Η κλιματική αλλαγή, ως αποτέλεσμα των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου (Greenhouse Gas emissions – GHG), αποτελεί μια παγκόσμια αρνητική εξωτερικότητα, δηλαδή ένα κοινό «κακό», σε αντίθεση με ένα δημόσιο αγαθό, και αναδεικνύει την αδυναμία των αγορών να παρέχουν αποτελεσματική κατανομή πόρων (Nordhaus, 2019). Οι ανθρώπινες δραστηριότητες που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή διαχέουν τις επιπτώσεις τους εκτός των αγορών, συνέπεια του οποίου αποτελεί το φαινόμενο οι τιμές της αγοράς να μην αντικατοπτρίζουν πάντα και πλήρως αυτές τις επιπτώσεις. Οι παγκόσμιες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής απαιτούν μια διαφορετική προσέγγιση στην αντιμετώπισή τους σε σχέση με άλλες αρνητικές εξωτερικότητες που παρατηρούνται σε άλλες αγορές, καθώς το φαινόμενο ξεπερνά τη δικαιοδοσία των αγορών και των εθνικών κυβερνήσεων. Συνεργασίες σε διεθνές επίπεδο για την επιβολή πολιτικών αντιμετώπισης του ζητήματος αποτελούν κινήσεις προς τη σωστή κατεύθυνση, οι οποίες ωστόσο δεν είναι πάντα εύκολο να εφαρμοστούν, καθώς τα μεμονωμένα έθνη απολαμβάνουν μόνο ένα μικρό μέρος των αποτελεσμάτων που αφορούν τις ενέργειες συμμόρφωσής τους.

Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα της διεθνούς ναυτιλιακής βιομηχανίας χρήζει ιδιαίτερης προσοχής για το παγκόσμιο στερέωμα, καθώς σύμφωνα με έρευνα της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD, 2020), άνω του 80% του διεθνούς εμπορίου σε όρους όγκου μεταφέρεται διά θαλάσσης. Σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Ναυτιλιακού Οργανισμού – ΔΝΟ (ΙΜΟ, 2020) των Ηνωμένων Εθνών, η παγκόσμια εμπορική ναυτιλία εκπέμπει περίπου 1.076 εκατομμύρια τόνους διοξειδίου του άνθρακα (CO2) ετησίως, το οποίο αντιπροσωπεύει περίπου το 2,9% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου που οφείλονται σε ανθρώπινες δραστηριότητες. Σε αντίθεση με κλάδους όπως αυτός της ενέργειας, ο αγροτικός τομέας και εκείνος της διαχείρισης αποβλήτων, ο κλάδος της ναυτιλίας δεν συμπεριελήφθη σε υποχρεώσεις επίτευξης συγκεκριμένων στόχων μείωσης ρύπων στο Πρωτόκολλο του Κιότο του 1997, ενώ η Σύμβαση των Παρισίων του 2015 δεν προέβη σε κάποια αναφορά στη διεθνή ναυτιλία.

Για τους παραπάνω λόγους, ο ΔΝΟ ανακοίνωσε ήδη από το 2008 τον πρώτο στόχο μείωσης εκπομπών ρύπων από τη ναυτιλιακή βιομηχανία κατά τουλάχιστον 50% έως το 2050 σε σύγκριση με το επίπεδο του 2008. Από τότε έχουν προταθεί διάφορα μέτρα από τον ΔΝΟ, με πιο σημαντικό τη νομοθεσία IMO 2020, σύμφωνα με την οποία από την 1η Ιανουαρίου 2020 τα εμπορικά πλοία πρέπει είτε να κάνουν χρήση του νέου καυσίμου με περιορισμένη περιεκτικότητα σε θείο (0,5%) είτε να προβούν στην εγκατάσταση καταλύτη (scrubber) με σκοπό τον περιορισμό των εκπομπών αερίων ρύπων.

