Ο σχεδιασμός των ελληνικών πόλεων και η αναμόρφωσή τους βάσει πρακτικών που έχουν εφαρμοστεί με επιτυχία σε αστικές περιοχές του εξωτερικού βρέθηκαν στο επίκεντρο συζήτησης, που έλαβε χώρα στο πλαίσιο της Prodexpo 2025, του κορυφαίου συνεδρίου για την αγορά ακινήτων στην Ελλάδα και τη ΝΑ Ευρώπη.
Με οικοδεσπότες τον κ. Δημήτρη Ανδριόπουλο, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Dimand και την κυρία Όλγα Ίτσιου, COO της Dimand, διακεκριμένοι αρχιτέκτονες από το εξωτερικό μετέφεραν τις εμπειρίες τους από διάφορες πόλεις του κόσμου, καταθέτοντας τις απόψεις τους για τις αλλαγές που πρέπει να γίνουν στην Αθήνα.

Ο CEO της Dimand, Δημήτρης Ανδριόπουλος
Η κυρία Jette Cathrin Hopp, Director of Acquisition and Business Development της Snøhetta δήλωσε ερωτευμένη με την Αθήνα, λέγοντας ότι έχει το τέλειο μείγμα, συναρπάζοντας τον επισκέπτη. Κάτι ωστόσο που δεν ισχύει με την κίνηση στους δρόμους, η οποία αποτελεί σημαντικό πρόβλημα, όπως και η έλλειψη πεζοδρομίων, ανέφερε. «Η Αθήνα δεν είναι φιλική στους πεζούς. Περίπου το 40% των πεζοδρομίων είναι πιο στενά από ένα μέτρο, ενώ ένα 5% των δρόμων δεν έχει καθόλου πεζοδρόμιο» σημείωσε.
Συνεργασία δημόσιου με ιδιωτικό τομέα
Σύμφωνα με την κυρία Hopp, για τον σχεδιασμό της επόμενης μέρας χρειάζεται ξεκάθαρο όραμα και στρατηγική, με συνεργασία ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Τόνισε ότι η συζήτηση δεν πρέπει να ξεκινάει από τις κατεδαφίσεις, αλλά από την αξιοποίηση των υφιστάμενων κτιρίων. Υπογράμμισε ότι βασικός παράγοντας για την αναμόρφωση μιας πόλης είναι η αλλαγή νοοτροπίας, όπως συνέβη στην Κοπεγχάγη ή το Όσλο, που μεταμορφώθηκαν, αλλάζοντας προσανατολισμό. Όσον αφορά στο έργο του Ελληνικού, η Director of Acquisition and Business Development της Snøhetta υποστήριξε ότι έχει προοπτικές να φέρει την Αθήνα πιο κοντά στο νερό.
Ο κ. Michael Jones, Senior Partner, Architect της Foster + Partners χαρακτήρισε την Αθήνα πανέμορφη πόλη, στην οποία όμως δυστυχώς κυριαρχούν τα αυτοκίνητα. «Είναι δύσκολο για κάποιον να πάει από το ένα σημείο της πόλης στο άλλο. Χρειάζονται καλύτερες υποδομές για να μειωθούν τα αυτοκίνητα, να δοθούν αντικίνητρα για την χρήση τους» ανέφερε ο κ. Jones, λέγοντας πως τέτοια κίνητρα έχουν αποδώσει σε πόλεις, όπως το Λονδίνο και η Βοστώνη. Χαρακτήρισε την προσβασιμότητα ως σημείο – κλειδί για τη βιωσιμότητα, υποστηρίζοντας ότι για την ανάπτυξη μιας περιοχής δεν πρέπει να κοιτάς τα βραχυπρόθεσμα κέρδη, αλλά τα μακροπρόθεσμα οφέλη. Όσον αφορά στην κλιματική αλλαγή, ο κ. Jones είπε πως αποτελεί μέρος του σχεδιασμού, σε μία προσπάθεια να γίνουν τα κτίρια πιο ανθεκτικά.
Η κυρία Μαριάνθη Τάταρη, Director & Senior Architect της UN Studio, υποστήριξε πως το ωραίο στις ελληνικές πόλεις είναι ότι βλέπεις τις διαστρωματώσεις της ιστορίας, την κουλτούρα και τον πολιτισμό, χαρακτηρίζοντας τις ελληνικές πόλεις ανθρωποκεντρικές. «Έχει σημασία πώς θα προσεγγίσεις το κοινό για να αφήσει το αυτοκίνητο και να χρησιμοποιήσει το μέσο μεταφοράς. Να δείξεις στους πολίτες ότι μετράει η γνώμη τους, ότι τους υπολογίζεις όταν σχεδιάζεις μια παρέμβαση», σημείωσε η κυρία Τάταρη. Προσέθεσε πως κατά τη διαδικασία σχεδιασμού μιας υποδομής αναλύονται πολλά δεδομένα για την κινητικότητα και την προσβασιμότητα.
Περιγράφοντας τη δική του εμπειρία από την Αθήνα ο κ. Ryan Neiheiser, Director της Neiheiser Argyros, έκανε λόγο για μία συναρπαστική και δυναμική πόλη, με οργάνωση γύρω από τις πλατείες. «Δίνει την εντύπωση μιας τρισδιάστατης πράσινης πόλης. Ειδικά το κέντρο της Αθήνας έχει μια αστική ετερογένεια με παλμό» τόνισε ο κ. Neiheiser, προσθέτοντας ότι μια πόλη πρέπει να έχει ποικιλομορφία στον πυρήνα της. Όσον αφορά στις δυσκολίες, μίλησε για τα πεζοδρόμια, στα οποία είναι δύσκολο να περπατήσει κάποιος, ενώ προβληματικό χαρακτήρισε και τον φωτισμό σε αρκετά σημεία της πόλης.
Από την πλευρά του ο κ. Julian Lipscombe, Director της Bennetts Associates υποστήριξε πως πριν τη χάραξη της στρατηγικής σε μία πόλη, είναι απαραίτητο να υπάρξει συμφωνία μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα. Έφερε ως παράδειγμα την αναγέννηση μιας περιοχής του Λονδίνου, το King’s Cross, που αποτελεί πρότυπο αστικής αναμόρφωσης. Όσον αφορά στο Ελληνικό, ο κ. Lipscombe τόνισε πως η σύνδεση με το νερό είναι μια σπάνια ευκαιρία για την Αθήνα, εκφράζοντας την ελπίδα ότι η νέα πόλη που θα δημιουργηθεί θα έχει μια αθηναϊκή ποιότητα και όχι κάτι τελείως αποκομμένο από τον χαρακτήρα της πρωτεύουσας.