Όπως ήταν ευρέως αναμενόμενο η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφάσισε σήμερα να αυξήσει τα επιτόκιά της κατά 25 μ.β. συνεχίζονταν -αν και με βραδύτερο ρυθμό- τον κύκλο σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής, με τον οποίο έβαλε τέλος σε αρκετά χρόνια αρνητικών επιτοκίων.

Ο αυξανόμενος πληθωρισμός οδήγησε τους υπεύθυνους χάραξης νομισματικής πολιτικής να αυξήσουν τα επιτόκια και να εγκαταλείψουν μια πολιτική που – ευνοώντας τους δανειολήπτες και τιμωρώντας τους αποταμιευτές – ανέτρεψε τις αρχές της χρηματοδότησης.

Το άνοιγμα του κύκλου των αυξήσεων των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, έκλεισε συγχρόνως έναν άλλον. Αυτόν της χαμηλής κερδοφορίας των ευρωπαϊκών τραπεζών, οι οποίες για περισσότερο από δέκα χρόνια «υπέφεραν» από τα μηδενικά και αρνητικά επιτόκια της ΕΚΤ.

Μειώνεται η «όρεξη» για νέα δάνεια – Ρεκόρ πτώσης στις χορηγήσεις

Έτσι κλείνοντας ο κύκλος αυτός ανοίγει ένας νέος, με τα κέρδη των ευρωπαϊκών τραπεζών πλέον να αφήνουν πίσω τους τη «μετριοπάθεια» των προηγούμενων ετών. Όμως ενώ τα κέρδη των τραπεζών ενισχύονται, η κεφαλαιακή τους επάρκεια ισχυροποιείται και παράλληλα ετοιμάζονται να ανταμείψουν τους μετόχους τους με διανομή μερισμάτων, υπάρχουν και κάποιοι που μπορούν να αισθάνονται «ριγμένοι». Κι αυτοί είναι οι καταθέτες.

Αποσύρουν καταθέσεις

Αργά αλλά συστηματικά οι Ευρωπαίοι αποσύρουν τις αποταμιεύσεις τους από τις τράπεζες αναζητώντας καλύτερες αποδόσεις. Και αυτό, γιατί, όπως αποδείχθηκε, οι τραπεζίτες έσπευσαν να αυξήσουν τα επιτόκια δανεισμού, ακολουθώντας την πολιτική νομισματικής σύσφιγξης της ΕΚΤ, «αμέλησαν», όμως, να κάνουν το ίδιο με τα επιτόκια καταθέσεων, επιστρέφοντας στις εποχές της «ψαλίδας» μεταξύ των πρώτων και των δεύτερων.

Τράπεζες: Οι δύο όψεις της αύξησης των επιτοκίων

Η τάση αυτή αποτυπώθηκε στα κερδοφόρα οικονομικά αποτελέσματα της αρχής του έτους που ανακοίνωσαν ορισμένες από τις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές τράπεζες , τα οποία έδωσαν την πρώτη «γεύση» του φαινομένου «bank walk», μιας αργής αλλά αξιοσημείωτης εκροής καταθέσεων σε μετρητά, όπως επισημαίνεται σε ανάλυση του Reuters.

Η πρακτική των τραπεζών να μην αυξήσουν αντίστοιχα τα επιτόκια καταθέσεων μπορεί να ενίσχυσε τα κέρδη τους, αλλά δυσαρέστησε σε μεγάλη κλίμακα τους καταθέτες πελάτες τους, οι οποίοι έσπευσαν να αναζητήσουν επενδύσεις με καλύτερες αποδόσεις, εγείροντας παράλληλα ερωτήματα σε σχέση με τη μακροπρόθεσμη σταθερότητα του τραπεζικού κλάδου.

Κερδίζουν έδαφος τα αμοιβαία κεφάλαια

Μέσα στο πλαίσιο αυτά, ιδιαίτερα δημοφιλής εναλλακτική αποτελούν τα αμοιβαία κεφάλαια, τα οποία εξασφαλίζουν μεγαλύτερες αποδόσεις από τις καταθέσεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Refinitiv Lipper τον Μάρτιο καταγράφηκαν περισσότερα από 34 δισεκατομμύρια ευρώ καθαρών ροών προς κεφάλαια της ευρωπαϊκής χρηματαγοράς, τον τύπο περιουσιακών στοιχείων με τις περισσότερες πωλήσεις εκείνο τον μήνα.

Η αξία των αμοιβαίων κεφαλαίων ήταν ήδη μεγαλύτερη από 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ στο τέλος του 2022, αν και παραμένει πολύ μικρή σε σύγκριση με τα 9,45 τρισεκατομμύρια ευρώ που διατηρούνται σε τρεχούμενους ή όψεως λογαριασμούς σε τράπεζες σε όλη την ευρωζώνη.

Οι περισσότερες τράπεζες κομπάζουν για επίπεδα ρευστότητας και κεφαλαίου πάνω από τις ρυθμιστικές απαιτήσεις, αλλά η κατάρρευση της Silicon Valley Bank των ΗΠΑ και της ελβετικής Credit Suisse στέλνουν προειδοποιητικά σήματα για το τι μπορεί να συμβεί όταν οι καταθέτες αποχωρούν μαζικά.

Περιορισμός των δανείων- Αύξηση των κερδών

Τα νοικοκυριά και οι εταιρείες περιορίζουν το δανεισμό καθώς ο γρήγορος ρυθμός αύξησης των επιτοκίων από πολλές κεντρικές τράπεζες σε όλο τον κόσμο έχει οδηγήσει σε αύξηση του κόστους χρηματοδότησης. Το μερίδιο των τραπεζών της ζώνης του ευρώ που ανέφεραν πτώση της ζήτησης για εταιρικά δάνεια το πρώτο τρίμηνο ήταν το υψηλότερο από το 2009, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα τραπεζικών δανείων που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα την Τρίτη. Η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια συνέχισε να βυθίζεται.
Ωστόσο, οι ζοφερές οικονομικές προοπτικές δεν αποθαρρύνουν τους δανειστές από το να κάνουν ευνοϊκές προβλέψεις για τα έσοδα και τα έσοδα.

ΕΚΤ: Η αύξηση των επιτοκίων μείωσε τη χορήγηση δανείων και αυστηροποίησε τα τραπεζικά κριτήρια

Η συντριπτική πλειονότητα των τραπεζών που ερωτήθηκαν στην έρευνα δανεισμού της ΕΚΤ είπε ότι τα αυξανόμενα επιτόκια θα συνεχίσουν να βελτιώνουν την κερδοφορία τους, κυρίως χάρη στο αυξανόμενο καθαρό εισόδημα από τόκους και τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους, αν και η μείωση της ζήτησης θεωρήθηκε κάπως ανασταλτική.

Η UniCredit αύξησε τις εκτιμήσεις της για τα καθαρά έσοδα από τόκους για ολόκληρο το έτος κατά πάνω από 1 δισεκατομμύριο ευρώ (1,1 δισεκατομμύρια δολάρια) αφού ανέφερε μια άνοδο 44% στη μέτρηση μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου. Η Deutsche Bank την περασμένη εβδομάδα δήλωσε ομοίως ότι ο ούριος άνεμος από την αύξηση των επιτοκίων μπορεί να της επιτρέψει να υπερβεί τον στόχο εσόδων της για το 2025.

Η Barclays Plc, η NatWest Group Plc και η Banco Santander SA ήταν μεταξύ των τραπεζών που ανέφεραν άλμα στα καθαρά τους έσοδα από τόκους το πρώτο τρίμηνο. Ωστόσο, η Lloyds Banking Group Plc, ο μεγαλύτερος δανειστής στεγαστικών δανείων του Ηνωμένου Βασιλείου, είπε ότι οι απομειώσεις δανείων αυξάνονται και πρόσθεσε ότι τα οφέλη από τις αυξήσεις επιτοκίων μπορεί να έχουν κορυφωθεί.

«Τα υψηλότερα επιτόκια – οδηγώντας σε ένα θανατηφόρο κοκτέιλ πιστωτικού κινδύνου, πιο αυστηρά οικονομικά των νοικοκυριών, πτώση των τιμών των κατοικιών και αυξανόμενες προκλήσεις στα εμπορικά ακίνητα – ωθούν τις τράπεζες σε όλη την Ευρώπη να αυστηροποιήσουν τα πιστωτικά τους πρότυπα το 2023», ανέφεραν οι αναλυτές της Bloomberg Intelligence με επικεφαλής τον Philip Richards σε σημειωμά τους την Τετάρτη.

Ενώ τα υψηλότερα επιτόκια αύξησαν τα κέρδη στις τράπεζες σε μεγάλο βαθμό χάρη στη διεύρυνση της διαφοράς των κερδών τους από τα δάνεια και τις καταθέσεις, είχαν επίσης αρνητικές παρενέργειες. Αυτά περιλαμβάνουν μια βουτιά στην αξία των κρατικών ομολόγων που διατηρούνται σε ισολογισμούς και οι πελάτες μεταφέρουν τα χρήματά τους σε περιουσιακά στοιχεία που προσφέρουν καλύτερες αποδόσεις.

Τόσο η UniCredit όσο και η Deutsche Bank δήλωσαν ότι τα επιτόκια που πρέπει να προσφέρουν για να διατηρήσουν τους καταθέτες είναι ακόμα πολύ χαμηλότερα από τον αρχικό τους σχεδιασμό, παρέχοντας μια διαρκή ώθηση στα καθαρά έσοδα από τόκους. Ωστόσο, η Deutsche Bank είπε επίσης ότι πρόσφατα επιτάχυνε τον ρυθμό των αυξήσεων καθώς ο ανταγωνισμός για τις καταθέσεις θερμαίνεται.

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Επιχειρήσεις