Σε πρόσφατο άρθρο του στον ιστότοπο του Ινστιτούτου Peterson, ο Γάλλος οικονομολόγος Olivier Blanchard, συγκρίνοντας την τρέχουσα περίοδο αυξανόμενου πληθωρισμού, βρίσκει ανησυχητικές ομοιότητες με τον «Μεγάλο Πληθωρισμό» της δεκαετίας του 1970, ιδίως σε ό,τι αφορά τη σοβαρή υστέρηση μεταξύ του πραγματικού (ονομαστικού μείον τον δομικό πληθωρισμό) επιτοκίου που ρυθμίζεται μέσω της νομισματικής πολιτικής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών (Fed) και του δομικού πληθωρισμού που εξαιρεί τις ευμετάβλητες τιμές τροφίμων και ενέργειας.

Ο Blanchard σταχυολογεί και κάποιες σημαντικές διαφορές. Επισημαίνει ότι ο επίμονα υψηλός πληθωρισμός των 70s τροφοδοτούσε τις αυξανόμενες μακροπρόθεσμες πληθωριστικές προσδοκίες δημιουργώντας έναν αποσταθεροποιητικό κύκλο, ενόσω η Fed παρακολουθούσε επιφυλακτικά τις οικονομικές εξελίξεις. Ενώ στη σημερινή εποχή, η αμερικανική κεντρική τράπεζα έχει ένα καταγεγραμμένο ρεκόρ χαμηλού πληθωρισμού για σχεδόν σαράντα χρόνια, γεγονός το οποίο δικαιολογημένα της προσδίδει σημαντική αξιοπιστία.

Επιπλέον, ο Γάλλος οικονομολόγος σημειώνει ότι στη δεκαετία του 1970 η κατάσταση περιπλέχθηκε από τα δύο μεγάλα σοκ στις τιμές της ενέργειας, εξαιτίας των διαδοχικών πετρελαϊκών κρίσεων που συνέβησαν στο πρώτο και το δεύτερο ήμισυ εκείνης της δεκαετίας. Παρόμοια εμπειρία – ισχυρίζεται – είναι πιθανόν να έχουμε και στην τρέχουσα περίοδο, καθώς η απότομη ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, μετά τη σφοδρή διαταραχή που προκάλεσε η πανδημία του Covid-19, έχει ήδη αυξήσει σημαντικά τις τιμές του πετρελαίου και ο πόλεμος στην Ουκρανία θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω σημαντική αύξηση. Ωστόσο η ενέργεια παίζει μικρότερο ρόλο στην παραγωγή και την κατανάλωση σήμερα σε σχέση με τότε.

Μία κρίσιμη διαφορά είναι, κατά τη γνώμη του γράφοντος, η αποσύνθεση του διεθνούς νομισματικού συστήματος τότε, εν αντιθέσει με τη διατήρηση του status quo τώρα.

Η οριστική κατάρρευση του Bretton Woods μετά το 1973 μετασχημάτισε τις διεθνείς νομισματικές σχέσεις περισσότερο και από την ανακατασκευή του κανόνα του χρυσού το 1925 ή την ανάκτηση της μετατρεψιμότητας των νομισμάτων το 1958. Εφεξής, οι ισοτιμίες των νομισμάτων θα αφήνονταν να διακυμαίνονται ελεύθερα στη διεθνή αγορά συναλλάγματος. Είναι χαρακτηριστικό ότι το δολάριο υποτιμήθηκε κατά 30% έναντι του μάρκου μέσα στους πρώτους έξι μήνες που τέθηκε σε καθεστώς ελεύθερης διακύμανσης.

Αντιθέτως, η διεθνής συνεργασία και συντονισμός στο πλαίσιο της νομισματικής ειρήνης, στον απόηχο της Μεγάλης Ύφεσης μετά το 2008, εδραιώθηκε προκειμένου να διαφυλαχθεί η πρωτοκαθεδρία του δολαρίου στο διεθνές νομισματικό σύστημα, και συνακόλουθα η παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα, στη βάση του κοινού συμφέροντος των σύγχρονων μεγάλων οικονομικών δυνάμεων του πλανήτη: των ΗΠΑ, της Κίνας και της Γερμανίας ως μέλους του ευρώ. Σε κάθε περίπτωση, μένει να αποδειχθεί σε ποιον βαθμό η ταραχώδης δεκαετία του «Μεγάλου Πληθωρισμού» ομοιοκαταληκτεί ιστορικά – για να θυμηθούμε τον Μαρκ Τουέιν – με την περίοδο που διανύουμε.

*Ο Κωνσταντίνος Γκράβας είναι διδάκτωρ του Τμήματος Ιστορίας και Φιλοσοφίας της Επιστήμης του Πανεπιστημίου Αθηνών, συγγραφέας του βιβλίου «Οικονομικός Πόλεμος και Νομισματική Ειρήνη» (εκδόσεις Ι. Σιδέρης, πρόλογος: Γιάννης Στουρνάρας) και συν-συγγραφέας (με τον Σπύρο Βλιάμο) του βιβλίου «Κεντρικές Τράπεζες» (εκδόσεις Παπαδόπουλος).

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts