Κοινός τόπος είναι πως ύστερα από μια δεκαετία κρίσης χρέους και μνημονίων, αλλά και μετά τη διπλή (υγειονομική και οικονομική) κρίση του κορωνοϊού, το δημόσιο χρέος της Ελλάδας εκτοξεύτηκε στα υψηλότερα επίπεδα (στην περιοχή του 210% του ΑΕΠ) μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1896 (224% του ΑΕΠ).
Μόνο στα χρόνια της πανδημίας εξάλλου εκτιμάται πως το δημόσιο χρέος της χώρας θα αυξηθεί κατά 20 δισ. ευρώ, αν και την ίδια περίοδο οι κρατικές δαπάνες για την αντιμετώπιση των αυξανόμενων οικονομικών επιπτώσεων θα είναι διπλάσιες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης (Χρέος κατά Μάαστριχτ) αυξήθηκε από τα 331 δισ. ευρώ στο τέλος του 2019, στα 341 δισ. ευρώ στο τέλος του 2020, ενώ εκτιμάται πως θα κλείσει το 2021 στην περιοχή των 350 δισ. ευρώ.
Την ίδια ώρα ωστόσο οι κρατικές δαπάνες για να ελεγχθούν οι συνέπειες της πανδημίας έφθασαν τα 24 δισ. ευρώ πέρυσι, ενώ υπολογίζονται μέχρι στιγμής ότι θα κυμανθούν για το 2021 στα 14 δισ. ευρώ.
Χαμηλά επιτόκια
Κοινός τόπος είναι επίσης πως όλες οι χώρες θα βγουν από αυτή την πανδημική κρίση με αυξημένα επίπεδα χρέους, ενώ η Ελλάδα, αν και έχει το 2ο υψηλότερο χρέος από τις αναπτυγμένες οικονομίες (μετά την Ιαπωνία), δεν δείχνει να προβληματίζει τους διεθνείς επενδυτές, που τη δανείζουν με τα χαμηλότερα ιστορικά επιτόκια. Προσφάτως μάλιστα δανείστηκε για 30 χρόνια με ελκυστικό επιτόκιο, μια έκδοση-ορόσημο που σηματοδοτεί ότι η χώρα λίγα χρόνια μετά την (επιλεκτική) χρεοκοπία είναι πλέον ένας «κανονικός» εκδότης χρέους.
Ο ΟΔΔΗΧ μάλιστα, που έχει αντλήσει ήδη 8,8 δισ. από τις αγορές, εφέτος είναι έτοιμος με ορίζοντα ως τον Ιούνιο να επιχειρήσει μία ακόμη έξοδο στις αγορές, ενώ σε κάθε περίπτωση έχει οργανώσει τη στρατηγική του με βάση την οικονομική συγκυρία που θα διαμορφωθεί.
Ανάπτυξη
Αν τα πράγματα ακολουθήσουν την αναμενόμενη φυσιολογική εξέλιξη, δηλαδή ο πληθυσμός στην ΕΕ έχει εμβολιαστεί κατά μέσω όρο 40%-50% ως το τέλος του Ιουνίου, όπως εκτιμά η κομισιόν, τότε η ανάκαμψη του τουρισμού και της οικονομίας στο β’ εξάμηνο θα κινηθεί σε ικανοποιητικά επίπεδα, με αποτέλεσμα ο ρυθμός αύξησης του ΑΕΠ του 2021 να κυμανθεί στο 3,5%-5%.