Ωστόσο, τα εθελοντικά και υποχρεωτικά μέτρα που λαμβάνονται, κυρίως από τον ΔΝΟ, για τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της διεθνούς ναυτιλιακής βιομηχανίας επιφέρουν άμεσες σημαντικές επιπτώσεις για τους συμμετέχοντες στην αγορά της ναυτιλίας, όπως, μεταξύ άλλων, σε ναυτιλιακές εταιρείες, ναυλωτές, τράπεζες χρηματοδότησης της ναυτιλίας και θεσμικούς επενδυτές, οι οποίοι καλούνται να αντιμετωπίσουν την κλιματική αλλαγή ως έναν χρηματοοικονομικό κίνδυνο. Ταυτόχρονα, οι πρωτοβουλίες του ΔΝΟ επιβάλλουν σημαντικό κόστος συμμόρφωσης για τις ναυτιλιακές εταιρείες, το οποίο, σε μεγάλο βαθμό, «μετακυλίεται» στον τελικό καταναλωτή του προϊόντος από τους πλοιοκτήτες και τους υπόλοιπους εμπλεκομένους στην εφοδιαστική αλυσίδα μεταφοράς. Οι παραπάνω επιχειρηματικοί κίνδυνοι αποτελούν πρωταρχικό μέλημα των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και των θεσμικών και ιδιωτών επενδυτών, που εκτίθενται επίσης σε αυτούς τους τύπους κινδύνων διά μέσου του χαρτοφυλακίου τους σε τραπεζικά δάνεια ναυτιλίας ή/και επενδύσεις σε ίδια κεφάλαια/εκδόσεις χρέους στον κλάδο της ναυτιλίας. Για παράδειγμα, οι τράπεζες που εμπλέκονται στη δανειοδότηση της ναυτιλίας ενδέχεται να αντιμετωπίζουν αύξηση των αθετήσεων πληρωμών των τραπεζικών δανείων (default και technical default events) εξαιτίας της επιδείνωσης της ικανότητας μιας ναυτιλιακής εταιρείας να δημιουργεί ικανές ταμειακές ροές ώστε να μπορεί να εξυπηρετήσει τα δάνειά της.

Η ανάληψη δράσης για τη στήριξη της πράσινης χρηματοδότησης στη ναυτιλιακή βιομηχανία έχει ιδιαίτερη σημασία καθώς (i) η επένδυση σε πράσινες τεχνολογίες αντιπροσωπεύει ένα σημαντικό αρχικό κόστος για τους πλοιοκτήτες, αλλά πιθανά καθιστά τα πλοία που συμμορφώνονται με την περιβαλλοντική νομοθεσία πιο ανταγωνιστικά, (ii) η πρόσβαση στη χρηματοδότηση έχει γίνει αρκετά πιο δύσκολη για τους πλοιοκτήτες τα τελευταία χρόνια, κυρίως εξαιτίας της αλλαγής τοπίου μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση αλλά και την αυστηροποίηση των κριτηρίων της Βασιλείας για τα εποπτικά κεφάλαια σε χαρτοφυλάκια τραπεζικού δανεισμού. Παρά τους παραπάνω κινδύνους, ένα πολλά υποσχόμενο εργαλείο πολιτικής, ώστε να ευθυγραμμιστούν οι πλοιοκτήτες με τον στόχο της μείωσης του περιβαλλοντικού τους αποτυπώματος, είναι η παροχή ευνοϊκών όρων χρηματοδότησης για πλοία με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα, κοινώς «πράσινα πλοία». Μια τέτοιου είδους εθελοντική πρωτοβουλία ξεκίνησε το 2017 από το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (Financial Stability Council), το οποίο προχώρησε στη δημιουργία της ειδικής ομάδας για τις χρηματοοικονομικές γνωστοποιήσεις που σχετίζονται με το κλίμα (Taskforce on Climate-related Financial Disclosures – TCFD), με βάση την οποία συνιστάται στις επιχειρήσεις και στους επενδυτές να διεξάγουν ανάλυση σεναρίων για να εκτιμούν τον οικονομικό αντίκτυπο της δραστηριότητάς τους στην κλιματική αλλαγή και να προσαρμόζουν την επιχειρηματική τους στρατηγική αναλόγως. Στη συνέχεια η ανάλυσή τους θα καταγράφεται στις ετήσιες χρηματοοικονομικές καταστάσεις τους. Η γνωστοποίηση αυτών των πληροφοριών αναμένεται να προωθήσει την καλύτερη κατανόηση των κινδύνων και των ευκαιριών που σχετίζονται με το κλίμα από τους μετόχους, τους επενδυτές και τους χρήστες των χρηματοοικονομικών καταστάσεων. Στο εγγύς μέλλον, η υποχρεωτική δημοσιοποίηση πληροφοριών που σχετίζονται με το κλίμα αναμένεται να θεσπίσει τους κατάλληλους μηχανισμούς για την παρακολούθηση και τον έλεγχο της ακρίβειας των γνωστοποιούμενων πληροφοριών, για παράδειγμα διά μέσου των ανώτατων διοικητικών στελεχών και της επιτροπής ελέγχου. Οι σχετικοί με το κλίμα δείκτες ταξινομούνται σε τέσσερις ευρείες κατηγορίες, ήτοι διακυβέρνηση, στρατηγική, διαχείριση κινδύνων και γενικές μετρήσεις. Ο Σύνδεσμος των Αρχών για Υπεύθυνες Επενδύσεις (Association of the Principles for Responsible Investing – PRI) με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο υποστηρίζει την υιοθέτηση των συστάσεων της TCFD, δηλώνοντας ότι «παρέχουν ένα συνολικό πλαίσιο για τη μετατροπή των σχετικών με το κλίμα πληροφοριών σε οικονομικές μετρήσεις».

