Μνήμες της κρίσης χρέους του 2011-12  ξύπνησε η βουτιά των μετοχών των ιταλικών τραπεζών, που προκλήθηκε από την άνοδο των αποδόσεων των κρατικών ομολόγων, αναζυπωρώντας τις ανησυχίες για το πόσο ευάλωτο και εκτεθειμένο είναι το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στον κίνδυνο του δημόσιου χρέους.

Ο ομφάλιος λώρος κράτους-τραπεζών, που μετατράπηκε πριν μια δεκαετία σε «θηλιά καταδίκης» αμοιβαία ενισχυόμενων κινδύνων, επιτείνει τα προβλήματα για τις ιταλικές τράπεζες, οι οποίες έχουν χάσει το ένα πέμπτο της χρηματιστηριακής αξίας τους καταγράφοντας διπλάσιες απώλειες από τον ευρύτερο τραπεζικό κλάδο, ο οποίος πλήττεται από τις επιπτώσεις του πολέμου στην Ουκρανία.

Η σύνδεση τραπεζικού συστήματος και κράτους

Πολλοί αναλυτές και τραπεζίτες συμπεριλαμβανομένου του επικεφαλής της UniCredit Αντρέα Ορτσέλ, τονίζουν ότι η κατάσταση έχει αλλάξει και αποδίδουν την πτώση των μετοχών σε μια αδικαιολόγητη σπασμωδική αντίδραση των επενδυτών, σύμφωνα με ανάλυση του Reuters.

«Πρόκειται για déjà vu», δήλωσε ο Ορτσέλ σε συνέδριο στο Μιλάνο την περασμένη εβδομάδα. «Είναι μια δύσκολη κατάσταση, αλλά δεν είναι η ίδια».

Οι ιταλικές τράπεζες έγιναν «υποκατάστατο» του κινδύνου των κρατικών ομολόγων, όταν το κόστος εξυπηρέτησης του δημόσιου χρέους της Ρώμης απειλούσε να ξεφύγει από τον έλεγχο, προτού η ΕΚΤ, με επικεφαλής τον σημερινό πρωθυπουργό της Ιταλίας Μάριο Ντράγκι, δεσμευτεί να σώσει το ευρώ το 2012 και να προχωρήσει στο mop up του ενός πέμπτου των ιταλικών ομολόγων.

Μια δεκαετία αργότερα, η πανευρωπαϊκή τραπεζική ένωση έχει κολλήσει και οι ιταλικές τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται στα μισά του δρόμου της διαδικασίας εξυγίανσης , καθώς θα πρέπει να ενισχύσουν τις μεσαίου μεγέθους τράπεζες και να βρούν λύση για το πολυετές πρόβλημα της Monte dei Paschi di Siena.

Η πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΚΤ  που δεσμεύτηκε να δράσει κατά του κατακερματισμού των ομολόγων της ευρωζώνης φρέναρε την πτώση των ιταλικών ομολόγων και των τραπεζικών μετοχών, αλλά οι επενδυτές αναρωτιούνται αν αυτή η ανάπαυλα είναι προσωρινή.Μιλώντας στο συνέδριο του Μιλάνου, ο Κάρλο Μεσίνα, διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης ιταλικής τράπεζας Intesa Sanpaolo, δήλωσε ότι ένα πλούσιο κράτος όπως η Ιταλία δεν θα πρέπει να βασίζεται στην ΕΚΤ για να στηρίξει το χρέος της και να πιστεύει ότι «τα προβλήματά του θα λυθούν από έξω«.

Ελλιπής αναδιάρθρωση

«Υπάρχουν σίγουρα διαφορές σε σχέση με το παρελθόν, αλλά βλέπω επίσης στοιχεία που με ανησυχούν», εξηγεί στο Reuters, ο ερευνητής στη Σχολή Κένεντι του Χάρβαρντ, Ιγνάζιο Ανγκελόνι.«Πιστεύω ότι η αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος της Ιταλίας είναι ατελής», πρόσθετει ο Αγκελόνι, ο οποίος στο παρελθόν συμμετείχε στο εποπτικό συμβούλιο της ΕΚΤ και ήταν επικεφαλής του τμήματος χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της κεντρικής τράπεζας.«Οι δύο κορυφαίες τράπεζες είναι ασφαλείς, αλλά υπάρχουν τέσσερις ή πέντε μεσαίου μεγέθους τράπεζες που δεν έχουν διανύσει όλο το μήκος του ταξιδιού».

Όταν οι τιμές των ομολόγων πέφτουν, οι τράπεζες υφίστανται άμεσο πλήγμα στα κεφαλαιακά αποθέματα τους και το κόστος χρηματοδότησης του χρέους αυξάνεται. Ωθούμενες από τις ρυθμιστικές αρχές να διαφοροποιήσουν την έκθεση τους στο κίνδυνο έκθεσης στο δημόσιο χρέος, η Intesa και η UniCredit έχουν μειώσει τα εγχώρια ομόλογα στο 70%-80% ως ποσοστό των βασικών κεφαλαίων τους. Όταν όμως συμπεριληφθούν και οι μικρότερες τράπεζες, ο λόγος αυτός αυξάνεται στο 148% για τις πέντε μεγαλύτερες τράπεζες της Ιταλίας, σύμφωνα με την JPMorgan, αν και αυτό εξακολουθεί να απέχει πολύ από το επίπεδο του 261% του 2017.

