Με διαγωνισμό… θατσερικών αμφιέσεων παρομοίασε ο ηγέτης της βρετανικής αντιπολίτευσης, Κιρ Στάρμερ, την κούρσα για τη διαδοχή του Μπόρις Τζόνσον στην ηγεσία των Συντηρητικών και της κυβέρνησης. «Αυτή είναι η διαφορά ανάμεσα σε ένα Εργατικό Κόμμα που είναι έτοιμο να πάει τη χώρα μπροστά και τους Τόρις οι οποίοι θέλουν να μας μεταφέρουν πίσω στο παρελθόν», είπε, καλώντας τους συμπολίτες του να τον στηρίξουν.
Η αλήθεια, ωστόσο, είναι ότι οι δύο «μονομάχοι», η Λιζ Τρας και ο Ρίσι Σούνακ, εκτιμούν ότι η αναφορά στην Θάτσερ και η εμφάνισή τους ως συνεχιστών της παράδοσής της αποτελεί ισχυρό ατού, τουλάχιστον στις τάξεις των μελών του κυβερνώντος κόμματος, που θα κληθούν να επιλέξουν ανάμεσά τους.
Αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος που αμφότεροι προσπαθούν να πείσουν ότι δικαιούνται περισσότερο από τον/την αντίπαλό τους τον τίτλο του «θατσερικού». Θεωρώντας, όπως όλα δείχνουν, ότι έχουν περάσει πολλά χρόνια από το 1990, όταν η Μάργκαρετ Θάτσερ εγκατέλειπε την πρωθυπουργία μετά από 12 χρόνια, αλλά και από το 2013, όταν εγκατέλειπε τον μάταιο τούτο κόσμο και έδινε την αφορμή σε ορισμένους να φτάσουν να εκφράσουν δημοσίως την χαρά τους…
Σούνακ: Εγώ είμαι ο γνήσιος διάδοχος
«Θα είμαι ο διάδοχος της Μάργκαρετ Θάτσερ. Οι αρχές μου είναι θατσερικές. Πιστεύω στη σκληρή δουλειά, την οικογένεια και την ατομική ακεραιότητα. Είναι θατσεριστής. Κατέρχομαι ως θατσεριστής και θα κυβερνήσω ως θατσεριστής», δήλωσε χαρακτηριστικά και μην θέλοντας να αφήσει κανένα περιθώριο αμφιβολίας αναφορικά με το τι πρεσβεύει ο τέως υπουργός Οικονομικών στην εφημερίδα Daily Telegraph, την εφημερίδα η οποία θεωρείται ότι εκφράζει τον πιο σκληρό και συντηρητικό πυρήνα των Τόρις.
Από την πλευρά της, η νυν υπουργός αποφεύγει να ταυτιστεί με την Θάτσερ στα λόγια. «Αντιπροσωπεύω τον εαυτό μου και προερχόμαστε από διαφορετικές παραδόσεις», λέει. Παρ’ όλα αυτά, όπως σημειώνει η el Pais, ο τρόπος με τον οποίο μιλά και εμφανίζεται δημοσίως, οι εικόνες που προβάλει και τα ρούχα που φορά, παραπέμπουν ευθέως στην «Σιδηρά Κυρία» του Ηνωμένου Βασιλείου – κι αυτό, προφανώς, δεν συμβαίνει τυχαία.
Ακόμη και «η φωτογραφία της πάνω σε ένα τανκ στην Εσθονία επανέφερε στη μνήμη την Μάργκαρετ Θάτσερ το 1986, όταν είχε επισκεφθεί τα βρετανικά στρατεύματα που βρίσκονταν νοτίως του Αμβούργου», σημειώνει η ισπανική εφημερίδα στο ρεπορτάζ της.
Επίθεση στην Τρας: Είναι κρυφοσοσιαλίστρια!