Επίσης υπάρχει η αίσθηση τόσο σε ένα μέρος της αγοράς όσο και σε αξιωματούχους ότι η ελληνική οικονομία το 2022 – απόρροια και των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και των 30 δισ. πρόσθετων καταθέσεων, ένα μέρος των οποίων θα μπει στην κατανάλωση – θα εκτιναχθεί σε ρυθμούς πρωτόγνωρους. Αυτό σημαίνει πως και η στρατηγική για το χρέος θα πρέπει να είναι ανάλογη:
Αν π.χ. τα πράγματα πάνε άσχημα εφέτος, θα πρέπει αν δοθεί έμφαση στη διαχείριση του χρέους, αν όμως πάνε σχετικά καλά ή πολύ καλύτερα, θα πρέπει να επιδιωχθεί τώρα που τα επιτόκια είναι χαμηλά η άντληση μεγαλύτερου ποσού από τις αγορές (από τα 12-14 δισ. ευρώ που υπολογίζονται για το 2021) ώστε να χρησιμοποιηθούν αργότερα, όταν τα επιτόκια θα ανεβαίνουν και οι οικονομίες θα ανακάμπτουν για την ταχύτερη μείωση του χρέους. Π.χ. οι εκδόσεις των εντόκων από τα 12,8 δισ. ευρώ θα μπορούσαν να περιοριστούν σύντομα στο μισό, βελτιώνοντας τη βιωσιμότητα του χρέους.
Επίσης η χώρα έχει το πλεονέκτημα πως τα διμερή δάνεια με τους Ευρωπαίους των 53 δισ. ευρώ έχουν χετζαριστεί με επιτόκιο κάτω του 1%, έτσι ώστε όταν τα επιτόκια ανεβαίνουν η χώρα θα κερδίζει.
Παράλληλα οι κινήσεις που έχουν γίνει έχουν κλειδώσει τα επιτόκια για 22 χρόνια στο 1,2%, την ώρα που οι παραδοχές των επίσημων πιστωτών για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έχουν γίνει με επιτόκια στο 3,2%.
Στο πλαίσιο αυτό το 2032, οπότε λήγει η περίοδος χάριτος για τα μνημονιακά δάνεια ύψους περίπου 100 δισ. ευρώ από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και αρχίζουν οι αποπληρωμές τοκοχρεολυσίων, δεν δείχνει να αποτελεί σήμερα παράγοντα ανησυχίας. Από την άλλη πλευρά, αναμένεται η εκ βάθρων μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας, ενώ αν η ευρωζώνη υιοθετήσει κάποιες ελαφρύνσεις για το χρέος, η Ελλάδα δεν θα είναι πια σε πρώτο πλάνο και μπορεί απλώς να ακολουθήσει την Ιταλία, που είναι σήμερα ο «ελέφαντας στο δωμάτιο».
Οι διαθέσιμοι πόροι
Παράλληλα, παρά το γεγονός πως η χώρα έχει αποπλήρωσε πρόωρα 3,3 δισ. δάνεια του ΔΝΤ, έχει ακόμη αυτή τη στιγμή ταμειακό «μαξιλάρι» 31 δισ. ευρώ, αν και το γεγονός ότι τα 15,7 δισ. ευρώ είναι «κλειδωμένα» από τους δανειστές και 7 δισ. ευρώ περίπου καλύπτουν ως απόθεμα τρέχουσες υποχρεώσεις, δεικνύει πως οι διαθέσιμοι πόροι δεν είναι απεριόριστοι.
Ποιο είναι όμως το μεγαλύτερο πρόβλημα και για τη χώρα αυτή τη στιγμή που δεν επιτρέπει ενδεχομένως και για τα επόμενα 2 χρόνια τους οίκους αξιολόγησης (παρά τις αναβαθμίσεις που έρχονται) να μας δώσουν την περίφημη «επενδυτική βαθμίδα» για το ελληνικό αξιόχρεο; Αυτό έχει να κάνει με την πλήρη εξυγίανση του τραπεζικού κλάδου, την επαναφορά του επιπέδου των κόκκινων δανείων σε εύλογα επίπεδα και φυσικά την πλήρη εφαρμογή του νέου πτωχευτικού δικαίου, ώστε να καθαρίσουν οι ισολογισμοί, αλλά και οι επιχειρήσεις-«ζόμπι» και τα εγκλωβισμένα περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν αλληλένδετα προβλήματα, που επηρεάζουν την ελληνική οικονομία.
