Κάθε μέρα φέρνει νέα φρίκη στην Ουκρανία, όπου τα πυρά του ρωσικού πυροβολικού αντηχούν σαν βροντές σε πόλεις και κωμοπόλεις. Ο μητροπολιτικός ιστός του Χάρκοβο έχει γίνει ερείπια, θύμα βομβαρδισμών επί δύο εβδομάδες. Η Μαριούπολη, στην ακτή, έχει καταστραφεί.

Είναι πολύ νωρίς για να γνωρίζουμε αν θα βγει κάποιος νικητής από αυτή τη σύρραξη. Όμως, στην άλλη πλευρά του πλανήτη, η αναδυόμενη υπερδύναμη του κόσμου ζυγίζει τις επιλογές της. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η Κίνα θα οικοδομήσει πάνω σε μια φιλία με τη Ρωσία, που υπάρχει από πριν από τον πόλεμο, και που δεν γνωρίζει «όρια», για να δημιουργήσει έναν άξονα απολυταρχίας. Άλλοι απαντούν ότι η Αμερική μπορεί να κάνει την Κίνα να έρθει σε ρήξη με τη Ρωσία, απομονώνοντας τον πρόεδρό της Βλαντιμίρ Πούτιν, ντροπιάζοντας την δημόσια. Τα ρεπορτάζ μας υποδηλώνουν ότι κανένα από τα δύο αυτά σενάρια δεν είναι πιθανό. Η εμβάθυνση των δεσμών με τη Ρωσία θα καθοδηγείται από προσεκτικό εθνικό συμφέρον, καθώς η Κίνα εκμεταλλεύεται τον πόλεμο στην Ουκρανία για να επισπεύσει αυτό που θεωρεί ως αναπόφευκτη παρακμή της Αμερικής. Το επίκεντρο ανά πάσα στιγμή είναι το δικό της όνειρο να δημιουργήσει μια εναλλακτική στη δυτική, φιλελεύθερη παγκόσμια τάξη πραγμάτων.

Τόσο ο πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, όσο και ο κ. Πούτιν θέλουν να χωρίσουν τον κόσμο σε σφαίρες επιρροής που κυριαρχούνται από μερικές μεγάλες χώρες. Η Κίνα θα διοικούσε την Ανατολική Ασία, η Ρωσία θα είχε βέτο στην ευρωπαϊκή ασφάλεια και η Αμερική θα αναγκαζόταν να επιστρέψει στην σπίτι της. Αυτή η εναλλακτική διάταξη δεν θα περιλαμβάνει οικουμενικές αξίες ή ανθρώπινα δικαιώματα, τα οποία ο κ. Σι και ο κ. Πούτιν βλέπουν ως τέχνασμα για να δικαιολογήσουν τη δυτική υπονόμευση των καθεστώτων τους. Φαίνεται να υπολογίζουν ότι τέτοιες ιδέες θα αποτελέσουν σύντομα λείψανα ενός φιλελεύθερου συστήματος που είναι ρατσιστικό και ασταθές, αντικαθιστούμενο από ιεραρχίες στις οποίες κάθε χώρα γνωρίζει τη θέση της στη συνολική ισορροπία δυνάμεων.

Ως εκ τούτου, ο κ. Σι θα ήθελε η εισβολή της Ρωσίας να καταδείξει την ανικανότητα της Δύσης. Εάν οι κυρώσεις στο χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ρωσίας και τη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας αποτύχουν, η Κίνα θα έχει λιγότερο να φοβηθεί από τέτοια όπλα. Εάν ο κ. Πούτιν έχανε την εξουσία λόγω του λανθασμένου υπολογισμού του στην Ουκρανία, αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει σοκ στην Κίνα. Σίγουρα θα έφερνε σε δύσκολη θέση τον κ. Σι, ο οποίος θα φαινόταν ότι έκανε λάθος υπολογισμούς, συμμαχώντας μαζί του – μια οπισθοδρόμηση καθώς επιδιώκει μια τρίτη θητεία ως ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος, παραβιάζοντας πρόσφατες νόρμες.

