Πόσο θα επηρεάσει ο πόλεμος τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας;

Το μέγεθος του αντίκτυπου θα εξαρτηθεί από πολλούς παράγοντες, όπως η διάρκεια του πολέμου, το τελικό μείγμα και η διάρκεια των κυρώσεων της ΕΕ και τα μέτρα νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, εκτιμά η Eurobank σε πρόσφατη έκθεσή της.

Υστερα από μία γρήγορη ανάκαμψη το 2021, η ελληνική οικονομία είχε εισέλθει στο 2022 με τους πρόδρομους δείκτες να σηματοδοτούν προοπτικές δυναμικής ανάπτυξης. O πόλεμος στην Ουκρανία επηρεάζει αρνητικά τις βραχυπρόθεσμες και μεσοπρόθεσμες προοπτικές, προκαλώντας επιβράδυνση της ανάπτυξης βραχυπρόθεσμα και αύξηση του πληθωρισμού σε σύγκριση με προηγούμενες προβλέψεις.

Ωστόσο, όπως επισημαίνουν οι αναλυτές της τράπεζας, δεν ανατρέπει τις δυνατότητες πραγμάτωσης του δυναμικού της ελληνικής οικονομίας μακροπρόθεσμα. Και αυτό διότι η ελληνική οικονομία έχει σημαντικά αντίβαρα που υποστηρίζουν τις βραχυπρόθεσμες προοπτικές:

• υπάρχουν προσδοκίες για μια ισχυρή τουριστική περίοδο, με την προϋπόθεση της αποφυγής κλιμάκωσης της κατάστασης στην Ουκρανία. Επίσης, οι τελευταίες πληροφορίες δείχνουν αμείωτη δραστηριότητα σε αρκετούς άλλους τομείς,

• η Ελλάδα θα επωφεληθεί από Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (μεγαλύτερος δικαιούχος στην ΕΕ ως ποσοστό του ΑΕΠ της), το ΕΣΠΑ 2021-2027 και κεφάλαια της ΕΤΕπ, συνολικά περίπου 90 δις € διαθέσιμα τα επόμενα 5 χρόνια. Αυτά τα κεφάλαια, μαζί με τα κινητοποιούμενα ιδιωτικά και τραπεζικά κεφάλαια, έχουν τη δυνατότητα, όχι μόνο να παρέχουν μεγάλη ρευστότητα, αλλά να ενεργοποιήσουν τον μετασχηματισμό του παραγωγικού μοντέλου της Ελλάδας προς την κατεύθυνση βιώσιμης ανάπτυξης βασισμένης σε εξαγωγές και επενδύσεις. Ωστόσο, για να επιτευχθεί αυτό, είναι σημαντικό οι πόροι να διοχετευτούν αποτελεσματικά σε επιλεγμένες οικονομικές δραστηριότητες, ιδίως της πράσινης μετάβασης και της ψηφιοποίησης, καθώς και να συνοδευτούν από εμπροσθοβαρή και φιλόδοξη εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που συνοδεύουν την εκταμίευση των κεφαλαίων.

• η οικονομία απολαμβάνει μια πολύ άνετη θέση ρευστότητας: περίπου 34 δισ. ευρώ νέων καταθέσεων συσσωρεύτηκαν μέσα στην πανδημία με τη βοήθεια των δημοσιονομικών μέτρων στήριξης, το κράτος έχει μαξιλάρι ρευστότητας περί τα €38 δισ. ευρώ, περίπου €38,5 δισ. ΟΕΔ θα επανεπενδύονται ευέλικτα στο Πανδημικό Πρόγραμμα Ρευστότητας της ΕΚΤ μέχρι το τέλος του 2024 υποστηρίζοντας το κόστος χρηματοδότησης και οι τράπεζες αντλούν ρευστότητα από τις στοχευμένες πράξεις παροχής ρευστότητας (TLTROs),

• εφαρμόζονται δημοσιονομικά μέτρα για τη μείωση του ενεργειακού κόστους για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις αξίας περίπου €7.5 δισ. ευρώ έως τον Μάιο του 2022. Αυτά έρχονται επιπλέον των μέτρων στήριξης που σχετίζονται με τον Covid-19 ύψους €43,3 δισ. ευρώ μεταξύ 2020-2022, εκ των οποίων τα €4,1 δισ. αφορούν το 2022.

Παρά ταύτα, είναι σημαντικό να τονιστεί η ανάγκη ελέγχου του δημοσιονομικού ελλείμματος το 2022 και επιστροφής σε πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2023 ώστε να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των αγορών, ιδίως λόγω των επιδεινούμενων χρηματοοικονομικών συνθηκών, και να διευκολυνθεί η ανάκτηση επενδυτικής βαθμίδας από την ελληνική οικονομία. Η δημοσιονομική σταθερότητα είναι επίσης προϋπόθεση για τον έλεγχο του ελλείμματος του Ισοζυγίου Τρεχουσών Συναλλαγών το οποίο παρουσιάζει τάσεις μεγέθυνσης.

Το Ταμείο Ανάκαμψης

Μια και νωρίτερα ο λόγος για το Ταμείο Ανάκαμψης, ας θυμηθούμε ορισμένα σημεία που έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και τα οποία βρήκαμε σε σχετική έρευνα της Διανέοσις:

Η απορρόφηση των χρημάτων του Ταμείου, παράλληλα μάλιστα και με την απορρόφηση των προγραμματισμένων ευρωπαϊκών πόρων των διαρθρωτικών ταμείων, του γνωστού ΕΣΠΑ, δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Και εξηγούν οι αρθρογράφοι: Πολλές φορές τα ευρωπαϊκά χρήματα συνδέονται με αρκετά σύνθετη γραφειοκρατία και τα στελέχη του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα που τη γνωρίζουν πολύ καλά δεν είναι πολλά. Στις χρονιές μεγάλης κινητικότητας η Ελλάδα απορροφά περίπου €3 έως €4 δισ. ευρωπαϊκής χρηματοδότησης. Πρόκειται για έναν ρυθμό που, με την προσθήκη του RRF, θα πρέπει εν πολλοίς να διπλασιαστεί για κάθε χρόνο μέχρι το 2026. Αν και είναι ακόμη νωρίς για συμπεράσματα, ήδη υπάρχουν οι πρώτοι υπαινιγμοί αναποτελεσματικότητας.

Όμως δεν είναι μόνο η ικανότητα του κράτους να απορροφά τους πόρους, αλλά και τα ίδια τα έργα, που γεννούν έναν πρώιμο προβληματισμό. «Εκείνο που φαίνεται να απουσιάζει, από όσα έργα έχουν ενταχθεί ή συζητηθεί μέχρι στιγμής είναι τα μεγάλα, πιο φιλόδοξα έργα, όπως π.χ. διασυνοριακά έργα υποδομών, σιδηρόδρομοι, κλπ.», λέει ο καθηγητής οικονομικής ανάλυσης στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Νίκος Χριστοδουλάκης.

Και συνεχίζει: «Ιδιαίτερα σήμερα που συζητάμε για την υπέρτατη ανάγκη ενεργειακής αυτονομίας στην ΕΕ, θα ήταν εξαιρετικά χρήσιμο να δούμε την προοπτική ηλεκτρικών δικτύων σε όλα τα Βαλκάνια με χρηματοδότηση από τα αντίστοιχα Ταμεία Ελλάδας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας. Λείπουν τα έργα εκείνα που θα μπορούσαν να κινητοποιήσουν ολόκληρη την οικονομία και να έχουν πραγματικά μεγάλα οφέλη. Δεν φαίνεται να έχει δημιουργηθεί μέχρι στιγμής μια επιχειρησιακή δομή που να μπορεί, στο σφιχτό χρονοδιάγραμμα του Ταμείου Ανάκαμψης και παράλληλα με τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς πόρους, να σχεδιάσει και να πραγματοποιήσει τέτοια έργα. Ή, αντίστοιχα, να κινητοποιήσει νέες μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις ή συμπράξεις, προσαρμοσμένες στις σημερινές ανάγκες, π.χ. για τη στέγαση των νέων. Αντίθετα, πολλά από τα έργα που βλέπουμε είναι μικρής κλίμακας, έχουν τοπικό χαρακτήρα και θυμίζουν τις δράσεις του ΕΣΠΑ».

