Η σκηνή έξω από τα κεντρικά γραφεία της Goldman Sachs στο Μανχάταν στις 8.30 το πρωί πριν μια εβδομάδα ήταν όπως η αρχή της ακαδημαϊκής χρονιάς σε ένα πανεπιστήμιο. Χαμογελαστό το προσωπικό ασφαλείας καλωσόριζε τους εργαζόμενους στο κτήριο της Δυτικής Οδού 200 καθώς περνούσαν μέσα από τις περιστρεφόμενες πόρτες. Οι νέοι, προφανώς ασυνήθιστοι στο τελετουργικό της ζωής στο γραφείο έπειτα από εργασία εξ αποστάσεως που κράτησε περισσότερο από ένα χρόνο, ξέχασαν τα σήματά τους. Ουρές σχηματίσθηκαν στις πόρτες των ανελκυστήρων.

Η εικόνα ήταν ίδια στα γραφεία της Morgan Stanley, όπως και στα κεντρικά των BlackRock και Blackstone, δύο από τους μεγαλύτερους διαχειριστές ταμείων. Η Wall Street επέστρεψε και βρίσκεται σε άνθηση. Οι αγωγοί, όπως οι τραπεζίτες αρέσκονται να αποκαλούν τις προβλέψεις τους για την μελλοντική εργασία, κατακλύζονται από εξαγορές και συγχωνεύσεις, προσφορά μετοχών, πωλήσεις χρέους, μοχλευμένες εξαγορές και άλλα. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο επικεφαλής μιας εταιρείας: «Αν δεν βγάζεις χρήμα σ΄ αυτή την αγορά δεν θάπρεπε να είσαι σ΄αυτή τη δουλειά».

Αυτή ήταν η ευρέως επικρατούσα άποψη στο επίκεντρο της παγκόσμιας αγοράς χρήματος. Για το καλύτερο κομμάτι του έτους, οι όμιλοι στόχευαν στη σταθεροποίηση των επιχειρήσεων και πιθανότατα σε μικρότερο βαθμό στη φροντίδα των εργαζομένων τους. Οι επενδυτές εστίασαν στη διασφάλιση ότι τα χαρτοφυλάκιά τους ήταν ανθεκτικά στον αντίκτυπο της πανδημίας του κορονοϊού πάνω στις οικονομίες και τις αγορές. Όμως, με τους εμβολιασμούς να προχωρούν και τις μάσκες να βγαίνουν από τα πρόσωπα, υπάρχει μια χειροπιαστή επείγουσα ανάγκη να καλυφθεί ο χαμένος χρόνος.

Αυτό που συμβαίνει στη Νέα Υόρκη σήμερα θα αντιγράψουν τα χρηματο-οικονομικά κέντρα στον υπόλοιπο κόσμο σε ένα, ή και δύο χρόνια. Πράγματι, η αμερικανική οικονομία δείχνει πιο υγιής και πιο γεμάτη με κεφάλαια σε σύγκριση με τους ανεπτυγμένους ανταγωνιστές της στην Ευρώπη και την Ασία. Και οι αναδυόμενες αγορές βρίσκονται σε απόσταση κυρίως λόγω της έλλειψης πρόσβασης σε εμβόλια. Όμως, πολλές από αυτές τις τάσεις που οδηγούν τη Wall Street σήμερα είναι παγκόσμιες και –εκτός εάν δεν υπάρξει μια επιστροφή κάποιας παραλλαγής του ιού- δεν φαίνεται ότι θα ξεθυμάνει σύντομα.

Αρχίστε με την ψυχολογία, ή αυτό που ο Κέινς αποκάλεσε «πνεύματα ζώων». Το μεγαλύτερο διάστημα του 2020, στελέχη και διοικητικά συμβούλια εστίαζαν στο εσωτερικό. Πολλές βιομηχανίες –φιλοξενίας, λιανικής, αεροπορικές, ζωντανής διασκέδασης- βρέθηκαν στο χείλος της αβύσσου. Χρειάστηκε να αντλήσουν κεφάλαια, μέρος των οποίων προήλθε από το κράτος, για να κρατηθούν ζωντανές και να αποφύγουν γενικευμένες απολύσεις προσωπικού. Σήμερα αναδύονται και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως υποστηρίζει η Λόρεν Λάφλιν, είναι σε καλύτερη κατάσταση.

Εχοντας αντιμετωπίσει υπαρξιακά ερωτήματα σχετικά τις λειτουργίες τους, πολλοί επιχειρηματίες είναι σήμερα αποφασισμένοι να χτίσουν σε κλίμακα και μεγαλύτερη ανθεκτικότητα. Αυτό σημαίνει την αγορά ανταγωνιστών ή τεχνολογίας. Πολλοί επίσης αναγνώρισαν τις υποχρεώσεις που συνδέονται με ενεργητικά που δεν ανήκουν στον πυρήνα των εργασιών τους, για τα οποία θα χρειαστούν επενδυτικές τράπεζες να αναλάβουν δράση τους επόμενους μήνες. Και έχουν χρήμα να ξοδέψουν. Σε κάθε ένα από τα τέσσερα τρίμηνα από την έναρξη της πανδημίας, εταιρείες πούλησαν περισσότερες από 300 δισεκατομμύρια μετοχές –επίπεδο πρωτόγνωρο από το τέλος της χρηματοπιστωτικής κρίσης- αντί τιμήματος 1,3 τρις δολαρίων, σύμφωνα με στοιχεία της Refinitiv. Το ποσό αυτό είναι σχεδόν διπλάσιο με τα κεφάλαια που αντλήθηκαν τα προηγούμενα τέσσερα τρίμηνα. Πολλά από αυτά τα χρήματα «κάθονται» στους ισολογισμούς των εταιρειών περιμένοντας να χρησιμοποιηθούν.

Ένα μεγάλο κομμάτι βρίσκεται σε SPAC, εταιρείες εξαγοράς ειδικού σκοπού. Οι αποκαλούμενες συμφωνίες de-SPAC- όπου το χρήμα αυτό χρησιμοποιείται για την εξαγορά μιας εταιρείας ή ενεργητικών- άλλαξε το τοπίο της εταιρικής χρηματοδότησης και η αγορά αυτή μόλις άνοιξε. Η SPAC Research μέτρησε 419 εταιρείες λευκής επιταγής με 128 δις δολάρια διαθέσιμα να ξοδέψουν, συν άλλες 298 που πρόκειται να αντλήσουν 72 δις δολάρια μέσω αρχικών δημόσιων προσφορών. Από τη στιγμή που οι χορηγοί SPAC υποχρεούνται να επιστρέψουν τα μετρητά σε δύο χρόνια αν δεν βρούν στόχο εξαγοράς, αυτό είναι αυτό που ένας τραπεζίτης χαρακτηρίζει «super καυτό χρήμα.”

Ωστόσο, αυτό είναι μια σταγόνα στον κουβά της δύναμης πυρός που έχουν οι εταιρείες ιδιωτικού κεφαλαίου, οι οποίες επίσης αναγκάσθηκαν –στη διάρκεια της κορύφωσης της πανδημίας- να εστιάσουν σε εταιρείες που ήδη κατείχαν στα χαρτοφυλάκιά τους. Όμως, στο πρώτο τρίμηνο, άντλησαν 15% περισσότερο από τους μήνες πριν το ξέσπασμα της πανδημίας και σήμερα βρίσκονται με πυρομαχικά-ρεκόρ ύψους 1,6 τρις δολαρίων. Η εταιρεία ερευνών Preqin, υποστηρίζει ότι αυτή η εξέλιξη ασκεί πίεση στις εταιρείες να αναγνωρίσουν τις επενδυτικές ευκαιρίες γρήγορα καθώς επιταχύνεται η ανάκαμψη.

Οι αλαζόνες επενδυτές επίσης συντονίζουν τις συσκευές τους. Οι εταιρείες ενθαρρύνθηκαν από κυβερνήσεις και ρυθμιστικές αρχές να χρησιμοποιήσουν χρήμα και να αποφύγουν μαζικές απολύσεις ενώ τα νοσοκομεία γέμισαν με ασθενείς και τα νεκροτομεία με νεκρούς. Για όρους ευγένειας, οι ακτιβιστές κρύφτηκαν. Θα ήταν λάθος να ζητούν επαναγορές μετοχών και προγράμματα αλλαγής μάνατζμεντ. Αυτά τα γάντια βγαίνουν σήμερα, με επιθετικές εκστρατείες να εμφανίζονται στην επιφάνεια για απομάκρυνση στελεχών, όπως στην Danone, τους τελευταίους μήνες. Οι ακτιβιστές είναι σημαντικοί καταλύτες για τον υπολογισμό των στρατηγικών επιλογών όπως από-επενδύσεις ή πωλήσεις.

Ολο αυτό το χρήμα έρχεται προσθετικά, ή λόγω των νομισματικών μέτρων τόνωσης που εφαρμόζουν οι κεντρικές τράπεζες. Η Federal Reserve, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Τράπεζα της Ιαπωνίας και η Τράπεζα της Αγγλίας πρόσθεσαν περίπου 10 τρις δολάρια στους ισολογισμούς τους από τα τέλη του 2019. Αυτό πυροδότησε την εκτίναξη των τιμών ενεργητικού σε νέα ρεκόρ και την έκρηση συναλλαγών σε χρεόγραφα. Οι κυβερνήσεις κάνουν ότι μπορούν από την πλευρά τους, επίσης. Η Ε.Ε. με το σχέδιο των 807 δις ευρώ που θα χρηματοδοτήσει την ανάκαμψη, ενώ ο Πρόεδρος Μπάιντεν κατάφερε να εξασφαλίσει διακομματική συναίνεση στο σχέδιο των 600 δις δολαρίων για επενδύσεις σε υποδομές.

Ακόμη, κάποιοι πιθανοί κίνδυνοι κρύβουν μια χρυσή ευκαιρία. Όπως η πιθανή αύξηση των φόρων κεφαλαιουχικών κερδών που επιδιώκει η κυβέρνηση Μπάιντεν. Ο ιδρυτής της Blackstone Στιβ Σβάρτσμαν είπε την προηγούμενη εβδομάδα ότι η κίνηση αυτή θα δημιουργήσει μια χιονοστιβάδα ευκαιριών πυροδοτώντας την έξοδο επιχειρηματιών που επιδιώκουν να αποφύγουν την πληρωμή του επιπλέον 15% βάσει της πρότασης Μπάιντεν. Φαίνεται ότι έδωσαν κίνητρο στην οικογένεια Mills για να πωλήσουν την Medline Industries στην Blackstone, Carlyly and Hellman & Friedman, αντί 34 δις δολαρίων πριν μερικές εβδομάδες, μια από τις μεγαλύτερες μοχλευμένες εξαγορές των τελευταίων δεκαετιών.

Κατά πόσον όλος αυτός ο πυρετός συμφωνιών θα έχει θετικά αποτελέσματα για τους επενδυτές είναι μια άλλη ιστορία. Η βιασύνη φέρνει απόβλητα και είναι δύσκολο να δει κανείς πως αυτή η τάση για ξόδεμα χρήματος θα είναι διαφορετική. Όμως, έπειτα από τη μάχη με την πανδημία, η ανθρωπότητα μπορεί να συγχωρεθεί αν γίνει λίγο τρελούτσικη.

BREAKINGVIEWS

Ακολουθήστε τον ot.grστο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στον ot.gr

Latest News

Πρόσφατα Άρθρα Partners