Παρ’ όλα αυτά, ωστόσο, η κινεζική υποστήριξη έχει τα όριά της. Η ρωσική αγορά είναι μικρή. Οι κινεζικές τράπεζες και εταιρείες δεν θέλουν να διακινδυνεύσουν να χάσουν πολύ πιο πολύτιμες επιχειρήσεις αλλού, παραβιάζοντας τις κυρώσεις. Μια αδύναμη Ρωσία ταιριάζει στην Κίνα γιατί δεν θα είχε άλλη επιλογή από το να είναι ελαστική. Ο κ. Πούτιν θα ήταν πιο πιθανό να δώσει στον Σι πρόσβαση στα λιμάνια της βόρειας Ρωσίας, για να εξυπηρετήσει τα αυξανόμενα συμφέροντα της Κίνας, ας πούμε, στην Κεντρική Ασία, και να της προμηθεύσει φθηνό πετρέλαιο και φυσικό αέριο και ευαίσθητη στρατιωτική τεχνολογία, συμπεριλαμβανομένων ίσως των σχεδίων για προηγμένα πυρηνικά όπλα.

Επιπλέον, ο κ. Σιi φαίνεται να πιστεύει ότι ο κ. Πούτιν δεν χρειάζεται να κερδίσει μια συντριπτική νίκη για να βγει κερδισμένη η Κίνα: η επιβίωση του αρκεί. Οι Κινέζοι αξιωματούχοι λένε με σιγουριά σε ξένους διπλωμάτες ότι η ενότητα της Δύσης απέναντι της Ρωσίας θα διασπαστεί καθώς ο πόλεμος συνεχίζεται και καθώς το κόστος για τους δυτικούς ψηφοφόρους αυξάνεται. Η Κίνα προσπαθεί ήδη να διαχωρίσει την Ευρώπη από την Αμερική, ισχυριζόμενη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες ενισχύουν τη δύναμή τους ενώ κάνουν τους Ευρωπαίους να πληρώσουν το λογαριασμό για τις υψηλές τιμές ενέργειας, μεγαλύτερους στρατούς και το βάρος της φιλοξενίας πάνω από 3 εκατομμυρίων Ουκρανών προσφύγων.

Η προσέγγιση της Κίνας στον πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας γεννιέται από την πεποίθηση του κ. Σι ότι ο μεγάλος ανταγωνισμός στον 21ο αιώνα θα είναι μεταξύ Κίνας και Αμερικής – ένας ανταγωνισμός τον οποίο η Κίνα είναι προορισμένη να κερδίσει, όπως του αρέσει να υπονοεί. Για την Κίνα, αυτό που συμβαίνει στις βομβαρδισμένες πόλεις της Ουκρανίας είναι μια αψιμαχία σε αυτόν τον ανταγωνισμό. Ως εκ τούτου, η επιτυχία της Δύσης στην αντιμετώπιση του κ. Πούτιν θα βοηθήσει στον καθορισμό της άποψης της Κίνας για τον κόσμο – και του πώς θα αντιμετωπίσει αργότερα τον κ. Σι.

Το πρώτο που πρέπει να γίνει είναι να αψηφήσει το ΝΑΤΟ τις κινεζικές προβλέψεις με το να μένει συνασπισμένο. Καθώς οι εβδομάδες γίνονται μήνες αυτό μπορεί να γίνει δύσκολο. Φανταστείτε ότι οι μάχες στην Ουκρανία καταλήγουν σε ένα ζοφερό μοτίβο αστικού πολέμου, στον οποίο καμία πλευρά δεν κερδίζει ξεκάθαρα. Οι ειρηνευτικές συνομιλίες θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κατάπαυση του πυρός που θα καταρρεύσει. Ας υποθέσουμε ότι ο χειμώνας πλησιάζει και οι τιμές της ενέργειας παραμένουν υψηλές. Το παράδειγμα που έδωσε η Ουκρανία στις αρχές του πολέμου ενέπνευσε υποστήριξη σε όλη την Ευρώπη που σκλήρυνε την αποφασιστικότητα των κυβερνήσεων. Ίσως, όμως, έρθει η στιγμή που οι πολιτικοί ηγέτες θα πρέπει να βρουν αυτή την αποφασιστικότητα μέσα στο δικό τους είναι.

Η δύναμη της θέλησης μπορεί να συνδεθεί με τη μεταρρύθμιση. Έχοντας υπερασπιστεί τη δημοκρατία, οι δυτικές χώρες πρέπει να την ενισχύσουν. Η Γερμανία αποφάσισε να αντιμετωπίσει τη Ρωσία ερχόμενη σε αντιπαράθεση μαζί της, και όχι κάνοντας εμπόριο με αυτήν. Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα χρειαστεί να συναιτήσει τα συμπαθούντα τη Ρωσία κράτη-μέλη, συμπεριλαμβανομένης της Ιταλίας και της Ουγγαρίας. Η υπό βρετανική ηγεσία Κοινή Εκστρατευτική Δύναμη, μια ομάδα δέκα βορειοευρωπαϊκών χωρών, εξελίσσεται σε μια πρώτη δύναμη αντίδρασης απέναντι στη ρωσική επιθετικότητα. Στην Ασία, η Αμερική μπορεί να συνεργαστεί με τους συμμάχους της για να βελτιώσει την άμυνα και να κάνει σεδιασμούς για τυχόν απρόοπτα, πολλά από τα οποία θα περιλαμβάνουν την Κίνα. Η κοινή δράση που συγκλόνισε τη Ρωσία δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη για την Κίνα εάν εισβάλει στην Ταϊβάν.

Και η Δύση πρέπει να εκμεταλλευτεί τη μεγάλη διαφορά μεταξύ Κίνας και Ρωσίας. Πριν από τρεις δεκαετίες οι δύο οικονομίες είχαν το ίδιο μέγεθος. Τώρα η Κίνα είναι δέκα φορές μεγαλύτερη από τη Ρωσία. Παρά την απογοήτευση που προκαλεί στον κ. Σι, η Κίνα έχει ευδοκιμήσει υπό τη σημερινή τάξη πραγμάτων, ενώ η Ρωσία μόνο την υπονόμευσε. Προφανώς, ο κ. Σι θέλει να αναθεωρήσει τους κανόνες για να εξυπηρετήσει καλύτερα τα δικά του συμφέροντα, αλλά δεν είναι σαν τον κ. Πούτιν, ο οποίος δεν έχει άλλο τρόπο να ασκήσει ρωσική επιρροή από τις απειλές και τη δύναμη των όπλων. Η Ρωσία υπό τον Πούτιν είναι κράτος παρίας. Δεδομένων των οικονομικών της δεσμών με την Αμερική και την Ευρώπη, η Κίνα έχει συμφέροντα να διατηρηθεί η σταθερότητα.

Σαγκάη στον Δνείπερο

Αντί να ωθήσει επίσης την Κίνα «έξω από την οικογένεια των εθνών, εκεί για να τρέφει τις φαντασιώσεις της, να τρέφει τα μίσή της και να απειλεί τους γείτονές της»—όπως έγραψε ο Ρίτσαρντ Νίξον χρόνια πριν από το διάσημο ταξίδι του στο Πεκίνο, πριν από πέντε δεκαετίες—η Αμερική και οι σύμμαχοί της θα πρέπει να δείξουν ότι βλέπουν με διαφορετικό μάτι την ανερχόμενη υπερδύναμη. Ο στόχος πρέπει να είναι να πειστεί ο κ. Σι ότι η Δύση και η Κίνα μπορούν να ευδοκιμήσουν συμφωνώντας όπου είναι δυνατόν και συμφωνώντας να διαφωνούν όπου δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Αυτό απαιτεί να καταλάβουμε πού βοηθά η δέσμευση και πού αυτή απειλεί την εθνική ασφάλεια.

Θα μπορούσε ακόμη η Κίνα να ξεκινήσει σε αυτόν τον δρόμο βοηθώντας να τερματιστεί γρήγορα ο πόλεμος στην Ουκρανία; Δυστυχώς, αποκλείοντας τη χρήση χημικών ή πυρηνικών όπλων από τη Ρωσία, αυτό φαίνεται απίθανο—γιατί η Κίνα βλέπει τη Ρωσία ως εταίρο στην εξάρθρωση της φιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης πραγμάτων. Το διπλωματικό επιχείρημα θα επηρεάσει τους κινεζικούς υπολογισμούς λιγότερο από την αποφασιστικότητα των Δυτικών να υποχρεώσουν τον Πούτιν να πληρώσει για τα εγκλήματά του.

© 2021 The Economist Newspaper Limited. All rights reserved. Άρθρο από τον Economist το οποίο μεταφράστηκε και δημοσιεύθηκε με επίσημη άδεια από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο. Το πρωτότυπο άρθρο βρίσκεται στο www.economist.com

Πρόσφατα Άρθρα