Η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) έχει με τη σειρά της αναπτύξει μια σειρά από πολιτικές για την ενίσχυση του ρόλου των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στη χρηματοδότηση βιώσιμων επενδύσεων σε όλους τους τομείς, η οποία περιλαμβάνει και τον ναυτιλιακό κλάδο. Συγκεκριμένα, το 2018 η ΕΕ ανακοίνωσε ένα σχέδιο δράσης για την Αειφόρο Χρηματοδότηση, όπου αναπτύσσονται μια σειρά στρατηγικών και ταξινομούνται οι οικονομικές δραστηριότητες ανάλογα με τη συμβολή τους στην αειφορία, συμπεριλαμβανομένης της αλλαγής του κλίματος. Μεταξύ άλλων πρωτοβουλιών της ΕΕ, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) ενέκρινε ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα ύψους €750 εκατ. τον Ιούνιο του 2016, το οποίο έχει συνολικό προϋπολογισμό €3 δισ. και εκταμιεύεται σταδιακά μέχρι και το 2022 και μέχρι εξαντλήσεως του ποσού, γνωστό και ως το πρόγραμμα Εγγυήσεων της Πράσινης Ναυτιλίας (Green Shipping Guarantee Programme – GSG). Το πρόγραμμα GSG έχει σχεδιαστεί για την προώθηση επενδύσεων σε υφιστάμενες και επερχόμενες τεχνολογίες, οι οποίες θα ενισχύσουν την απόδοση καυσίμου/ενέργειας. Με αυτόν τον τρόπο θα μειώσουν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου που προκαλείται από τον κλάδο των ναυτιλιακών μεταφορών στην Ευρώπη. Η πρωτοβουλία της ΕΤΕπ επιδιώκει να αντιμετωπίσει κενά της αγοράς και περιορισμούς στην πρόσβαση στη χρηματοδότηση για πράσινες ναυτιλιακές επενδύσεις, καθιστώντας πιο ελκυστική για τις εμπορικές τράπεζες τη δανειοδότηση πλοίων. Αυτό επιτυγχάνεται μειώνοντας τον πιστωτικό κίνδυνο της δανειοδότησης, καθώς η ΕΤΕπ έχει κορυφαία αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας, ΑΑΑ. Η ΕΤΕπ συμβάλλει έως και το 100% της αξίας των πράσινων επενδύσεων σε μεταχειρισμένα πλοία ή έως και το 50% για νεότευκτα «πράσινα πλοία». Και στις δύο περιπτώσεις η συνολική χρηματοδότηση θα κυμαίνεται μεταξύ 20% και 50% του συνολικού τραπεζικού δανείου. Το υπόλοιπο του δανείου εγκρίνεται από εμπορικές τράπεζες, οδηγώντας σε μια δομή συγχρηματοδότησης.

Μία ακόμα σημαντική ιδιωτική πρωτοβουλία είναι οι «Αρχές του Ποσειδώνα» (Poseidon Principles), όπου τον Ιούνιο του 2019 δεκαοκτώ κορυφαίες τράπεζες συμφώνησαν να ενσωματώσουν κριτήρια σχετικά με την κλιματική αλλαγή στις αποφάσεις δανεισμού τους και με αυτόν τον τρόπο να ενισχύσουν τις βιώσιμες επενδύσεις στη ναυτιλία. Οι συμμετέχουσες τράπεζες δεσμεύονται να μετρούν και να δημοσιοποιούν ετησίως τις εκλύσεις άνθρακα που προκαλούνται από τα πλοία που έχουν χρηματοδοτηθεί μέσω των πιστωτικών χαρτοφυλακίων τους έναντι του στόχου της στρατηγικής για την απαλλαγή από τον άνθρακα που έχει οριστεί από τον ΔΝΟ. Η δυναμική των «Αρχών του Ποσειδώνα» είναι εντυπωσιακή, καθώς για το έτος 2021 περί το 50% των τραπεζών που συμμετέχουν στην πρωτοβουλία έχει ευθυγραμμιστεί πλήρως με τον στόχο του ΔΝΟ για το 2050, ενώ για το έτος 2020 το αντίστοιχο ποσοστό ήταν μόλις 20%. Στην πρόσφατα δημοσιευμένη μελέτη των Καβουσανού και Τσουκνιδή (2021) αναλύονται διεξοδικά οι προαναφερόμενες πρωτοβουλίες χρηματοδότησης της πράσινης ναυτιλίας, αλλά και μια σειρά από άλλες αντίστοιχες πρωτοβουλίες, όπως είναι οι ακόλουθες (ενδεικτικά): «Green Loan Principles», «Getting to Zero Coalition» και «Green Bonds».

Η πρωτοβουλία «Αρχές Πράσινων Δανείων» (Green Loan Principles – GLP) ξεκίνησε το 2018 από τον Σύνδεσμο Δανειοδοτών της Αγοράς (Loan Markets Association – LMA) των χωρών της Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, καθώς και από τον Σύνδεσμο Δανειοδοτών της Αγοράς του Ασιατικού Ειρηνικού (Asia Pacific Loan Market Association – APLMA) και τον Σύνδεσμο Κοινοπρακτικών Δανείων και Εμπορίου (Loan Syndications και Trading Association – LSTA) της Βόρειας Αμερικής. Η πρωτοβουλία GLP είναι ένα σύνολο κατευθυντήριων γραμμών (κριτηρίων) που πρέπει να εφαρμόζονται από τους συμμετέχοντες στην αγορά σε εθελοντική βάση ώστε να πληροί τις προϋποθέσεις για την ταξινόμηση ενός δανείου ως «πράσινο δάνειο». Σύμφωνα με την GLP, ο δανειολήπτης ενός πράσινου δανείου θα πρέπει να κοινοποιεί με σαφήνεια στους δανειστές του τις ακόλουθες πληροφορίες: (i) τους στόχους του για την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και (ii) το πώς η σχεδιαζόμενη επένδυση εντάσσεται στις επιλέξιμες κατηγορίες που ορίζονται στο Παράρτημα της τεκμηρίωσης της GLP. Οι πλοιοκτήτες/φορείς εκμετάλλευσης πλοίων ενθαρρύνονται να ιεραρχούν αυτές τις πληροφορίες ως πρωταρχικούς στόχους τους, όπως, για παράδειγμα, τους στόχους τους σχετικά με τη στρατηγική, την πολιτική και τις διαδικασίες που σχετίζονται με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα. Επιπλέον, ενθαρρύνονται να δημοσιεύουν τα «πράσινα πρότυπα» ή τις πιστοποιήσεις που στοχεύουν να αποκτήσουν και να διατηρήσουν στο μέλλον.

Η πρωτοβουλία «Getting to Zero Coalition» ξεκίνησε τον Ιούνιο του 2019 με στόχο να συγκεντρώσει φορείς λήψης αποφάσεων από όλη την αλυσίδα αξίας της ναυτιλίας με ενδιαφερομένους από τον ενεργειακό τομέα καθώς και από κυβερνήσεις και διακυβερνητικούς οργανισμούς. Είναι μια συνεργασία μεταξύ του Παγκόσμιου Ναυτιλιακού Φόρουμ, της δράσης «Φίλοι των Ωκεανών» (Friends of Ocean) και του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ. Περισσότερες από 120 εταιρείες συμμετέχουν σε αυτή την πρωτοβουλία και εκπροσωπούν τους τομείς της ναυτιλίας, της ενέργειας, της εφοδιαστικής αλυσίδας και του χρηματοπιστωτικού κλάδου. Η πρωτοβουλία εστιάζει στην ανάπτυξη εμπορικά βιώσιμων πλοίων μηδενικών εκπομπών ρύπων και της σχετικής αλυσίδας εφοδιασμού των πλοίων με καύσιμα έως το 2030, προκειμένου να μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου της ναυτιλίας τουλάχιστον κατά 50% έως το 2050, όπως ορίζει ο ΔΝΟ. Η πρωτοβουλία αναγνωρίζει το γεγονός ότι τα εμπορικά πλοία έχουν ωφέλιμη ζωή 20 ετών ή περισσότερο και κατά συνέπεια πλοία που θα ναυπηγηθούν περί το έτος 2030 αναμένεται να συνεχίσουν να λειτουργούν έως το 2050. Ταυτόχρονα, η απαιτούμενη υποδομή που σχετίζεται με την εφοδιαστική αλυσίδα καυσίμων αναμένεται να έχει οικονομική ζωή περί τα 50 έτη. Κατά συνέπεια, έως το 2030 υπάρχει επιτακτική ανάγκη να κατασκευαστούν ασφαλή, τεχνικά εφικτά, εμπορικά βιώσιμα και με μηδενικές εκπομπές ρύπων πλοία.

Τέλος, η έκδοση πράσινων ομολόγων (green bonds) αποτελεί μια άλλη πρόταση προς την κατεύθυνση του πράσινου δανεισμού για επενδύσεις στη ναυτιλία. Τα πράσινα ομόλογα αποτελούν τίτλους σταθερού εισοδήματος οι οποίοι στοχεύουν στη χρηματοδότηση επενδύσεων που επιδεικνύουν χαμηλές εκπομπές άνθρακα. Αποτελούν μια σχετικά νέα αλλά ταχύτατα αυξανόμενη κατηγορία χρεογράφων – ενδεικτικά, σύμφωνα με το Reuters, ο συνολικός όγκος τους αυξήθηκε από 160 δισ. δολάρια ΗΠΑ το 2016 σε 480 δισ. το 2021, ενώ αθροιστικά από το 2015 το ποσό υπερβαίνει κατά πολύ το 1 τρισ. δολάρια ΗΠΑ. Με την πάροδο του χρόνου, ένας μεγάλος αριθμός πράσινων ομολόγων έχει εκδοθεί από πολλούς εκδότες παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων κυβερνήσεων, χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων και ιδιωτικών εταιρειών. Τα πράσινα ομόλογα δίνουν τη δυνατότητα σε συνταξιοδοτικά, κρατικά και ασφαλιστικά επενδυτικά ταμεία να επενδύσουν σε τομείς που θεωρούνται σημαντικοί για τους μετόχους τους που έχουν τα ίδια προφίλ πιστωτικού κινδύνου και απόδοσης με τα τυπικά ομόλογα. Παρέχουν επίσης στις κυβερνήσεις το χρηματοδοτικό εργαλείο για την επίτευξη του στόχου μειωμένης κλιματικής επίδρασης. Τα πράσινα ομόλογα παρουσιάζουν σε μεγάλο βαθμό τα λειτουργικά χαρακτηριστικά των συμβατικών χρεογράφων, δηλαδή αξιολογούνται με βάση την πιστοληπτική ικανότητα του εκδότη και διαπραγματεύονται στις διεθνείς αγορές ομολόγων.

