραίτητη» εάν θέλει το συνταξιοδοτικό σύστημα να ισορροπήσει το ισοζύγιο του και εφόσον η Γαλλία θέλει να διατηρήσει τις γενναιόδωρες συντάξεις της, σε εποχή που οι άνθρωποι ζουν σχεδόν δέκα χρόνια  από ό,τι το 1980. Οι αντίπαλοι κατηγορούν την κυβέρνηση ότι ξηλώνει βάναυσα τα με πολύ κόπο κεκτημένα δικαιώματα ενός σύγχρονου κράτους πρόνοιας.

Μέχρι στιγμής, η κεντρώα κυβέρνηση του κ. Μακρόν δεν έχει καταφέρει να πείσει τους Γάλλους ότι η αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης είναι είτε απαραίτητη, είτε δίκαιος τρόπος για να καλυφθεί το ετήσιο έλλειμμα συντάξεων που θα φτάσει τα 14 δισ. ευρώ (15,2 δισ. δολάρια) έως το 2030. Επικριτές από την αριστερή συμμαχία της αντιπολίτευσης Νέα Οικολογική και Κοινωνική Λαϊκή Ένωση- NUPES, λένε ότι θα ήταν πιο δίκαιο να φορολογούνται τα «υπερκέρδη» ή οι πλούσιοι. Έκθεση της Oxfam Γαλλίας πρότεινε ότι φόρος 2% επί των περιουσιακών στοιχείων των Γάλλων δισεκατομμυριούχων θα εξαφάνιζε το έλλειμμα των συντάξεων εν μία νυκτί – αν και οι δισεκατομμυριούχοι πιθανώς θα είχαν άλλες ιδέες για τα ρευστά τους. Οι δεξιότεροι του κέντρου Ρεπουμπλικάνοι, οι οποίοι στο παρελθόν τους αύξησαν την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 60 στα 62, τώρα έχουν το θράσος να επιμένουν ότι η εκδοχή του Μακρόν είναι άδικη.

Ωστόσο, εστιάζοντας στενά στην ηλικία συνταξιοδότησης, η κυβέρνηση αδυνατεί επίσης να εξηγήσει ότι αυτό δεν είναι μόνο λογιστικό ζήτημα. Είναι κομμάτι της ευρύτερης προσπάθεια του κ. Μακρόν να βάλει την εργασία στο επίκεντρο του έργου του για τη δεύτερη θητεία. «Η μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος», λέει ο Μαρκ Φερατσί, εργασιακός οικονομολόγος και μέλος του κοινοβουλίου του κεντρώου κόμματος του Μακρόν, «είναι κεντρικός στον στόχο της εκστρατείας για την επίτευξη πλήρους απασχόλησης και την αύξηση του ποσοστού απασχόλησης των εργαζομένων μεγαλύτερης ηλικίας». Η πλήρης απασχόληση θα σήμαινε περιορισμό της ανεργίας από 7% σήμερα σε περίπου 5%, επίπεδο που δεν έχει παρατηρηθεί μετά το 1979. Το μερίδιο των ατόμων ηλικίας 55 έως 64 ετών που εργάζονται στη Γαλλία βρίσκεται στο 56%, το οποίο έχει αυξηθεί κατά πέντε μονάδες κατά την θητεία του Μακρόν, παραμένει πολύ κάτω από το 72% στη Γερμανία.

Για το σκοπό αυτό, η κυβέρνηση θέλει να εισαγάγει υποχρεωτικό «δείκτη ηλικιωμένων», για να παρακολουθεί το μερίδιο των μεγαλύτερης ηλικίας εργαζομένων που απασχολούνται και να αποθαρρύνει τις εταιρείες από το να βγάζουν τους γκριζομάλληδες από την εργασία. Για τους νέους, επεκτείνει τον αριθμό των θέσεων μαθητείας, που έφτασε τις 980.000 το 2022, το υψηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ. Παράλληλα, η κυβέρνηση έχει αυστηροποιήσει τους κανόνες για τα επιδόματα ανεργίας που ισχύουν σε περιόδους οικονομικής ανάπτυξης και ελλείψεων εργατικού δυναμικού. Πολλές εταιρείες στη Γαλλία αναφέρουν επί του παρόντος προβλήματα στην κάλυψη κενών θέσεων.

Για τη Γαλλία, ένα τέτοιο εγχείρημα έχει νόημα. Η δυσκολία είναι ότι, από την πανδημία και μετά, πολλές κοινωνίες άρχισαν να επανεξετάζουν τη φύση της απασχόλησης. Και, στο μυαλό των Γάλλων, η πρόοδος προς μια καλύτερη κοινωνία μετριέται με την ελάφρυνση του άχθος της εργασίας. Το 1880, ο σοσιαλιστής στοχαστής Πολ Λαφάργκ δημοσίευσε το «Le Droit à la Paresse» («Το δικαίωμα στην τεμπελιά»), επιχειρηματολογώντας για τρίωρη εργάσιμη ημέρα και καταγγέλλοντας την «τρέλα της αγάπης για τη εργασία». Πριν από δύο δεκαετίες, έγινε μπεστ σέλερ το “Bonjour Paresse” (“Καλημέρα τεμπελιά”), ένας οδηγός για το πώς να καταφέρνεις να μην κάνεις τίποτα στη δουλειά,.

