Τις διαφωνίες στους κόλπους της ΕΚΤ ανέδειξαν τα πρακτικά της τελευταίας συνεδρίασης που πραγματοποιήθηκε στις 15 κα 16 Μαρτίου και δοθήκαν σήμερα στη δημοσιότητα. Όπως προκύπτει ορισμένοι κεντρικοί τραπεζίτες εξέφρασαν την ανησυχία τους όσον αφορά τις οικονομικές προβλέβεις της ΕΚΤ σχετικά με τους μισθούς, την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό και τις θεώρησαν  υπερβολικά καλοπροαίρετες. Στον αντίποδα υπήρχαν στελέχη που υποστήριξαν ότι η ΕΚΤ δεν θα πρέπει να προχωρήσει σε αύξηση των επιτοκίων μέχρι να υποχωρήσουν οι ενστάσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Υπενθυμίζεται ότι η τελευταία συνεδρίαση έλαβε χώρα εν μέσω κλυδωνισμών του τραπεζικού συστήματος και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού, καθώς είχαν καταρρεύσει δύο τράπεζες στις ΗΠΑ και η  κρίση είχε βρεθεί στις πύλες της Credit Suisse. Σε αυτό το περιβάλλον η ΕΚΤ προχώρησε σε αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης αλλά δεν έδωσε καμία καθοδήγηση για τις επόμενες κινήσεις της, κάτι που συνήθιζε στις προηγούμενες συνεδριάσεις, γεγονός που δείχνει τη ρευστότητα στο χρηματοπιστωτικό περιβάλλον αλλά και τις διαφωνίες των στελεχών της όσον αφορά την πορεία της νομισματικής πολιτικής.

Ευρώ: Κούρσα σε υψηλά του 2023 [γράφημα]

Οι επόμενες κινήσεις

Οι χρηματοπιστωτικές εντάσεις έχουν έκτοτε υποχωρήσει, υποστήριξε ο επικεφαλής οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, πράγμα που σημαίνει ότι μια αύξηση των επιτοκίων είναι πιθανή στην επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ στις 3-4 Μαΐου.

Aπό την πλευρά της η επικεφαλής της ΕΚΤ είπε σήμερα ότι ο πληθωρισμός στην ευρωζώνη είναι πολύ υψηλός και η νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας «έχει ακόμη λίγο δρόμο να διανύσει» για να τον επαναφέρει  στον στόχο του 2%.

«Η νομισματική μας πολιτική πρέπει προφανώς να αναπτύξει όλα τα εργαλεία της για να φέρει τον πληθωρισμό στο στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα», είπε η  Κριστίν Λαγκάρντ σε συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στη γαλλική σχολή Polytechnique στο Παρίσι.

Πηγές ανέφεραν στο Reuters ότι η έβδομη συνεχόμενη αύξηση των επιτοκίων της ΕΚΤ ήταν πιθανό να είναι μικρότερη από τις προηγούμενες, μόλις 25 μονάδες βάσης, λόγω της παρατεταμένης αβεβαιότητας σχετικά με τον χρηματοπιστωτικό τομέα και των καθυστερημένων επιπτώσεων από τις προηγούμενες αυξήσεις του κόστους δανεισμού.

Μέχρι στιγμής τα σενάρια που υπάρχουν στο τραπέζι για τη συνεδρίαση της 4ης Μαΐου μιλούν για αύξηση των επιτοκίων κατά 25 ή 50 μονάδες βάσης. Αρκετοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής λένε ότι οι επιπτώσεις στον χρηματοπιστωτικό τομέα θα είναι περιορισμένες και ο πληθωρισμός είναι πολύ υψηλός, υποστηρίζοντας ότι θα πρέπει να διατηρηθεί ο επιθετικός ρυθμός αύξησης.

H αυξημένη αβεβαιότητα καθιστά δύσκολες τις προβλέψεις για το ύψος της αύξησης των επιτοκίων στη επόμενη συνεδρίαση της ΕΚΤ, είπε το μέλος της Εκτελεστικής Επιτροπής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ιζαμπέλ Σνάμπελ. «Δεν μπορώ να σας πω τι θα αποφασίσουμε στην επόμενη συνάντηση, και ειδικά στις επόμενες συναντήσεις», υπογράμμισε η Σνάμπελ, μιλώντας στο ερευνητικό ινστιτούτο ZEW στο Μάνχαϊμ της Γερμανίας.

«Με τις αναταραχές στον τραπεζικό τομέα, η κατάσταση έχει γίνει ακόμη πιο περίπλοκη», τόνισε και πρόσθεσε:. «Είναι ακόμη πιο σημαντικό να εξετάσουμε όλα τα δεδομένα που θα λάβουμε. Είναι σημαντικό εάν η αβεβαιότητα στον τραπεζικό τομέα θα έχει πρόσθετο αντίκτυπο στον δανεισμό».

Οι αρνητές της αισιοδοξίας

Στην τελευταία συνεδρίαση υπήρξαν μέλη που εξέφρασαν αμφιβολίες για τον απολογισμό της ΕΚΤ και τη διαδικασία που χαρακτηρίζεται ως «άψογος αποπληθωρισμός», δηλαδή της επιστροφής του πληθωρισμού στο στόχο με πολύ χαμηλό κόστος από την άποψη της χαμένης παραγωγής. Η κεντρική τράπεζα προβλέπει ότι ο  πληθωρισμός θα μειωθεί σταδιακά στο στόχο του 2% έως το 2025, οι αυξήσεις των μισθών θα μετριαστούν, ενώ η οικονομική ανάπτυξη θα επιταχυνθεί.

Ορισμένα μέλη λοιπόν υποστήριξαν ότι υπήρχε μόνο μια μικρή πιθανότητα ο πληθωρισμός να επιστρέψει σε χαμηλά επίπεδα τόσο γρήγορα όσο υποδείκνυαν οι προβολές των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ του Μαρτίου, όπως προκύπτει από τα πρακτικά και θεωρούσαν ότι οι κίνδυνοι για τις προοπτικές του πληθωρισμού «κλίνουν προς τα πάνω σε ολόκληρο τον ορίζοντα».

Ορισμένοι από τους συναδέλφους του Λέιν αμφισβήτησαν ανοιχτά τις προβλέψεις που παρουσίασε στη συνεδρίαση, μεταξύ των οποίων και αυτή που αφορά στην αύξηση των μισθών κατά  5,3% μέσο όρο για φέτος φέτος, η οποία θα υποχωρήσει στο 4,4% το επόμενο έτος και στο 3,6% το 2025.

«Υπήρξαν αμφιβολίες σχετικά με το κατά πόσον η προβλεπόμενη χαμηλότερη αύξηση των μισθών προς το τέλος του ορίζοντα στις προβλέψεις του Μαρτίου είναι δικαιολογημένη», ανέφερε η ΕΚΤ.

Άλλοι υποστήριξαν ότι ήταν συνεπές να αναθεωρείται προς τα κάτω η ονομαστική αύξηση των μισθών και ταυτόχρονα να μειώνονται οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό.

Τα εταιρικά κέρδη στο μικροσκόπιο

Όμως, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής εξέτασαν επίσης τον ρόλο των εταιρικών κερδών στην τροφοδότηση του πληθωρισμού, σηματοδοτώντας μια αλλαγή στη δημόσια επικοινωνία τους.«Τα μέλη επανέλαβαν ευρέως ότι οι εξελίξεις στα κέρδη και τα περιθώρια κέρδους δικαιολογούν συνεχή παρακολούθηση και περαιτέρω ανάλυση σε ισότιμη βάση με τις εξελίξεις στους μισθούς», αναφέρεται στα πρακτικά.

Είχε προηγηθεί και μια συνάντηση στην ενδοχώρα της Λαπωνίας όπου «πάγωσε» το κυρίαρχο αφήγημα για τον πληθωρισμό. Τα στελέχη της ΕΚΤ στη συνάντησή τους στο φινλανδικό χωριό Ινάρι, κατά τη διάρκεια της οποίας είχαν την δυνατότητα να συζητήσουν θέματα που δεν βρίσκονται στην ατζέντα των τακτικών συναντήσεων τους, διαπίστωσαν ότι οι επιχειρήσεις αποκομίζουν κέρδη από τον υψηλό πληθωρισμό και τον «λογαριασμό» τον πληρώνουν οι εργαζόμενοι και οι καταναλωτές.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα τους τελευταίους εννέα μήνες προσέγγιζε την άνοδο των πληθωριστικών πιέσεων ως παράγοντα που ανεβάζει το κόστος των επιχειρήσεων. Στο πλαίσιο αυτό υιοθέτησε την πιο επιθετική σύσφιγξη νομισματικής πολιτικής από την γέννηση του ευρώ. Η αιτιολόγηση είναι ότι στοχεύει στη ζήτηση για να αντιμετωπίσει τον κίνδυνο οι υψηλές τιμές να φέρουν μισθολογικές αυξήσεις, που θα οδηγούσαν σε ένα σπιράλ πληθωρισμού.

Όμως τα στοιχεία που μελέτησαν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, σύμφωνα με τρεις πηγές που επικαλείται το Reuters -οι οποίες συμμετείχαν στη συνάντηση και επιθυμούν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους- έδειξαν ότι τα περιθώρια κέρδους των εταιρειών αυξήθηκαν αντί να συρρικνωθούν, όπως θα ήταν το αναμενόμενο όταν αυξάνεται το κόστος.

Οι οπαδοί της μηδενικής αύξησης

Ορισμένα μέλη θα προτιμούσαν να μην αυξήσουν τα βασικά επιτόκια έως ότου υποχωρήσουν οι εντάσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και να προβούν σε μια συνολική επανεκτίμηση της στάσης στην επόμενη συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου για τη νομισματική πολιτική, τον Μάιο.  Όπως αναφέρεται στα πρακτικά τονίστηκε «ότι οι αγορές ήταν ασταθείς και το θετικό άνοιγμα των χρηματοπιστωτικών αγορών τη δεύτερη ημέρα της τρέχουσας συνεδρίασης δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως απόδειξη ότι οι κίνδυνοι για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα είχαν υποχωρήσει. Επιπλέον, θεωρήθηκε ότι μια προσέγγιση διαχείρισης κινδύνου απαιτεί την αναστολή της αύξησης των επιτοκίων, καθώς οι κίνδυνοι από τη μη αύξηση των επιτοκίων, εάν οι εντάσεις αποδειχθούν βραχύβιες, εκτιμήθηκαν ως πολύ λιγότερο σοβαροί από τους κινδύνους που συνδέονται με την αύξηση των επιτοκίων σε μια επίμονη κρίση. Επιπλέον, μια αύξηση κατά 50 μονάδες βάσης θα ασκούσε πολύ ισχυρότερο αποτέλεσμα σύσφιγξης εάν η οικονομία υπέφερε ήδη από τις επιπτώσεις της χρηματοπιστωτικής πίεσης. Υπενθυμίστηκαν επεισόδια του παρελθόντος στα οποία το διοικητικό συμβούλιο είχε αυξήσει τα επιτόκια και στη συνέχεια αναγκάστηκε να αντιστρέψει την αύξηση λίγο αργότερα. Θεωρήθηκε ότι η προσέγγιση του διοικητικού συμβουλίου που εξαρτάται από τα δεδομένα θα συνιστούσε στην παρούσα κατάσταση την αναβολή της αύξησης των επιτοκίων και την αναμονή μέχρι να μειωθεί η αβεβαιότητα.»

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Διεθνή