Ως ποσοστό του συνολικού ενεργητικού, τα εγχώρια ομόλογα στις κυριότερες εισηγμένες τράπεζες της Ιταλίας έχουν μειωθεί στο 6,6%, σύμφωνα με τη Citi, από τα προηγούμενα επίπεδα άνω του 10%, ένα όριο που εξακολουθεί να ισχύει για το ευρύτερο τραπεζικό σύστημα.

Η μόνωση από τα κρατικά ομόλογα

Για να μονωθούν από τις διακυμάνσεις της αγοράς, οι ιταλικές τράπεζες έχουν εγγράψει το 72% του χαρτοφυλακίου εγχώριων ομολόγων τους σε περιουσιακά στοιχεία που διακρατούνται μέχρι τη λήξη τους και δεν απαιτούν να αποτιμώνται σε τιμές “mark to market”, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ιταλίας. Ως αποτέλεσμα, μια διεύρυνση κατά 100 μονάδες βάσης της διαφοράς απόδοσης μεταξύ του 10ετούς ιταλικού και γερμανικού ομολόγου εκτιμάται ότι θα κοστίσει στις τράπεζες 20-25 μονάδες βάσης όσον αφορά το συνολικό βασικό κεφάλαιο – το οποίο είναι πολύ πάνω από τα ελάχιστα όρια.

Η Τράπεζα της Ιταλίας υπολογίζει ότι οι ιταλικές τράπεζες διέθεταν πλεονάζοντα κεφάλαια που αντιστοιχούν σχεδόν στο 4% του σταθμισμένου ως προς τον κίνδυνο ενεργητικού τους στο τέλος του 2021, έχοντας ενισχύσει τα αποθεματικά τους τα τελευταία χρόνια. Η ΕΚΤ, η οποία ανέλαβε την τραπεζική εποπτεία της ευρωζώνης στα τέλη του 2014, έχει επίσης ενισχύσει τις ιταλικές τράπεζες ώστε να μειώσουν τα ακαθάριστα επισφαλή χρέη στο 4% του συνολικού δανεισμού από το μέγιστο 18% που ήταν το 2015.

Οι επενδυτές ανησυχούν ότι τα προβληματικά δάνεια θα μπορούσαν να αυξηθούν και πάλι, καθώς οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν υψηλότερο κόστος δανεισμού, τιμές ρεκόρ για την ενέργεια και τις πρώτες ύλες καθώς και διαταραχές στις αλυσίδες εφοδιασμού και τη σταδιακή κατάργηση των μέτρων στήριξης.

Ο επικεφαλής επενδύσεων στην Algebris Investments με έδρα το Λονδίνο, Σεμπαστιάνο Πίρο εξηγεί ότι τα αυστηρότερα κριτήρια δανεισμού και οι κρατικές εγγυήσεις που παρείχε η Ιταλία κατά τη διάρκεια της πανδημίας – οι οποίες καλύπτουν το 40% του συνόλου των επιχειρηματικών δανείων – θα κρατήσουν τα προβληματικά δάνεια υπό έλεγχο.«Οι ιταλικές τράπεζες έχουν αλλάξει την προσέγγισή τους στον δανεισμό την τελευταία δεκαετία. Οι προσωπικές σχέσεις συνήθιζαν να παίζουν βασικό ρόλο, δεν είναι πλέον έτσι, οι τράπεζες δίνουν τεράστια προσοχή στους πιστωτικούς κινδύνους», προσθετει

Ο Aνγκελόνι ωστόσο, προειδοποίησε ότι είναι πολύ νωρίς για να εκτιμηθεί η έκταση της ζημιάς που προκάλεσε η πανδημία.«Φαίνεται ότι τα πράγματα δεν είναι τόσο άσχημα, αλλά δεν γνωρίζουμε με βεβαιότητα», προσθέτει.

Οι ιταλικές επιχειρήσεις έχουν μόλις τώρα αρχίσει να αποπληρώνουν κεφάλαια από τα εγγυημένα από το κράτος κορωνοδάνεια.

Τα μέτρα στήριξης που σχετίζονται με την πανδημία ώθησαν το χρέος της Ιταλίας στο 151% του ΑΕΠ το 2021. Η Ρώμη ελπίζει τώρα ότι τα 200 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης θα τη βοηθήσουν να αναπτυχθεί αρκετά ώστε να μειώσει το λόγο χρέους προς ΑΕΠ.

«Το πρόβλημα είναι ότι η Ιταλία δεν έχει κανένα δημοσιονομικό περιθώριο ελιγμών», συνεχίζει ο Ανγκελόνι, προσθέτοντας ότι «η Ρώμη δεν κατάφερε να εκμεταλλευτεί εγκαίρως τα χαμηλά επιτόκια για να μειώσει το χρέος. Δεν θα έλεγα ότι ο βρόχος της καταστροφής των κινδύνων μεταξύ τραπεζών και κρατών είναι πίσω μας.»

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή