Δραματική μείωση των καθαρών κερδών μετά απο φόρους κατά 50,5% (11,9 εκατ. ένατι 24 εκατ. ευρώ το 2023) κατέγραψε ο κλάδος Εμπορίας Πετρελαιοειδών κατα το 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία του Ιδρύματος Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ).
Το ΙΟΒΕ υπογραμμίζει ότι ο κλάδος επηρεάζεται σημαντικά απο τις κανονιστικές αλλαγές που αναμένονται με βάση το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και παράλληλα επισημαίνει ότι η εφαρμογή του νέου ETS2 από το 2027, θα αυξήσει σημαντικά τις τιμές των προϊόντων για τον καταναλωτή κατά περίπου 15 λεπτά/λίτρο και θα περιορίσει τη ζήτηση πετρελαιοειδών.
Κερδοφορία κλάδου
Οπως σημειώνεται οι εταιρείες του κλάδου εμφάνισαν μικρή αύξηση της Μικτής Κερδοφορίας κατά περίπου 44 εκ. ευρω έναντι του προηγούμενου έτους, λόγω της αύξησης του όγκου πωλήσεων κατά περίπου 970.000 χιλ. τόνους, διατηρώντας το μέσο μοναδιαίο μικτό περιθώριο στα ίδια επίπεδα (περίπου 37 ευρω /ΜΤ).
Η λειτουργική κερδοφορία μειώθηκε κατά 5,2% , στα 95 εκ. ευρω έναντι 100 εκ. το 2023, λόγω της αύξησης των λειτουργικών εξόδων και της μείωσης των άλλων εσόδων εκμετάλλευσης. Σημειώνεται δε ότι η λειτουργική κερδοφορία προέρχεται στο σύνολό της από τα αλλα εσοδα εκμετάλλευσης, ενώ η κερδοφορία της κύριας δραστηριότητας μόλις καλύπτει τα έξοδα λειτουργίας.
Καθώς το περιθώριο κέρδους είναι οριακά θετικό ( το 0,08% επι της αξίας πωλήσεων), επισημαίνεται η ιδιαίτερα αρνητική επίπτωση που είχε η διατήρηση του πλαφόν στο περιθώριο κέρδους επί 4 χρόνια, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η μεγάλη αύξηση των λειτουργικών δαπανών των εταιριών εμπορίας πετρελαιοειδών κατά τη διάρκεια της τετραετίας.
Η «απομόνωση» των δραστηριοτήτων της εμπορίας αεροπορικών καυσίμων και του διεθνούς εμπορίου, μετατρέπει τα καθαρά κέρδη της εμπορίας στην εσωτερική αγορά σε ζημιές ύψους 45 εκατ. ευρώ, αναδεικνύοντας την καθοριστική τους επίδραση στη διαμόρφωση των συνολικών οικονομικών αποτελεσμάτων του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών.
Παρά τη μείωση της κερδοφορίας, οι επενδύσεις των εταιριών παρέμειναν σταθερές σε σχέση με το 2023 (90 εκ. ευρώ), αναβαθμίζοντας την εικόνα του δικτύου τους και προσθέτοντας νέες υπηρεσίες για την εξυπηρέτηση των καταναλωτών, ενώ το δίκτυο πρατηρίων συνεχίζει την πτωτική πορεία των προηγούμενων ετών. Ο αριθμός των πρατηρίων το 2024 μειώθηκε στα 4.777 πρατήρια από 4.898 το 2023
(-2,5%).
Κοινωνικό προϊόν
Το κοινωνικό προϊόν του κλάδου εμπορίας πετρελαιοειδών το 2024 διαμορφώθηκε σε 4,04 δισ. ευρώ , καθώς οι εξεταζόμενες εταιρίες δημιούργησαν για τον κρατικό προϋπολογισμό έσοδα από φόρους και άλλες
εισφορές που ανήλθαν σε 3,85 δισ. ευρώ, κατέβαλαν στο προσωπικό τους, υπό μορφή καθαρών αμοιβών και εργοδοτικών εισφορών, 106,3 εκατ. ευρώ, κατέβαλαν πληρωμές προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα ύψους 75,0 εκατ. εύρω ενώ αποκόμισαν από τη δραστηριότητά τους συνολικά κέρδη ύψους 11,9 εκατ. ευρώ.

Προοπτικές του κλάδου
Η διατήρηση του υψηλού κόστους χρηματοδότησης επηρεάζει έντονα τις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών εξαιτίας των υψηλών αναγκών σε κεφάλαια κίνησης για την κτήση των προϊόντων πετρελαίου συμπεριλαμβανομένης της πληρωμής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.
Πολλοί από τους εθνικούς στόχους πολιτικής για την Ενέργεια και το Κλίμα επηρεάζουν άμεσα τον κλάδο εμπορίας πετρελαιοειδών, καθώς για να επιτευχθούν απαιτούνται μέτρα περιορισμού της κατανάλωσης πετρελαιοειδών. Σύμφωνα με το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), η ετήσια κατανάλωση προϊόντων πετρελαίου θα μειωθεί κατά 21,6% το 2030 σε σύγκριση με το 2022 (και κατά 7,1% στον τομέα των Μεταφορών), δημιουργώντας πρόσθετες πιέσεις στις εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών.
Ραγδαία, όμως, θα είναι η μείωση της κατανάλωσης πετρελαιοειδών την επόμενη περίοδο 2031-2050.
Στον τομέα των Μεταφορών, η μείωση της κατανάλωσης πετρελαιοειδών θα βασιστεί μεσοπρόθεσμα στην υποκατάσταση με ηλεκτρική ενέργεια (ηλεκτροκίνηση) και μακροπρόθεσμα στην ανάπτυξη των αερίων καυσίμων (προηγμένα και συνθετικά βιοκαύσιμα) και πράσινου υδρογόνου, καθώς και στην ενίσχυση της ενεργειακής απόδοσης.
Οι εταιρίες εμπορίας πετρελαιοειδών έχουν αναλάβει μεγάλο τμήμα της υποχρέωσης βελτίωσης της ενεργειακής απόδοσης (περίπου 56% του συνόλου ή 815 ktoe).
Ειδικότερα, για την περίοδο 2024-2030 θα απαιτηθεί από τις Εταιρίες Εμπορίας Πετρελαιοειδών να επιτύχουν εξοικονομήσεις ενέργειας στην τελική κατανάλωση, υλοποιώντας και τεχνικά μέτρα (εκτός από οριζόντια/συμπεριφορικά), τα οποία απαιτούν σημαντικές επενδύσεις.
Σημαντική αύξηση των τιμών
Αυτό συνεπάγεται υψηλό κόστος συμμόρφωσης εφόσον οι εταιρίες δεν λάβουν τα απαραίτητα μέτρα για τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης στους τομείς που χρησιμοποιούνται πετρελαιοειδή (πλην των αεροπορικών μεταφορών).
Το κόστος αυτό δημιουργεί ένα επιπλέον βάρος για τα οικονομικά αποτελέσματα των εταιριών του κλάδου και περισσότερο για εκείνες που παρουσιάζουν ζημιές ή οριακή ακερδοφορία.
Οπως υπογραμμίζεται απο το ΙΟΒΕ, η δημιουργία του νέου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών για τα κτήρια και τις οδικές μεταφορές (ETS2), το οποίο θα καταστεί πλήρως λειτουργικό το 2027, με στόχο να μειώσει τις εκπομπές στους τομείς αυτούς κατά 42% έως το 2030 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2005, θα επιβαρύνει το κόστος προμήθειας. Το γεγονός αυτό θα αυξήσει σημαντικά τις τιμές των προϊόντων για τον καταναλωτή (εκτιμάται κατά περίπου 15 λεπτά/λίτρο) και θα περιορίσει τη ζήτηση πετρελαιοειδών.
Η αναμενόμενη υποχώρηση των πωλήσεων θα διατηρήσει τις σημαντικές πιέσεις στα οικονομικά αποτελέσματα των εταιριών του κλάδου, και ιδίως σε εκείνες που στηρίζουν τις πωλήσεις τους σε προϊόντα που κατευθύνονται στην εσωτερική αγορά (κυρίως βενζίνες και πετρέλαιο κίνησης και θέρμανσης). Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, η οικονομική δυνατότητα, ιδίως των μικρότερων επιχειρήσεων του κλάδου, για την υλοποίηση των απαιτούμενων επενδύσεων μετασχηματισμού (ηλεκτροκίνηση, σταθμοί υδρογόνου, κ.λπ.), θα είναι περιορισμένη.






































