Τον κίνδυνο της ύφεσης επικαλείται ο διοικητής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, Στίβεν Μίραν, εκτός εάν η κεντρική τράπεζα συνεχίσει να μειώνει τα επιτόκια τον επόμενο χρόνο.
«Εάν δεν προσαρμόσουμε την πολιτική προς τα κάτω, τότε νομίζω ότι διατρέχουμε κινδύνους» υπογράμμισε ο Μίραν κατά τη διάρκεια συνέντευξης στο Bloomberg TV τη Δευτέρα. Πρόσθεσε ότι δεν προβλέπει οικονομική ύφεση βραχυπρόθεσμα αν και η αυξανόμενη ανεργία θα πρέπει να ωθήσει τους αξιωματούχους της Fed να συνεχίσουν να μειώνουν τα επιτόκια.
«Το ποσοστό ανεργίας έχει εκτοξευθεί πιθανώς πάνω από το σημείο που πίστευαν οι άνθρωποι ότι θα έφτανε. Έτσι, έχουμε δεδομένα που θα πρέπει να ωθήσουν τους ανθρώπους σε μια πιο περιστερίσια κατεύθυνση», είπε.
Ο Μίραν, η θητεία του οποίου στη Fed λήγει τον Ιανουάριο, έχει ψηφίσει υπέρ μεγάλων μειώσεων κατά 50 βάσης από τότε που εντάχθηκε στο διοικητικό συμβούλιο τον Σεπτέμβριο.
Διχασμένη η Fed
Αφού οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μείωσαν τα επιτόκια τρεις φορές κατά συνολικά 75 μονάδες βάσης από τον Σεπτέμβριο, υπάρχει μικρότερη ανάγκη για μείωση κατά μισή μονάδα στην επόμενη συνεδρίαση της Fed στο τέλος του επόμενου μήνα, υπογράμμισε αν και όπως υποστήριξε ο ίδιος δεν έχει αποφασίσει ακόμα
«Μπαίνεις σε ένα έδαφος όπου μπορείς να ξεκινήσεις τη μικροδιαχείριση αντί για μεγάλες περικοπές», δήλωσε ο διοικητής της Fed. «Και δεν ξέρω αν είμαστε ακόμα εδώ, ή αν θα χρειαστούν ακόμα μερικές περικοπές για να φτάσουμε εκεί».
Η Fed μείωσε τα επιτόκια κατά 25 μονάδες αυτόν τον μήνα, αλλά οι αξιωματούχοι παραμένουν βαθιά διχασμένοι για την πορεία που πρέπει να ακολουθήσει η νομισματική πολιτική, με τους περισσότερους να προβλέπουν μόνο μία ακόμη μείωση τον επόμενο χρόνο. Πρόσφατες δημόσιες ομιλίες έχουν σηματοδοτήσει την πρόθεση της πλειοψηφίας να διατηρήσει σταθερό τον πληθωρισμό τους επόμενους μήνες, περιμένοντας σαφήνεια σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές.
Ορισμένοι περιφερειακοί πρόεδροι έχουν εκφράσει τις ανησυχίες τους για τον πληθωρισμό, ο οποίος παραμένει σχεδόν μια ολόκληρη ποσοστιαία μονάδα πάνω από τον στόχο του 2%. Ταυτόχρονα, η ανεργία έχει αυξηθεί, εντείνοντας τις ανησυχίες για μια απότομη αποδυνάμωση της αγοράς εργασίας.



































