Η οικονομική έρευνα έχει αποδείξει ότι οι σημαντικότερες προσδιοριστικές παράμετροι της ανάπτυξης δεν είναι οι φυσικοί πόροι ή οι πολιτικοί συνασπισμοί αλλά οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού και το επίπεδο των θεσμών. Αμφότερα συνδέονται με την παιδεία.

Δυστυχώς, τον τελευταίο καιρό είδαν το φως της δημοσιότητας έρευνες οι οποίες πρέπει να μας προβληματίσουν πολύ σοβαρά όσον αφορά τις πραγματικές ικανότητες του ελληνικού ανθρώπινου δυναμικού, τις κατευθύνσεις του εκπαιδευτικού συστήματος και συνολικά της ποιότητάς του. Οι μελέτες έδειξαν ότι η γενική άποψη περί υψηλής ποιότητας του ελληνικού εργατικού δυναμικού που διαπρέπει στο εξωτερικό δυστυχώς αποτελεί έναν ακόμη αστικό μύθο.

Είναι αλήθεια ότι η έλλειψη αξιοκρατίας και αποτελεσματικών δομών στην οικονομία αποτρέπουν κάποιους ανθρώπους με ικανότητες να προοδεύσουν στο εγχώριο περιβάλλον. Αντιθέτως, όταν μεταναστεύουν σε ανεπτυγμένες χώρες όπου πληρούνται αυτές οι προϋποθέσεις, τα πηγαίνουν καλύτερα. Ωστόσο, αυτό αφορά μεμονωμένους ανθρώπους με εξαιρετικές ικανότητες, τις οποίες δεν διαθέτει ο μέσος απόφοιτος του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος.

Ο ΟΟΣΑ πραγματοποιεί κάθε έτος μια έρευνα στο πλαίσιο του προγράμματος PISA, η οποία μετρά τις ικανότητες των μαθητών 15 ετών στην κατανόηση κειμένου, των φυσικών επιστημών και στην επίλυση μαθηματικών προβλημάτων ώστε να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις της πραγματικής ζωής. Τα αποτελέσματα που πρόσφατα δημοσιοποιήθηκαν για το 2022 είναι ανησυχητικά. Οι επιδόσεις όλων των χωρών του ΟΟΣΑ υποχωρούν, αλλά η πτώση της Ελλάδας είναι ισχυρότερη. Από το 2009 και μετά το χάσμα διευρύνεται. Στα μαθηματικά, η Ελλάδα το 2022 ήταν 33η μεταξύ 37 χωρών του ΟΟΣΑ και τελευταία μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών.

Ολο και περισσότεροι μαθητές βαθμολογούνται κάτω από το βασικό επίπεδο επάρκειας και εξαιρετικές ικανότητες έχουν λιγότεροι από 1% του συνόλου, έναντι π.χ. 3,3%. στην Πορτογαλία.

Αντίστοιχη έρευνα του ΟΟΣΑ που αφορά τους ενηλίκους, η PIAAC, έδειξε ότι 19% των αποφοίτων του πανεπιστημίου δεν έχουν απλώς ελλείψεις στο αντικείμενο το οποίο σπούδασαν. Είναι λειτουργικά αναλφάβητοι. Πώς γίνεται ένα εκπαιδευτικό σύστημα να χορηγεί πτυχία πανεπιστημίου σε αναλφάβητους; Και ενώ οι άλλες χώρες βελτίωσαν το σετ των βασικών δεξιοτήτων των ανθρώπων τους κατά περίπου 30%-35% από τη δεκαετία του ’50, η Ελλάδα μόλις 5%!

Εχουμε περίπου το επίπεδο κατανόησης του κόσμου που είχαμε το ‘50, όταν οι περισσότεροι άνθρωποι ήταν απόφοιτοι δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.

Εχουμε «πληθωρισμό πτυχίων». Το ποσοστό των Ελλήνων που κατέχουν πτυχία, μεταπτυχιακά και διδακτορικά έχει υπερκεράσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Δυστυχώς, όμως, ένα μικρό ποσοστό από αυτούς έχουν πραγματικά τις ικανότητες που δικαιολογούν τους τίτλους τους και που θα τους επιτρέψουν να αριστεύσουν σε ένα διεθνώς ανταγωνιστικό περιβάλλον.

Η Ελλάδα ανήκει στην ανεπτυγμένη Ευρώπη και δεν μπορεί ούτε πρέπει να ανταγωνίζεται σε όρους χαμηλού εργατικού κόστους. Για να μπορεί να αναπτύσσεται σταθερά και μακροχρόνια χρειάζεται ένα ανθρώπινο δυναμικό με υψηλές δεξιότητες και γνώσεις, αλλά και τα λεγόμενα soft skills: ικανότητα για συνεργασία, ενσυναίσθηση, προσαρμοστικότητα στις δυναμικές του εξωτερικού περιβάλλοντος. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος για την άνοδο του βιοτικού επιπέδου μακροχρόνια παρά η μόρφωση.

Δεν αποτελούν λύσεις οι εισοδηματικές ενισχύσεις από το κράτος (συχνά λειτουργούν στην αντίθετη κατεύθυνση διαστρέφοντας τα οικονομικά κίνητρα), ούτε η λογική της παραγωγής χαμηλού κόστους, διότι νομοτελειακά οι αναπτυσσόμενες χώρες πάντα θα είναι πιο φθηνές.

Το πρόβλημα είναι βαθύ. Δεν λύνεται με επιμέρους παρεμβάσεις. Απαιτείται συνολικός ανασχεδιασμός του εκπαιδευτικού μας συστήματος και μάλιστα ξεκινώντας από την πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Η βασική δουλειά γίνεται στο δημοτικό και στο γυμνάσιο. Το πανεπιστήμιο παραλαμβάνει ανθρώπους με ένα συγκεκριμένο σετ ικανοτήτων. Φυσικά, και το πανεπιστήμιο πρέπει να εστιάσει στην προαγωγή της κριτικής ικανότητας και σκέψης και όχι στη στείρα αποστήθιση γνώσεων.

Επιπλέον, επιβάλλεται να αυστηροποιηθούν τα κριτήρια βάσει των οποίων οι μαθητές εισέρχονται στην ανώτατη εκπαίδευση αλλά και αυτά βάσει των οποίων θα απονέμονται τίτλοι και βαθμοί. Αυτό προϋποθέτει, επίσης, και την αξιολόγηση όχι μόνο των εξεταζομένων αλλά και των εξεταζόντων. Προφανώς υπάρχει ζήτημα και με την επάρκεια των διαδικασιών ελέγχου και αξιολόγησης.

Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερα στην παιδεία μας, στην έρευνα και στην τεχνολογία. Οι πόροι όμως δεν είναι το μοναδικό σημαντικό στοιχείο καθότι αρκετές χώρες φτωχότερες από εμάς έχουν καλύτερα αποτελέσματα. Υπάρχουν αναποτελεσματικότητες στην αξιοποίηση των πόρων, στις δομές και στη στόχευση του εκπαιδευτικού συστήματος που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να πιάνουν τόπο τα χρήματα.

Επιπλέον, πρέπει να δούμε πιο συστηματικά την αντιστοίχιση των ειδικοτήτων, οι οποίες παράγονται από το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα – ακαδημαϊκών και τεχνολογικών – με τις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Για παράδειγμα, το ποσοστό των αποφοίτων πανεπιστημίων στην Ελλάδα στους τομείς των κοινωνικών επιστημών και της δημοσιογραφίας είναι 5 ποσοστιαίες μονάδες πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ-27, αλλά το ποσοστό στις επιχειρηματικές και διοικητικές σπουδές 8 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερο και στις Τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) 1,5 ποσοστιαία μονάδα μικρότερο.

Οι εξειδικεύσεις ΤΠΕ όμως (big data, cloud computing, AI, software) είναι κομβικές στη νέα οικονομία. Επιπλέον το ποσοστό των αποφοίτων επαγγελματικής εκπαίδευσης που έκαναν πρακτική άσκηση στην Ελλάδα το 2022, αν και διπλασιασμένο από το 2021, παρέμενε το μισό σχεδόν του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Εν κατακλείδι, ολόκληρη η φιλοσοφία του εκπαιδευτικού μας συστήματος χρήζει αναθεώρησης και δεν έχουμε την πολυτέλεια να περιμένουμε.

Ο Τάσος Αναστασάτος είναι επικεφαλής οικονομολόγος του ομίλου της Eurobank

Premium έκδοση «ΤΑ ΝΕΑ»

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Experts
Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις
Experts |

Κατώτατος μισθός, συλλογικές συμβάσεις και συντάξεις

Mε διαφορετικούς όρους κρατικής παρέμβασης παρατείνεται η μνημονιακή κατάργηση (Φεβρουάριος 2012) της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας (ΕΓΣΣΕ) που καθόριζε στην Ελλάδα επί δεκαετίες τον κατώτατο μισθό