Δύο πράγματα μπορούν να θεωρηθούν σίγουρα, πάντως, καθώς τόσο ο Σούνακ όσο και η Τρας εμφανίζονται ως «θατσερικοί». Το ένα είναι ότι έχουν επιλέξει με ποιους θα πάνε και ποιους θα αφήσουν, επαναχαράσσοντας βαθιά την παραδοσιακή διαχωριστική γραμμή στη βρετανική κοινωνία και πολιτική. Τη γραμμή που χωρίζει πατρίκιους και πληβείους, πλούσιους και φτωχούς, το City και το Κένσινγκτον από τις λαϊκές συνοικίες του Λονδίνου.
Όσο για το άλλο είναι ότι, αναγκαστικά, οι δυο τους θα μετρήσουν τις δυνάμεις τους και θα διασταυρώσουν τα ξίφη τους πρωτίστως στον στίβο της οικονομίας. Εκεί όπου θα επιδιώξουν να επιδείξουν τα θατσερικά τους διαπιστευτήρια προς το ακροατήριο που τους ενδιαφέρει και, πρωτίστως, τα περίπου 160.000 μέλη των Τόρις που θα ψηφίσουν – κατά 70% άνδρες, με μέσο όρο ηλικίας πάνω από τα 50 και διόλου αντιπροσωπευτικοί της πολυπολιτισμικότητας του Ηνωμένου Βασιλείου.
Η μάχη είναι ήδη σκληρή και τα γάντια έχουν βγει. Κυρίως από την πλευρά των υποστηρικτών του Σούνακ, που πυροβολούν κατά ριπάς το σχέδιο της Τρας για μείωση φόρων άνω των 30-35 δισ. στερλινών από την πρώτη ημέρα που θα πάρει στα χέρια της τα ηνία. Η Θάτσερ δεν θα έκανε ποτέ κάτι τέτοιο, με την οικονομία να πιέζεται σε αυτόν τον βαθμό από τον πληθωρισμό, λένε χαρακτηριστικά – ενώ ορισμένοι φτάνουν να την κατηγορούν ακόμη και για… σοσιαλμανία!
Η κωλοτούμπα στο Brexit και οι πολιτικοί μίας χρήσης
Άλλοι, πάλι, υπενθυμίζουν τη στροφή που έκανε η Τρας στο ζήτημα του Brexit η οποία, όπως ισχυρίζονται, αποδεικνύει πως δεν είναι αντάξια της Θάτσερ και δεν μπορεί κανείς να την εμπιστευθεί σε μια τόσο δύσκολη περίοδο. Κι αυτό διότι ενώ την περίοδο του δημοψηφίσματος είχε ταχθεί υπέρ της παραμονής στην ΕΕ, σήμερα εμφανίζεται να έχει στο πλευρό της τους πιο ισχυρούς οπαδούς του Brexit και να παίρνει όρκους στην αδιάλλακτη πολιτική του Τζόνσον.
Σε κάθε περίπτωση, η επιλογή Σούνακ και Τρας να συγκρουστούν στο «γήπεδο» της Θάτσερ αποδεικνύει κάτι ακόμη. Την έλλειψη εκ μέρους τους φρέσκων και καινοτόμων ιδεών, που θα μπορούσαν να αλλάξουν τους κανόνες του παιχνιδιού στο Ηνωμένο Βασίλειο και την – προδιαγεγραμμένη – πορεία του προς την απαξίωση. Διότι, όπως και να το κάνουμε, ό,τι και να προσάψει κανείς στην «μητέρα του νεοφιλελευθερισμού» Θάτσερ, όσο και για όσα αν την κατηγορήσει, ένα δεν μπορεί να ισχυριστεί: Ότι δεν διέθετε όραμα, που το εφάρμοσε πιστά και φανατικά.
Αντιθέτως, Σούνακ και Τρας, όσο και αν μιλούν στο όνομά της, μοιάζουν περισσότερο με πολιτικούς μιας χρήσης, μετά από την οποία είναι πρακτικά άχρηστοι.