Τέτοιου είδους προβληματισμοί, όπως επισημαίνεται στην έρευνα της Διενέοσις, επικρατούν και σε άλλα μέρη της Ευρώπης, αν και ακόμη δεν αρθρώνονται με πλήρη τρόπο. «Όσο περισσότερα χρήματα εκταμιεύονται, τόσο πιο επίκαιρη θα γίνεται η ερώτηση αν μπορούν οι χώρες, σε τόσο σύντομο διάστημα, να αυξήσουν την ικανότητα που έχουν να απορροφούν ευρωπαϊκούς πόρους με αποτελεσματικό τρόπο», λέει ο Έοϊν Ντρέα, ανώτερος ερευνητής στο Martens Centre στις Βρυξέλλες και τακτικός αρθρογράφος σε διεθνή ΜΜΕ. «Προσωπικά πιστεύω ότι θα δούμε σύντομα τέτοια προβλήματα στην απορρόφηση, ειδικά στην Κεντρική & Ανατολική Ευρώπη. Είμαι σχεδόν βέβαιος ότι θα ασχολούμαστε όλο και πιο συχνά με αυτή την ερώτηση από το 2023 και μετά».

Επιπλέον, ο κ. Ντρέα αναφέρεται με κάποια αμφιθυμία στο κατά πόσο οι πόροι του RRF είναι ικανοί, με τη σημερινή εικόνα τους πανευρωπαϊκά, να «αλλάξουν το παιχνίδι», να δημιουργήσουν δηλαδή συνθήκες θετικού σοκ, σε μια Ευρώπη που ζει συνεχόμενες κρίσεις. «Έχω την αίσθηση ότι σε πολλά κράτη-μέλη, τα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης δεν ξεχωρίζουν από τους υπόλοιπους ευρωπαϊκούς πόρους, είτε αυτοί είναι τα διαρθρωτικά ταμεία ή το ταμείο συνοχής -μοιάζουν σαν να είναι όλα ένα. Προσωπικά δεν έχω ακούσει για κάποιο μεγάλο έργο-‘σημαία’ στην Ισπανία ή στην Πορτογαλία, το οποίο να συνδέεται στη συνείδηση του κόσμου με το Ταμείο Ανάκαμψης. Εξακολουθώ να διατηρώ τις επιφυλάξεις μου για το αν θα διατηρηθεί κάποια θετική εικόνα μακροπρόθεσμα, αν θα βρεις πολλούς ανθρώπους στον δρόμο να γνωρίζουν τι έκανε γι’ αυτούς το Ταμείο Ανάκαμψης. Είναι σίγουρα σημαντικό, αλλά ίσως τελικά δεν εξελιχθεί σε παράγοντα που “θα αλλάξει το παιχνίδι”, όπως θα ήθελαν οι Βρυξέλλες».

Ανακοινώσεις

Την επόμενη εβδομάδα, Θεού θέλοντος και κεντρικής διοικήσεως επιτρέπουσας, θα έχουμε εξελίξεις στο θέμα του CEO της ΑΒ Βασιλόπουλος.

Ήδη από προχθες κυκλοφόρησε στην αγορά ότι τη θέση αναλαμβάνει ο Νίκος Λαβίδας. Η είδηση όμως ούτε επιβεβαιώνεται, ούτε διαψεύδεται.

Αν ο Νίκος Λαβίδας, σήμερα γενικός διευθυντής της Upfield και στο πρόσφατο παρελθόν γενικός διευθυντής της αλυσίδας σούπερ μάρκετ Σκλαβενίτης, γίνει ο επόμενος CEO της δεύτερης μεγαλύτερης αλυσίδας στην οργανωμένη λιανική, θα φανεί σύντομα.

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Inside Stories