Αποδοχή από τις αγορές
Η Ελλάδα είναι πια ένα κανονικός εκδότης ομολόγων έχοντας ομόλογα σε όλες τις διάρκειες, ανέφερε ο επικεφαλής του ΟΔΔΗΧ Δημήτρης Τσάκωνας σε συνέδριο του «Economist», υπογραμμίζοντας πως η πρόσφατη έκδοση των 30 ετών που έτυχε της αποδοχής των αγορών συμπλήρωσε την καμπύλη των αποδόσεων σε όλες τις διάρκειες για τους ελληνικούς τίτλους. Ο ίδιος θεωρεί πως το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο, καθώς οι επενδυτές επενδύουν στις μεγάλης διάρκειας λήξεις, η χώρα διαθέτει υψηλά ταμιακά διαθέσιμα, οι ετήσιες ανάγκες αναχρηματοδότησης κινούνται σε πολύ χαμηλά επίπεδα, καθώς οι υποχρεώσεις αποπληρωμής χρέους σε σχεδόν 20ετή ορίζοντα δεν ξεπερνούν τα 6 δισ. ετησίως. Ολα αυτά αποτελούν παράγοντες που υπερκερνούν τον υψηλό λόγο χρέους προς ΑΕΠ.
Το βάρος του ΟΔΔΗΧ το επόμενο διάστημα θα δοθεί στην αύξηση της ρευστότητας των ελληνικών ομολόγων και την κάλυψη των κενών που υπάρχουν ανάμεσα στις διάρκειες, ώστε να υπάρχουν περισσότερες επιλογές για τους διεθνείς επενδυτές.
Το πρόγραμμα αγοράς τίτλων, απόρροια της πανδημίας (PEPP), της ΕΚΤ έχει βοηθήσει ιδιαίτερα την Ελλάδα, όπως όμως και τις υπόλοιπες χώρες, αν και η απόδοση του ελληνικού 10ετούς υποχώρησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα ακόμη και πριν από την ενεργοποίηση του προγράμματος πανδημίας της ΕΚΤ.
«Είναι βιώσιμο»
Στο ίδιο συνέδριο, ο Κόλιν Ελις, επικεφαλής για την περιοχή Ευρώπης – Μέσης Ανατολής και Αφρικής της Moody’s, επεσήμανε ότι τα χαμηλά επιτόκια, η μεγάλης διάρκειας λήξη, το γεγονός ότι το 80% του χρέους βρίσκεται στα χέρια των επίσημων πιστωτών, αλλά και το υψηλό απόθεμα της χώρας καθιστούν μεσομακροπρόθεσμα το χρέος της Ελλάδας βιώσιμο.
Για τον Ρολφ Στράουχ, επικεφαλής οικονομολόγο του ESM, η ευρωπαϊκή στήριξη, το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων και η ισχυρή δημοσιονομική θέση που είχε η Ελλάδα πριν ξεσπάσει η πανδημία καθιστούν διαχειρίσιμο το ελληνικό χρέος, το οποίο θα παραμείνει βιώσιμο ακόμη και εάν τα επιτόκια αυξηθούν.
Τι προβλέπει το ΔΝΤ
Το δημόσιο χρέος της Ελλάδας θα μειωθεί εφέτος στο 210,1% του ΑΕΠ από 213,1% πέρυσι, για να υποχωρήσει περαιτέρω στο 200,5% το 2022 και στο 179,6% το 2026, εκτίμησε το ΔΝΤ, προβλέποντας πως η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα κινηθεί με ρυθμό 3,8% το 2021 και 5% το 2022. Παράλληλα, αναμένει επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα στον προϋπολογισμό το 2022 στο 0,3% του ΑΕΠ, για να φθάσει στο 1,5% το 2026.
Οι επισημάνσεις της ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ
Αν και το χρέος εκτινάχθηκε στα όρια του 210% του ΑΕΠ, η δομή του, το προφίλ εξυπηρέτησης του και το ευνοϊκό (επί του παρόντος) επιτοκιακό περιβάλλον διασφαλίζουν τη μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητά του, εκτίμησε και η Τράπεζα της Ελλάδος. Υπάρχουν, ωστόσο, τρεις βασικές προϋποθέσεις για να επιβεβαιωθεί αυτό το βασικό σενάριο:
α. Οι δημοσιονομικές παρεμβάσεις που έγιναν λόγω πανδημίας να είναι προσωρινού χαρακτήρα.
β. Η μακροοικονομική ισορροπία να αποκατασταθεί γρήγορα.
γ. Να διατηρείται σε υψηλά επίπεδα το ταμειακό «μαξιλάρι». Προβλέπει δε, πως η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει με ρυθμό 4,2% εφέτος, αλλά η πρόβλεψη αυτή εμπεριέχει αβεβαιότητα εξαιτίας των κινδύνων που συνδέονται με την εξέλιξη των επιδημιολογικών δεδομένων και τη δυνατότητα άμεσης άρσης πολλών περιοριστικών και απαγορευτικών μέτρων.
Latest News
Πώς προχωράει ο διαγωνισμός για το ψηφιακό ευρώ – Το χρονοδιάγραμμα της ΕΚΤ
Τι αναφέρει η ΕΚΤ για την επιλογή των παρόχων που αφορούν στο ψηφιακό ευρώ – Η συνεργασία με τις εθνικές κεντρικές τράπεζες
Χατζηδάκης: Έρχεται παρέμβαση της κυβέρνησης για τις τραπεζικές προμήθειες
Ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης μίλησε για τις τράπεζες, την φορολογία και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίες κατά την παρουσία του στο 4ο ΟΤ Forum του Οικονομικού Ταχυδρόμου
Νέα πρόστιμα 610.000 ευρώ σε 4 εταιρείες για παραπλανητικές εκπτώσεις
Τα πρόστιμα επιβλήθηκαν στις 4 εταιρειες A.X.F. ΑΕ, Pharmacy Discount, Trade Status και ToFarmakeioMou και ανέρχονται στις 610.000 ευρώ
Μεγάλου (Πειραιώς): Καθαρή πιστωτική επέκταση 10 δισ. ευρώ την επόμενη 4ετία
Τι είπε ο CEO της Πειραιώς Χρήστος Μεγάλου στο συνέδριο των ΕΧΑΕ και Morgan Stanley στο Λονδίνο
Ανδριόπουλος (Dimand): H Ελλάδα μπορεί να έχει ανάπτυξη για τα επόμενα 30 χρόνια
Η ελληνική αγορά ακινήτων «δεν είναι φούσκα» καθώς η ανάπτυξη δεν βασίζεται σε δανεισμό τόνισε ο CEO της Dimand, Δημήτρης Ανδριόπουλος, κατά την παρουσία του στο 4ο ΟΤ Forum του Οικονομικού Ταχυδρόμου
Χατζηδάκης: Οι πέντε επιτυχίες των Ελλήνων – Τι φέρνουν τα μη κρατικά πανεπιστήμια
Τι ανέφερε ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης μιλώντας σήμερα στο 35ο ετήσιο συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου
Η κοινότητα των Boutique Hotel υποδέχεται την Τεχνητή Νοημοσύνη
Την ευκαιρία να εξοικειωθούν με προηγμένα εργαλεία είχαν τα μέλη του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος στο πρόσφατο workshop «Boutique Hotel Welcomes AI»
Επιδότηση 100% για επτά μήνες σε 25.000 νέους της ΔΥΠΑ – Στόχος η επαγγελματική κατάρτιση
Έως την Παρασκευή, 6/12, οι αιτήσεις για το πρόγραμμα απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας 25.000 νέων της ΔΥΠΑ, με 100% επιδότηση για επτά μήνες
ΙΟΒΕ: Εξασθενεί το οικονομικό κλίμα – Πιέζονται οι κατασκευές
Ο κλάδος των Κατασκευών και ειδικά στα ιδιωτικά έργα, φαίνεται να πιέζεται από τη στενότητα εργατικού δυναμικού
Νέα παραγγελία 20 πλοίων με καύσιμο LNG από την Maersk
Τα 20 πλοία διπλού καυσίμου συνολικής χωρητικότητας 300.000 teu έχουν παραγγελθεί από την Μaersk σε τρία ναυπηγεία στην Κίνα και τη Νότια Κορέα