Παρά τα σημαντικά βήματα προς τη χρηματοδότηση βιώσιμων επενδύσεων στις ναυτιλιακές αγορές, υπάρχει πολύς δρόμος που πρέπει να διανυθεί έως ότου ευδοκιμήσουν οι προσπάθειες κατά της κλιματικής αλλαγής σε παγκόσμιο επίπεδο με στόχο τη μείωση των προβλεπόμενων εκπομπών ρύπων στο απαιτούμενο επίπεδο. Προς την κατεύθυνση αυτή είναι σημαντικό να επιλυθούν και απαντηθούν τα ακόλουθα ζητήματα: (i) η χρηματοδότηση τυχόν πράσινων επενδύσεων, συμπεριλαμβανομένης της ναυτιλίας, χρειάζεται συγκεκριμένο ορισμό και ταξινόμηση περί του τι θεωρείται πράσινο και πόσο πράσινο είναι, (ii) οι εθνικές ή εθελοντικές πρωτοβουλίες, σε αντίθεση με τις παγκόσμιες και υποχρεωτικές νομοθεσίες, φαίνονται ανεπαρκείς για την επίτευξη του καθορισμένου στόχου, (iii) οι δεσμεύσεις και οι στόχοι που έχουν τεθεί δεν πρέπει να είναι μετριοπαθείς, αλλά να βρίσκονται στο ίδιο τουλάχιστον επίπεδο με αυτό που απαιτείται για την επίτευξη του επιθυμητού στόχου περί της θερμοκρασίας. Ωστόσο, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και οι επενδυτές γενικά έχουν τη δυνατότητα να συμβάλουν ουσιαστικά στην επιτάχυνση της προόδου προς τον στόχο της μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος της ναυτιλιακής βιομηχανίας.

Μια σειρά ερευνητικών διπλωματικών εργασιών που έχουν εκπονηθεί από τους μεταπτυχιακούς φοιτητές του αγγλόφωνου Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών στη Διεθνή Ναυτιλία, Χρηματοοικονομική και Διοίκηση (MSc in ISFM, https://www.dept.aueb.gr/el/msc-isfm) του ΟΠΑ, με χρήση πόρων του συγγενούς Εργαστηρίου Διεθνούς Ναυτιλίας, Χρηματοοικονομικής και Διοίκησης (https://www.dept.aueb.gr/en/isfm), έχουν αναδείξει διάφορες πτυχές του σύνθετου ρόλου που καλούνται να διαδραματίσουν οι χρηματοδότες της πράσινης ναυτιλίας. Για παράδειγμα, αποτελέσματα από την πρωτοποριακή έρευνα που εκπονείται από την ομάδα καθηγητών και φοιτητών στο ΔΠΜΣ και στο Εργαστήριο αποτελούν τα εξής: 1) η ανάληψη δράσης κατά της κλιματικής αλλαγής απαιτεί παγκόσμια συνεργασία, γεγονός το οποίο καθιστά το πρόβλημα πιο περίπλοκο. 2) Ο ναυτιλιακός κλάδος είναι παγκόσμιος από τη φύση του και επιδεικνύει σχετικά υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Για αυτούς τους λόγους βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της παγκόσμιας προσπάθειας για την αναστροφή των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. 3) Ωστόσο, ο στόχος αυτός είναι δύσκολο να επιτευχθεί, παρά τις προσπάθειες του ΔΝΟ, καθώς απαιτεί την επίλυση αρκετών συγκρούσεων συμφερόντων από διάφορους εμπλεκόμενους φορείς, όπως για παράδειγμα τους συμμετέχοντες στην αγορά αλλά και τις παραδοσιακές ναυτιλιακές χώρες (κράτη σημαίας). 4) Οι φορείς χρηματοδότησης επενδύσεων στον κλάδο της ναυτιλίας αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στην όλη διαδικασία. Οι παραπάνω ερευνητικές προσπάθειες υποστηρίζονται υλικοτεχνικά από το Ερευνητικό και Διδακτικό Εργαστήριο στη Διεθνή Ναυτιλία, Χρηματοοικονομική και Διοίκηση του ΟΠΑ, το οποίο προσφέρει πρόσβαση στους φοιτητές και ερευνητές του MSc in ISFM στις κυριότερες διεθνείς βάσεις δεδομένων (ενδεικτικά Clarksons, Lloyds List, Bloomberg, Refinitiv Eikon) αλλά και σε εξειδικευμένο λογισμικό για τη διεξαγωγή εμπειρικής έρευνας σύμφωνα με διεθνή πρότυπα (ενδεικτικά STATA, MATLAB, R, Python κ.λπ.).

Το παρόν άρθρο αποτελεί μια σύνοψη των κυριότερων ευρημάτων της πρόσφατα δημοσιευμένης επιστημονικής έρευνας του καθηγητή Μανώλη Γ. Καβουσανού και του αναπληρωτή καθηγητή Δημήτρη Α. Τσουκνιδή του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΟΠΑ) για τη χρηματοδότηση της πράσινης ναυτιλίας.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Απόψεις