Η μείωση του χρόνου εργασίας, που αρχικά σχεδιάστηκε για την προστασία των εργαζομένων από τις εργοδοτικές καταχρήσεις, έχει γίνει μέρος της μεταπολεμικής ιστορίας της χώρας. Το 1982 ο Φρανσουά Μιτεράν μείωσε την ηλικία συνταξιοδότησης από τα 65 στα 60. Δύο δεκαετίες αργότερα, η Γαλλία εισήγαγε την εβδομάδα εργασίας των 35 ωρών. Το ποσοστό των Γάλλων που θεωρούν την εργασία «πολύ σημαντική» μειώθηκε από 60% το 1990 σε μόλις 24% το 2021, σύμφωνα με την ομάδα δημοσκοπήσεων Ifop,. Η πανδημία έχει επιταχύνει αυτή τη μετατόπιση, λέει ο Ρομέν Μπενταβίντ, σε μελέτη για την δεξαμενή σκέψης Fondation Jean-Jaurès. Το 2022 μόνο το 40% των Γάλλων δήλωσαν ότι θα προτιμούσαν να κερδίζουν περισσότερα και να έχουν λιγότερο ελεύθερο χρόνο, από 63% το 2008.

Στο μέτρο που οι Γάλλοι πολιτικοί μιλούν για όλα αυτά, είναι σε μεγάλο βαθμό για να εμπορεύονται ύβρεις και συνθήματα. Η Σαντρίν Ρουσό, ηγέτης των Πρασίνων από τον συνασπισμό NUPES, υποστηρίζει ωμά το «δικαίωμα στην τεμπελιά» και θέλει να φέρει μια εβδομάδα εργασίας 32 ωρών. Ο Ζεράλντ ΝταρμανίνGérald Darmanin, υπουργός Εσωτερικών του κ. Μακρόν, απαξιώνει τους NUPES ως ομάδα «ανθρώπων που δεν τους αρέσει η εργασία» και πιστεύουν ότι μπορούν να ζήσουν σε «κοινωνία χωρίς προσπάθεια».

Στην πραγματικότητα, η γαλλική κοινωνία είναι πιο περίπλοκη από ό,τι υποδηλώνει αυτός ο πόλεμος λέξεων. Χάρη σε πιο χαλαρούς κανόνες, οι Γάλλοι εργαζόμενοι στην πραγματικότητα κατά μέσο όρο αυτές τις μέρες εργάζονται περισσότερο την εβδομάδα (37 ώρες) από τους Γερμανούς (35 ώρες) και είναι σχεδόν εξίσου παραγωγικοί ανά ώρα εργασίας. Ακόμη και εντός των NUPES, ορισμένοι πολιτικοί, συμπεριλαμβανομένου του ηγέτη του Κομμουνιστικού Κόμματος Φαμπιέν Ρουσέλ ασπάζονται την αξία της εργασίας. Οι Γάλλοι μπορεί να πουν ότι η εργασία δεν είναι πλέον κεντρική στη ζωή τους. αλλά νέα μελέτη από την δεξαμενή σκέψης Institut Montaigne, δείχνει ότι τα τρία τέταρτα δηλώνουν επίσης ότι είναι σε γενικές γραμμές ευχαριστημένοι στη δουλειά, αριθμός που είναι σταθερός εδώ και αρκετά χρόνια.

Ωστόσο, η Γαλλία δεν θέλει αυτή τη συζήτηση, και αν μη τι άλλο, η κοινή γνώμη σκληραίνει κατά της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος: το 64% είναι τώρα εναντίον της, αυξημένο κατά τρεις μονάδες από τον Ιανουάριο. Ο κ. Μακρόν, λέει πηγή του περιβάλλοντος του, είναι αποφασισμένος να παραμείνει σταθερός. Εάν δεν μπορεί να βρει τις ψήφους στο κοινοβούλιο, όπου δεν κατέχει πλέον την πλειοψηφία, η μεταρρύθμιση θα μπορούσε να προωθηθεί χρησιμοποιώντας μια ειδική συνταγματική διάταξη, αν και με κίνδυνο να προκληθούν νέες βουλευτικές εκλογές. Αλλά ακόμα κι αν περάσει τη νομοθεσία του, εκτός κι αν ο Μακρόν βρει τρόπο να πείσει τους Γάλλους για τα πλεονεκτήματά της, θα μπορούσε να καταλήξει σε επιτυχημένη μεταρρύθμιση που να του πιστώνεται, αλλά και σε βαθιά πικραμένη χώρα.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα